Τὸ 1967 ἐπεβλήθη στὴν Ἑλλάδα μίαν ἐπανάστασι μέσῳ στρατιωτικοῦ πραξικοπήματος μὲ ἕνα πρωτόγνωρο σύνθημα, «Ἑλλὰς Ἑλλήνων χριστιανῶν» ποὺ ἡ ἑλληνικὴ δυτικὴ παράταξις ἡ ὁποία εἶχε ἐπιβληθῆ στὴν χώρα αὐτὴ ἀπὸ τὸ 1831, κατόπιν τῆς δολοφονίας τοῦ Καποδίστρια, ἀπὸ τὸν φιλελευθερισμὸ μέχρι τὸν κομμουνισμό, ἐνέπαιξεν καὶ ἐγελοιοποίησεν. Ἁπλῶς δὲν εἶχαν καταλάβει ὅτι μία σελίδα τῆς Ἱστορίας εἶχε γυρίσει. Τὸ 1990, μὲ τὴν πτῶσιν τοῦ κομμουνιστικοῦ στρατοπέδου στὴν ἀνατολικὴ Εὐρώπη καὶ τὴν Σοβιετικὴ Ἕνωσι, ἐξεδόθη βιβλίο μου, στὶς θρησκευτικὲς ἐκδόσεις Ἀκρίτας, μὲ ἕναν ἐξίσου περίεργο τίτλο, Ἡ τρίτη ἰδεολογία καὶ ἡ Ὀρθοδοξία, ἐν μέσῳ πλήρους παρακμῆς τῆς ἑλληνικῆς μεταχουντικῆς κοινωνίας δυτικιστικῶν φιλελευθέρων καὶ κομμουνιστικῶν ἀναλαμπῶν. Στὸ βιβλίο μου αὐτό, ἐξέθετα διὰ μακρῶν τὴν ἔλευσι τοῦ προφήτου τοῦ μέλλοντος, τοῦ Ζάν-Ζὰκ Ῥουσσῶ ποὺ πρὸ τριακοσίων ἐτῶν εἶχε προκαλέσει χωρὶς οὐδεὶς νὰ τὸν ἔχει καταλάβει τὴν μεγαλυτέραν ἐπανάστασιν ὅλων τῶν ἐποχῶν στὴν Δύσι, τὴν Γαλλικὴ Ἐπανάστασι τοῦ 1789, ποὺ οἱ ἰδέες του παραμένουν δυσκολονόϊτες μέχρι τῶν ἡμερῶν μας. Ὡς ἀπόλυτος ῥουσσωϊστής, ἐβάλθην λοιπὸν νὰ συγγράψω τὸ παραπάνω πόνημα μὲ τὸ παρακάτω σκεπτικό: «Ὁ μεγαλύτερος κίνδυνος γιὰ τὴν ἐπιβίωσι τοῦ ἑλληνισμοῦ ἐπαρουσιάσθη στὴν δεκαετία τοῦ 1980 μὲ τὴν ἔνταξιν τῆς Ἑλλάδος, ὡς πλῆρες μέλος στὴν ΕΟΚ, τὸ 1981. Ποτισμένοι μὲ μπύρα καὶ οὐίσκι σὰν τοὺς Ἰνδιάνους τῆς Βορείου Ἀμερικῆς, οἱ ὁποῖοι ἀδυνατοῦν νὰ ἀντιδράσουν εἰς τὴν ἐξαφάνησιν τοῦ πολιτισμοῦ των καὶ κάθονται ὁλημερὶς ἄνεργοι ἐμπρὸς ἀπὸ τὶς συσκευές των τηλεοράσεως, ποὺ κατεσκεύασαν οἱ νεκροθάπτες των, ἐνῷ εἰσπράττουν ὡς ἀπόλυτα παράσιτα πλέον, τὸ ἐπίδομα ἀνεργίας, ἔτσι καὶ οἱ Ἕλληνες ἐπικροτοῦν σήμερα τὴν ἔνταξίν των στὴν λέσχην τῶν Φράγκων τῆς ΕΟΚ. »Ἀγρότες καὶ μικροαστοί, διανοούμενοι καὶ ἐπιχειρηματίες, στὰ χωριὰ καὶ τὶς πόλεις, περιμένουν τὰ ἐπιδόματα ἀπὸ τὶς Βρυξέλλες γιὰ νὰ τὰ χρησιμοποιήσουν στὴν ἀγορὰ εἰσαγομένων καταναλωτικῶν ἀγαθῶν. Ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησίας, κανεὶς πλέον δὲν ἀνθίσταται στὴν εἰσβολή, ἀλλὰ ἀντιθέτως ἐπικροτεῖ. Ὁποιοσδήποτε τολμήσῃ νὰἐκφράσῃ τὴν ἀποδοκιμασίαν του διὰ μίαν ἔνταξιν ποὺ ὅλοι θεωροῦν ἐπικερδῆ, θεωρεῖται φολκλόρ, περιθωριακός, φαιδρός. »Ἡ ἀντίδρασις κατὰ τὴς ἀφομοιωτικῆς μανίας τοῦ παγκοσμίου δυτικοφερμένου καπιταλισμοῦ ἐκφράζεται μὲ τὴν ῥαγδαίαν ἐξάπλωσιν τῆς τρίτης ἰδεολογίας [τοῦ φασισμοῦ]. Μετὰ τὴν ὁλοσχερὴ ἧττα της στὴν Εὐρώπη στὸ τέλος τοῦ δευτέρου παγκοσμίου πολεμου, ἰδιαίτερα στὴν Ἰταλία καὶ τὴν Γερμανία, ἡ ἰδεολογία αὐτὴ ἀνεστήθη στὶς χῶρες τοῦ Τρίτου Κόσμου, ἀρχίζοντας ἀπὸ τὴν Ἀργεντινὴ τοῦ Περὸν καὶ τὴν Αἴγυπτον τοῦ Νάσερ. Σὲ μερικὰ χρόνια ἔγινε ἡ ἐπικρατοῦσα ἰδεολογία στὸν Τρίτο Κόσμο. Μὲ τὴν πτῶσιν τοῦ κομμουνισμοῦ στὴν Ἀνατολικὴν Εὐρώπην, τὸ 1989, ὁ δρόμος ἤνοιξεν πλέον διὰ τὴν ἐξάπλωσίν τοῦ φασισμοῦ καὶ στὴν Εὐρώπην… »Ἴσως ὅμως ὁ καιρὸς πλησιάζει καὶ τῆς πολιτικῆς ἀναβιώσεως τῆς ἀπανταχοῦ Ὀρθοδοξίας, στὴν Ἑλλάδα καὶ σὲ ὅλην τὴν ἔκτασιν τῆς Ἐνδιαμέσου Περιοχῆς ὅπου ἠμπορεῖ νὰ ἐμφανισθῇ ἕνας Μέγας Κωνσταντῖνος γιὰ νὰ ἀναλάβῃ -καθαριζόμενος κοντὰ στὸν πνευματικόν του γέροντα, τὴν θεοκρατία τῆς Ὀρθοδόξου Πολιτείας, ὑπὸ τὴν πνευματικὴν καθοδήγησιν τοῦ Ἁγίου Ὄρους» (σ.307-308). Ἤδη ὅμως, πέντε χρόνια πρὸ τῆς κυκλοφορίας τοῦ βιβλίου μου αὐτοῦ, εἶχε δημοσιευθῆ τὸ 1985, ἕνα ἄκρως προφητικὸ μυθιστόρημα δυστοπίας, στὰ ἀγγλικὰ τῆς Καναδοῦ συγγραφέως Margaret Atwood ὑπὸ τὸν τίτλον, The Handmaid’s Tale ποὺ ἐξιστόρη τὴν ἐπιβολὴ στὶς Ἡνωμένες Πολιτεῖες μία κοινωνίας θρησκευτικοῦ φονταμενταλισμοῦ κατὰ τὸ πρότυπον τῆς Ἰσλαμικῆς Δημοκρατίας στὸ Ἰρὰν τοῦ ἀγιατολλὰχ Χομεϊνί. Ἡ ἀμερικανικὴ αὐτὴ κοινωνία ἤρχισε νὰ διαμορφώνεται μὲ τὴν ἄνοδο στὴν ἐξουσία τοῦ πλανητικοῦ ἡγέτου Δονάλδου Τραμβίου, τὸν Νοέμβριο τοῦ 2016. Μὲ τὴν ἐμφάνισιν τῆς πανδημίας τοῦ κορωνοϊοῦ τὸ 2020, ὁ ὀρθοδοξισμὸς στὴν Ἑλλάδα ἐγνώρισε μίαν μεγάλην ἔξαρσιν μὲ τὴν ἀντίδρασιν τῆς Ἐκκλησίας στὴν ἐπέμβασιν τῆς ἑλληνικῆς Πολιτείας, στὰ ἐσωτερικὰ τῶν ναῶν, ποὺ ἐπενέβη στὸ τυπικό της ἀλλοιώνοντας τὸν τρόπο τελέσεως τῶν μυστηρίων καὶ τῶν λειτουργειῶν. Ἤδη μεταξὺ πολλῶν διαμαρτυριῶν ὀρθοδόξων ἱεραρχῶν, ἐγνώρισε δημοφιλία ὁ πατὴρ Εὐάγγελος Παπανικολάου ποὺ ἀψηφῶντας τὰ κελεύσματα τῆς Πολιτείας ἠμφισβήτησε