Ἕνας δημιουργικὸς ἐκδοτικὸς οἶκος, Ἔξοδος (Τὸ Ἔνζυμο) μοῦ προὔτεινε νὰ δημοσιεύσουμε ἕνα βιβλίο ἐπάνω στὸ θεμελιῶδες αὐτὸ θέμα. Τὸ ἐδέχθην καὶ ἐβάλθην νὰ τὸ πραγματοποιήσωμε ἐπὶ τῇ βάσει τῶν σχέσεων Ῥουσσῶ καὶ Βολταίρου. «Ἄν δὲν ἤμουν Ἀλέξανδρος θὰ ἤθελα νὰ ἤμουν Διογένης» εἶπε κατὰ τὴν παράδοσιν ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος ἀντικρύζοντας τὸν κουρελῆ Διογένη μέσα στὸ πιθάρι του». Ἡ ζηλοτυπία αὐτὴ τῆς ἐξουσίας ἔναντι τῆς δημιουργικότητος διαπερνᾷ ὅλη τὴν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος ἀπὸ τὴν πτῶσιν τοῦ Ἀδάμ, στὶς σχέσεις Ἑωσφόρου, βασιλέως τῆς γῆς καὶ τοῦ Θεοῦ βασιλέως τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῶν πάντων. Τὸ κατεστημένο ἔχει ἐξουσία ἀλλὰ τὸ μόνο ποὺ γνωρίζει εἶναι νὰ ἀντιγράφῃ καὶ γιὰ νὰ δημιουργήσῃ ὁ Ἀλέξανδρος ἐχρειάσθη τὸν Ἀριστοτέλη διαφορετικὰ θὰ ἀντέγραφε ὅπως ὁ βασιλεὺς τῶν βασιλέων ὁ Πέρσης βασιλεύς. Ἀντιγραφὴ καὶ ἐπανάληψις, ἔναντι ἀμεσότητος καὶ δημιουργικότητος λοιπόν. Φαρισαῖος καὶ Χριστός. Ἐπίσκοπος καὶ Μοναχὸς. Ὁ Ῥουσσῶ εἶχε βαθιὰ θρησκευτικὴ πίστι. Στὸν διανοούμενο τοῦ φιλελευθέρου ἀστισμοῦ τὸν Βολταῖρο, ἔγραφε σὲ ἐπιστολή του, στὶς 18 Αὐγούστου 1756: «Χορτασμένος ἀπὸ δόξα καὶ μὴ ἐπιρρεπὴς στὶς κενόδοξες μεγαλοστομίες ζεῖτε ἐλεύθερος ἐν μέσῳ τῆς ἀφθονίας… καὶ ὅμως βλέπετε μόνον τὸ κακὸ ἐπὶ τῆς γῆς. Κι ἐγώ, ἀφανής, πτωχὸς καὶ βασανισμένος… εὑρίσκω ὅτι τὰ πάντα εἶναι καλά. Ἀπὸ ποῦ προέρχονται αὐτὲς οἱ φαινομενικὲς ἀντιφάσεις; Τὸ ἐξηγήσατε ὁ ἴδιος: ἐσεῖς ἀπολαμβάνετε τὶς ὑλικὲς ἡδονές, ἐγὼ ἐλπίζω καὶ ἡ ἐλπὶς ὡραιοποιεῖ τὰ πάντα…Ὄχι, ἀρκετὰ ὑπέφερα σὲ τούτην τὴν ζωὴ γιὰ νὰ μὴν προσμένω μίαν ἄλλην. Ὅλες οἱ ἐπιδεξιότητες τῆς μεταφυσικῆς δὲν θὰ μὲ κάνουν νὰ ἀμφιβάλλω ἔστω καὶ μίαν στιγμὴν γιὰ τὴν ἀθανασία τῆς ψυχῆς καὶ γιὰ τὴν εὐεργετικὴν ἐπέμβασιν τῆς Θείας Προνοίας. Τὴν διαισθάνομαι, τὴν πιστεύω, τὴν προσμένω, τὴν ἐλπίζω καὶ θὰ τὴν ὑποστηρίξω μέχρι καὶ τὴν τελευταία μου πνοή». Εἰς ἀντίθεσιν πρὸς τὸν κοσμοπολίτην Βολταῖρο, ὁ Ζάν-Ζὰκ Ῥουσσῶ ὑπερήσπιζε τὸν ἰσότιμον ἐθνικισμόν: «Ἐὰν κάνετε ἔτσι ὥστε ὁ Πολωνὸς νὰ μὴν δυνηθῇ ποτὲ νὰ γίνῃ Ῥῶσσος τότε σᾶς ἀπαντῶ ὅτι ἡ Ῥωσσία δὲν θὰ ἠμπορέσῃ νὰ ὑποδουλώσῃ τὴν Πολωνία». Γιὰ νὰ ἀποφευχθῇ ἡ ἀφομοίωσις ἀπὸ τὸ μεγάλο ἔθνος πρέπει τὸ μικρὸ ἔθνος νὰ διατηρήσῃ τὶς ἰδιαιτερότητές του: «Ἰδοὺ τὸ μοναδικὸ προφυλακτικὸ τεῖχος πάντα ἔτοιμο νὰ τὴν προφυλάξῃ καὶ τὸ ὁποῖο οὐδεὶς στρατὸς δύναται νὰ ὑπερπηδήσῃ». Συνεπῶς ἡ μικροαστικὴ θέσις τοῦ Γενευέζου περιεῖχε ὅ,τι δὲν ἠδύνατο νὰ ἀντέξῃ ὁ δυτικὸς μεγαλοκαπιταλισμὸς καὶ γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ὁ Βολταῖρος δὲν ἐσταμάτη νὰ ὑβρίζῃ τὸν Ῥουσσῶ, ἀποκαλῶντας τον «πίθηκο τοῦ Διογένους».