Ὁ Ῥουσσῶ ὑπῆρξε ὁ πρῶτος λαϊκὸς χριστιανὸς αἱρετικὸς ποὺ ἐγνώρισε κατόπιν ἀποκαλύψεως ὅτι πρόοδος δὲν ὑπάρχει, τὴν ἐποχὴ τοῦ γαλλικοῦ Διαφωτισμοῦ τοῦ ΙΗ΄ αἰῶνος ποὺ εἶχε ἐξαγγείλει μὲ θρησκευτικὴ πίστι τὴν ἰδέα τῆς προόδου τῆς Ἀνθρωπότητος μέσῳ τῆς τεχνολογίας, Προερχόμενος ἀπὸ τὴν ὁμάδα τῶν φιλοσόφων διαφωτιστῶν τῶν ἐγκυκλοπαιδιστῶν τῶν Ντιντερό, Βολταῖρο καὶ Ντ’Ἀλαμπέρ, αἰφνιδίως κατεκεραυνώθη ἀπὸ θεϊκὴ ἀποκάλυψι καὶ ἀνέκραξε: Ὄχι, λάθος μας, ἡμῶν τῶν διαφωτιστῶν, πρόοδος δὲν ὑπάρχει, εἶναι ψεῦδος. Ἡ πρόοδος τῆς τεχνολογίας καὶ τῶν ἐπιστημῶν δὲν ἔφερε οὐδεμίαν πρόοδον. Ἀντιθέτως κατέστρεψε τὴν Ἀνθρωπότητα. Δηλαδὴ τὸ χριστιανικὸ ἔνστικτο τοῦ Ῥουσσῶ, τοῦ μεγαλυτέρου φιλοσόφου μετὰ τὸν Πλάτωνα καὶ πρὸ τοῦ Μάρξ, τὸν ἐβοήθησε νὰ καταλάβῃ ὅτι ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς ἐκδιώξεως τοῦ Ἀδὰμ καὶ τῆς Εὔας ἀπὸ τὸν Παράδεισο καὶ τῆς πτώσεως τοῦ πρώτου τῶν ἀγγέλων τοῦ φωτός, τοῦ Ἑωσφόρου, λόγῳ ζηλοτυπίας, ἐπὶ τῆς γῆς, γινόμενος βασιλεὺς τῆς Ἀνθρωπότητος, κάθεν ἡμέρα ποὺ περνᾷ ἡ Γῆ βυθίζεται ἔτι περισσότερον στὴν κινουμένη ἄμμο τῆς ἐμπνεομένης ἀπὸ τὸν Ἑωσφόρο, τεχνολογίας. Ἀμέσως μετὰ τὴν Πτῶσιν, τὰ πρῶτα τέκνα τῶν πρωτοπλάστων ἐλογομάχησαν καὶ ἠττήθη ὁ προστάτης τῶν ζώων ἐπὶ τῆς γῆς ὁ νομὰς βοσκὸς Ἄβελ ποὺ ἐθυσίαζε στὸν Θεὸ ἐρίφιο χωρὶς νὰ τὸ τρώγῃ ἀπὸ τὸν ἀδελφό του γεωργὸ καὶ σφαγέα ζώων Κάϊν ποὺ ὡς ἀδελφοκτόνος τὸν ἐφόνευσε. Τότε ὁ Θεὸς ἐτιμώρησε τὸν Κάϊν μετατρέποντάς τον σὲ μετανάστη καὶ μαζὶ μὲ τὸν υἱό του τὸν Ἐνὼχ ἵδρυσαν τὴν πρώτη πόλι. Δηλαδὴ ὁ Ἑωσφόρος ὡς βασιλεὺς τῆς Γῆς, ἐπέρασε τὴν Ἀνθρωπότητα ἀπὸ τὰ τρία κύρια κατηφορικὰ στάδια τῆς ἀνθρωπίνης πτώσεως: ἀπὸ βοσκός, σὲ γεωργὸ καὶ κατόπιν σὲ ἀστό. Στὸ σημερινὸ στάδιο τῆς ἀστικῆς καπιταλιστικῆς κοινωνίας, ὁ ἀστὸς ἀναπωλεῖ μὲ νοσταλγία τὴν ἐποχὴ ποὺ διεβίωνε στὸ χωριό, καὶ ὁ Ῥουσσὼ στὸ πόνημά του σχετικὸ μὲ τὴν προέλευσι τῆς ἀνισότητος μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, ἀναπολεῖ μὲ νοσταλγία τὴν ἐποχὴ πρὸ τῆς περιφράξεως χωραφιῶν ἀπὸ τὸν ἀγρότη, ὅταν ἡ γῆ ὡς βοσκοτόπια ἐπέτρεπε στοὺ νομᾶδες νὰ βοσκοῦν χωρὶς φραγμοὺς τὰ κοπάδια τους. Ἡ ἀνυπόφορος αὐτὴ νοσταλγία τοῦ παραδείσου ἀπὸ τὸν σημερινὸ ἀστὸ ἔφερε τὸν Χίτλερ νὰ κατηγορῇ τοὺς ἑβραίους ἐμπόρους καὶ τραπεζῖτες γιὰ τὸ ἔγκλημα τῆς ἀστικοποιήσεως καὶ περιεφέρετο στὰ χωράφια μὲ τὴν Εὔα ντυμένοι καὶ οἱ δύο άγρότες, μὲ τὴν ἐνθουσιώδη ὑποστήριξι τοῦ Ἑωσφόρου. Ὁ Ἀρμαγεδδὼν δὲν σημαίνει τὸ τέλος τοῦ κόσμου. Τὸ 666, δηλαδὴ ὁ Ἑωσφόρος δὲν εἶναι νεοφερμένο. Ὑπάρχει ἡ σταθερά, ἀπὸ τὴν ἡμέρα τῆς Πτώσεως τῶν Πρωτοπλάστων. Τὸ χάραγμα τοῦ Ἀντιχρίστου δὲν ἔχει ξεκινήσει σήμερα. Ὑπάρχει στὸ πετσί μας ἀπὸ καταβολῆς κόσμου. Ἁπλῶς κάθεν ἡμέρα τὸ αἰσθανόμεθα ὅλο καὶ πιὸ ἐπώδυνο. Ἡ πτώσις θὰ συνεχισθῇ μέχρι τὴν Δευτέρα Παρουσία. Ἐμεῖς τὶ πρέπει νὰ κάνουμε; Νὰ ἔχουμε πίστι στὸν Χριστό, νὰ προσευχόμεθα μὲ οἰκογένεια καὶ παραδοσιακὲς ἀξίες, περιμένοντας τὴν ἐπιστροφή του. Εἶναι ὅμως ἀδύνατον νὰ σταματήσωμε τὴν κατρακύλα, δηλαδὴ αὐτὸ ποὺ ὀνομάζομε Ἀρμαγεδδῶνα.