ἀκόμη καὶ τὴν ἴδια τὴν δομὴ τοῦ καθεστῶτος, στηλιτεύοντας τὴν ἀπόλυτη διαπλοκὴ τῆς Δικαιοσύνης μὲ τὴν ἑκάστοτε κυβέρνησι καὶ ἐξεστόμισε στὶς 28 Αὐγούστου 2020, ἐν εἴδει ἀφορισμοῦ μὲ ἐπαναστατικὲς διαστάσεις: «Δὲν θυμᾶμαι ποτὲ νὰ ἄκουσα Ἕλληνα πρωθυπουργὸ νὰ ὁμολογήσῃ ὅτι εἶναι χριστιανὸς ὀρθόδοξος». Ἰδού, πλέον συγκεκριμένα, τὰ λόγια του: «Δεν θυμάμαι ποτέ να άκουσα Έλληνα πρωθυπουργό, να ομολογήσει ότι είναι Χριστιανός Ορθόδοξος. Να εκστομίσει στο βήμα της Βουλής μια φράση που ακούς από απλούς ανθρώπους, όταν τους κυκλώνουν, “ώσπερ μέλισσαι κηρίον”, οι κίνδυνοι και οι δυσκολίες της ζωής. “Έχει ο Θεός”. “Η Παναγία να βάλει το χέρι της”. “Με την βοήθεια του Θεού θα τα καταφέρουμε”. Ποτέ!! Δεν είδα ποτέ Έλληνα πρωθυπουργό ή υπουργό, να προσέρχεται στην Θεία Λειτουργία, τις επετειακές ημέρες του Ευαγγελισμού ή του εορτασμού του “ΟΧΙ”, από νωρίς, όρθρου βαθέως, να εκκλησιαστεί σαν χριστιανός. Καταφθάνουν στην δοξολογία, με τις καραμούζες και τα τύμπανα – εν χορδαίς και οργάνοις – να ωρύονται, αναγγέλλοντας την άφιξή τους, και με την ασθμαίνουσα κουστωδία τους να συμπεριφέρεται λες και βρίσκεται σε κέντρο διασκεδάσεως. Ποτέ!! Δεν είδα ποτέ Έλληνα πρωθυπουργό ή και υπουργό να κάνει μετάνοιες σε μια εικόνα της Παναγίας ή σε μια λειψανοθήκη αγίου. Ποτέ!! Ντρέπονται, δεν πιστεύουν σ’ αυτό που είναι καύχημα και απαντοχή μας: η Εκκλησία του Χριστού. Είναι άθεοι, μασόνοι ή αδιάφοροι λόγω διαφθοράς και ηθικής κατάπτωσης. Βλέπουν την πίστη του λαού σαν ένα μουσειακό κατάλοιπο, μια αξιοπερίεργη, γραφική εμμονή στο παρελθόν. Η Ορθοδοξία γι’ αυτούς είναι θρησκοληψία και σκοταδισμός, όταν κυβερνά η αριστερόμυαλη ασημαντότητα ή κρατική επιχείρηση που φέρνει έσοδα, όταν προϊσταται ο νεοφιλελεύθερος κοτζαμπασιδισμός. Άκουγα αυτές τις ημέρες τα σπαραξικάρδια, φαρισαϊκά μυξοκλάματα των τηλεοπτικών καναλιών για την “ιεροσυλία στην Αγιά Σοφιά”. Μάλιστα. Μα η Μεγάλη Εκκλησία παραπέμπει στο Βυζάντιο, στην αυτοκρατορίας της Νέας Ρώμης – Κωνσταντινουπόλεως. Άρα, εφ’ όσον κλαίνε με μαύρο δάκρυ, παραδέχονται ότι είμαστε απόγονοι των Βυζαντινών, δικά μας ήταν