Λέγεται πὼς ἡ Ῥωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία ἐξεβαρβάρισε τὸν ἑλληνισμό. Καὶ ὅτι ἡ ῥωμαϊκὴ τέχνη ἦταν μία κακέκτυπη ἀντιγραφὴ τῆς ἑλληνικῆς τέχνης. Αὐτὸ ἐπανέλαβαν στὴν Ἀναγέννησι οἱ Φράγκοι ὅταν ἀνεκάλυψαν τὸν ἑλληνισμό. Ἀλλὰ ἡ Ῥώμη ἦταν ἡ τρίτη μεγάλη ἑλληνικὴ πόλι μετὰ τὴν Ἀθήνα καὶ τὴν Σπάρτη ἡ ὁποία καὶ κατέκτησε τὶς δύο ἄλλες. Ὅταν ἔγινε χριστιανικὴ ἡ Ῥώμη ἐσυνέχισε τὸ ἔργο της ὡς Βυζάντιο καὶ Ὀθωμανία πάντα βασισμένη στὴν ἔννοια τοῦ ἑλληνισμοῦ. Τὸ ἐκπολιτιστικὸ ἔργο τῆς Ῥώμης ὑπῆρξε ἐπὶ δύο χιλιάδες χρόνια πολὺ σημαντικὸ χάρις στὴν συνεχῆ παρουσίασι μέσα στὶς ῥωμαϊκὲς δομὲς τοῦ ἑλληνισμοῦ. Λέγεται πὼς ἡ Ἀμερικανικὴ Αὐτοκρατορία δύναται νὰ συγκριθῇ μὲ τὴν ἄνοδο, τὸ μεσουράνημα καὶ τὴν παρακμὴ τῆς ἀρχαίας Ῥώμης. Μερικοὶ ὅμως ἱστορικοὶ παρετήρησαν ὅτι τὸ μοναδικὸ χαρακτηριστικό της εἶναι ὅτι ἐγεννήθη, ἐμεσουράνησε καὶ τώρα παρακμάζει περνῶντας ἀπὸ τὴν βαρβαρότητα στὸν ῥομποτισμὸ τῆς τεχνολογίας χωρὶς ποτὲ νὰ παράξῃ πολιτισμό, παρὰ τὴν προσπάθεια ἀντιγραφῆς τοῦ ἑλληνισμοῦ. Ἡ ἀμερικανικὴ κοινωνία δὲν κατέκτησε ἀδελφὰ κράτη, ὁπως συνέβη μὲ τὴν Ῥώμη ποὺ κατέκτησε τὴν Ἀθήνα καὶ τὴν Σπάρτη. Ἕνας κόσμος εὐρωπαίων μεταναστῶν ἔσφαξε χωρὶς νὰ ἐπωφεληθῇ ἀπὸ τὸν πολιτισμό τους τοὺς Ἀμερινδιάνους ὡς καουμπόηδες ἀπολύτου βίας καὶ σήμερα μέσῳ τῆς ἀφρικανικῆς τέχνης τῶν πρώην ἀφρικανῶν δούλων τους προσέθεσαν τὴν ἀφρικανικὴ μουσικὴ καὶ γλυπτικὴ βία στὴν καουμπόϊκη βία τοῦ ἀγρίας Δύσεως ἑνὸς κόσμου κοινωνικῶν εὐρωπαϊκῶν ἀποβλήτων καὶ θρησκευτικῶν πουριτανικῶν φανατικῶν. Μὴ δυναμένοι νἀ παράξουν πολιτισμὸ ἀνέπτυξαν στὸ ἔπακρο τὴν τεχνολογία (ἐξ οὗ καὶ ἡ ἀπελπισμένη ἀντίδρασις κατὰ τῆς τεχνολογίας τοῦ Παμβομβιστοῦ) ποὺ ἀπεκτήνωσε τὴν ἀμερικανικὴ κοινωνία μἐ ἄκρατη συνεχῆ βία ἀντικαθιστῶντας τὸν ἑλληνικὸ ἀνθρωπισμὸ μὲ τεχνητὰ ἀνθρώπινα δικαιώματα, νομικιστικὸ λεξιλόγιο, πολιτικῆς ὀρθότητος καὶ ῥομποτικὴ κοινωνικὴ συμπεριφορά. Relax, calm down, ἔγιναν τὸ ἀγαπημένο λεξιλόγιό τους μετὰ τὴν συστηματικὴ ἀποκτήνωσί τους τῆς Παρασκευῆς τὸ βράδυ, περνῶντας ἀπὸ τῆς μπύρας τὸ μεθύσι στὴν ἀπάθεια τοῦ καπνίσματος τῆς κανάβεως. Ὁ ἰρλανδὸς θεατρικὸς συγγραφεὺς Σαμουὴλ Μπέκετ, Νομπὲλ λογοτεχνίας, ἀνεπαρίστανε τὴν ἀμερικανικὴ αὐτὴ κοινωνία στὸ θεατρικὸ του ἔργο ἐπωνομαζόμενο, Τέλος Παιχνιδιοῦ (Fin de Partie στὰ γαλλικά, Endgame στὰ ἀγγλικά). Ἄν καὶ πρόκειται γιὰ θέατρο τοῦ παραλόγου γιὰ τὸ ὁποῖο ὁ καθεὶς ἑρμηνεύει κατὰ τὸ δοκοῦν, ὁ Μπέκετ παρουσιάζει στὴν σκηνὴ ἕναν πατέρα καὶ μία μητέρα χωρὶς πόδια ποὺ ζοῦν ὁ καθένας σὲ ἕνα σκουπιδοντενεκὲ καὶ ἕναν υἱὸ τυφλὸ ποὺ ἀδυνατεῖ νὰ σταθῇ στὰ πόδια του ὁ ὁποῖος χρησιμοποιεῖ ὡς ὑπηρέτη κάποιον μὲ παιδιάστικη συμπεριφορὰ ποὺ ἀδυνατεῖ νὰ κάτσῃ. Ὁ ἕνας ζῶν σκουπιδοντενεκὲς παίρνει ἐρεθιστικὰ χάπια καὶ ὁ δεύτερος ἡρεμιστικά. Τοιουτοτρόπως ἡ ἀμερικανικὴ κοινωνία ἀποσυντιθεμένη καὶ διαμελισμένη περνᾷ διαδοχικὰ ἀπὸ τὴν ἀκραία βία ποὺ τῆς προκαλοῦν τὰ ἐρεθιστικὰ τῶν ὅπλων στὴν ἀκραία παθητικότητα ποὺ τῆς προκαλεῖ ἡ κάναβις κατόπιν πυροβολισμοῦ του τοῦ ἀστυνόμου μὲ τὸ τέϊζερ (taser gun) Ὁ καουμπόης τοῦ ΙΘ΄αἰῶνος τῶν Western saloons καταλήγει σήμερα στὴν ἀνικανότητα τῆς σεξουαλικῆς πράξεως μὲ ῥομπὸτ ποὺ κατασκευάζονται ὡς γυναῖκες γιὰ σεξουαλικὴ συνεύρεσι. Ὁ πρόεδρος Τράμβιος νυμφευμένος μὲ πολιτισμένη Σλαῦα καὶ ἑβραϊκὸ ἐπιχειρηματικὸ δαιμόνιο προσπαθεῖ ἀνεπιτυχῶς ἴσως νὰ ἀντικρούση τὴν καουμπόϊκη βαρβαρβαρότητα τοῦ ἀμερικανικοῦ βαθέως κράτους. Ἴσως ἀνεπιτυχῶς ἐνώπιον τῆς συνεχοῦς συμμαχίας τοῦ πολιτισμένου κινεζικοῦ πλανήτου μὲ τὶς πολιτισμικὲς ἑνότητες τῆς Ῥωσσίας καὶ τοῦ Ἰράν. Τελικὰ ὁ ἑλληνισμὸς θὰ δυνηθῇ νὰ σώσῃ τὴν καταρρέουσα Ἀμερικὴ ἤ θὰ ὑποχρεωθῇ καὶ αὐτὸς νὰ εὐθυγραμμισθῆ μὲ τὴν συμμαχία τῆς Ὁδοῦ τῆς Μετάξης;