για χρόνους και καιρούς τα κλέη των βυζαντινών. Δεν γίναμε κράτος και μετά έθνος, το Εικοσιένα, όπως διατείνεται η νεοταξική λέπρα των πανεπιστημίων. Οπότε… Για χίλια εκατό χρόνια ακούγονταν στον ναό ψαλμωδίες και ύμνοι προς την Σοφία του Θεού. Γιατί; Διότι είχε αυτοκράτορες πιστούς, Χριστιανούς Ορθοδόξους, που καμάρωναν για την πίστη τους. Γι’ αυτό επέζησε για τόσους αιώνες, θαύμα πραγματικό, η αυτοκρατορία. ” Σταυρός νικά”, διαλαλούσαν στις μάχες και συνέτριβαν στα στίφη των ασεβών. Στην μόνη σωζομένη υπογραφή του τελευταίου, μαρτυρικού αυτοκράτορα, Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, διαβάζουμε: “Κωνσταντίνος, εν Χριστώ τω Θεώ, πιστός βασιλεύς και αυτοκράτωρ των Ρωμαίων, ο Παλαιολόγος”. Έτσι υπέγραφαν όλοι οι αυτοκράτορες. Πρώτα ομολογία πίστεως στον Χριστό και κατόπιν το περίοπτο αξίωμα. Γράφει ο Κόντογλου: ”Απάνω στο Βυζάντιο ήταν γραμμένος ο λόγος του Παύλου: ο καυχώμενος, εν Κυρίω καυχάσθω. Όλες οι καρδιές, από τον βασιλιά ως τον πιο φτωχό καντηλανάφτη ή βαρκάρη ή στρατιώτη ή ξωχάρη, αυτά τα λόγια είχανε μέσα. Η προσευχή ήτανε η ζωή τους…. Ο Νικηφόρος Φωκάς έκανε κάθε μέρα την προσευχή του και στον πόλεμο φορούσε από μέσα, κάτω από τον θώρακά του, ένα παλιόρασο του θείου του Γεωργίου του εν Μαλεώ, που είχε αγιάσει, για να τον φυλάγει. Ο Αλέξιος Κομνηνός, όποτε ήταν να πάγει σε καμμιά εκστρατεία έβαζε τα πολεμικά του σχέδια κάτω από την αγία τράπεζα της Αγιά- Σοφιάς και όλη την νύχτα προσευχότανε γονατιστός απάνω στα σκαλοπάτια του ιερού και το πρωί έπαιρνε το σχέδιο που έβγαινε κάτω από το σκέπασμα της αγίας τράπεζας, γιατί πίστευε πως του το έδινε ο αρχάγγελος Μιχαήλ. Ο Ιωάννης Τσιμισκής γονάτιζε σαν παιδί μπροστά στην αγία τράπεζα της Αγιά-Σοφιάς, παρακαλώντας με δάκρυα να του δώσει ο Θεός έναν φύλακα άγγελο, που να τον φωτίζει κατά τον πόλεμο. Όσο σφίγγεται το Βυζάντιο από τους βαρβάρους, κι όσο η ψυχή υποφέρνει και πονά, τόσο γυρίζει τα μάτια κατά τον ουρανό. Ο βασιλιάς Θεόδωρος Δούκας ο Λάσκαρις, συνέθεσε τον Μέγα Παρακλητικό Κανόνα στην Παναγία, που είναι γεμάτος από συντριβή, ταπείνωση και πίστη. Ο Λέων ο Σοφός εποίησε τα εξαίσια Εωθινά, που ψάλλονται στον Όρθρο κάθε Κυριακή και ο γιος του Κωνσταντίνος εφιλοτέχνησε τα Εξαποστειλάρια”. (“Μυστικά άνθη”, σελ.97-98, εκδ.”ΑΣΤΗΡ”). Ο Ιουστινιανός έγραψε τον θεολογικότατο ύμνο “ο μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού”. Ενώ είχε ιδρύσει 67 μοναστήρια μόνο μες στην Πόλη, γιατί ορθόδοξος σημαίνει φιλομόναχος και φιλακόλουθος. Έχουμε αυτοκράτορες αγίους και πάνω από 10 αυτοκρατόρισσες, αυγούστες, που κοσμούν το Συναξάρι της Εκκλησίας. Στην Αγιά Σοφιά πήγαιναν για προσευχή όταν κινδύνευε η αυτοκρατορία και όχι στην Μέρκελ ή στην διεθνή κοινότητα οι κυβερνήτες των Ελλήνων της Ρωμανίας. (Και η παρακμή ξεκίνησε όταν άρχισαν οι συμμορίες του Πάπα να λεηλατούν και να καταστρέφουν… σταυροφορικώς. Μετά το 1204, πάλεψε η αυτοκρατορία μας, αλλά την έπνιξαν οι αντίχριστοι από Δύση και Ανατολή). Στην νεότερη ιστορία μας να μνημονεύσουμε τον Καποδίστρια, που τον δολοφόνησαν έξω από τον ναό του αγίου Σπυρίδωνος στο Ναύπλιο, ώρα 6:35 π.μ. Διάβαζε τον Εξάψαλμο ο κυβερνήτης, εκκλησιαζόταν συνεχώς, αληθής Ορθόδοξος Έλληνας. “Ο μόνος αντίπαλος που δύσκολα ηττάται είναι ο απόλυτα έντιμος άνθρωπος και τέτοιος είναι ο Καποδίστριας ” έλεγε ο Μέτερνιχ. Το 1811- ως ακόλουθος της ρωσικής πρεσβείας – ολόκληρη η αυστριακή αστυνομία τον παρακολουθεί μήπως ανακαλύψουν σκάνδαλα. Εις μάτην, γιατί ενώ οι άλλοι διπλωμάτες έτρεχαν σε διασκεδάσεις και χαμαιτυπεία, ο Καποδίστριας πήγαινε σε ορθόδοξους ναούς να προσευχηθεί. Γι’ αυτό τον σκότωσαν….Ο Καποδίστριας ήταν “βυζαντινός”, ταίριαζε απόλυτα στην απαρίθμηση του Κόντογλου με τους πιστούς αυτοκράτορες. Μετά από αυτόν ήρθε η ζοφώδης ξενοκρατία, κομματοκρατία και υποτέλεια που συνεχίζεται και έχει ενταθεί στις μέρες μας. Και ας το γνωρίζουμε αυτό: “Θεού πρόσωπο” το κράτος μας δεν θα δει, αν δεν αποκτήσει κυβερνήτες πιστούς εν Χριστώ τω Θεώ. Η Πατρίδα θα λάμψει, όταν ακούσουμε πρωθυπουργό της Ελλάδος, να ζητά ένα -και συγγνώμη για την φράση- ένα άγιο…ρουσφέτι. Ποιο; “Ταις πρεσβείες της Θεοτόκου, Σώτερ σώσον ημάς” και την Πατρίδα μας. Πατήρ Ευάγγελος Παπανικολάου»