446- Ἡ λέξις «ἁρχαῖος» πρέπει νὰ ἐξαφανισθῇ γιὰ νὰ ὁρισθῇ ὡς αἰώνιος ὁ ἑλληνισμός

Στὴν γαλλικὴ Βικιπαιδεία, οἱαδήποτε ἀναπαργμένη ἑλληνικὴ λέξις, ὅπως, φερ’εἰπεῖν, «ὁ ἄνθρωπος», ἀκολουθεῖται μὲ τὴν μνεία ὅτι ἡ λέξις αὐτὴ γράφεται «στὰ ἀρχαῖα ἑλληνικά» καὶ πολυτονικά. Ἀμφισβητεῖται μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ἡ αἰωνιότης τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης καὶ τοῦ ἑλληνισμοῦ βάσει τῆς ἰδικῆς μας παραδοχῆς ὅτι ὑπάρχουν ἀρχαῖα καὶ νέα ἑλληνικά. Στὴν πραγματικότητα μία εἶναι ἡ ζωντανὴ ἑλληνικὴ γλῶσσα ἀπὸ τὸν Ὅμηρο στὸν Ἐλύτη μὲ διαβαθμίσεις ἀπὸ τῶν πλέον συντηρητικῶν ἑλληνικῶν εἰς ὀλιγωτέρων συντηρητικῶν στὴν γραμματική, τὴν σύνταξι καὶ τὶς ἐκφράσεις, ἀλλὰ μὲ τὸ ἴδιο λεξιλόγιο, καὶ μὲ τὸ συμπαντικὸ γεωπολιτικὸ εὖρος ποὺ ὡλοκληρώθη στὴν ἀλεξανδρινὴ ἐποχή. Ἕνα μελλοντικὸ ἐπαναστατικὸ καθεστὼς πρέπει νὰ θέσῃ ὡς πρωταρχικό του στόχο νὰ ἐξαλείψῃ κάθε διαχρονικὸ διαχωρισμὸ στὴν ἔννοια τοῦ ἑλληνισμοῦ καὶ τὴς γλώσσης του μὲ τὰ παρακάτω μέτρα. α) Ἀντικατάστασις τῆς ἀρχαιολογικῆς ὑπηρεσίας μὲ δημόσια ὑπηρεσία βοηθείας ἀποκαταστάσεως τῆς ἑνότητος τοῦ ἑλληνισμοῦ. Ἡ ἔννοια τῶν ἀρχαιοτήτων καὶ τῆς περιφράξεώς των μὲ ἕναν ἀστυνομικὸ ὀργανισμὸ πραιτωριανῶν ἀρχαιοφυλάκων (συνήθως γυναικῶν κάπων, τῶν ναζιστικῶν στρατοπέδων συγκεντρώσεως) ποὺ ἀπομονώνουν τὸν ζῶντα Ἕλληνα ἀπὸ τοὺς παπποῦδες των, στὰ στρατόπεδα θανάτου τῶν χωριῶν, ἀφαιρῶντας ἀπὸ τοὺς τελευταίους, ὡς θανῶντες παπποῦδες, τὸ δικαίωμα τῆς συγκατοικήσεως μὲ τὰ ἐγγόνια τους, εἶναι εὕρημα τῶν δυτικῶν βαρβάρων σταυροφόρων μισθοφόρων, αὐτοαποκαλουμένων φιλελλήνων, ποὺ ὡς ὀρφανὰ πολιτισμοῦ, ἐπιχειροῦν νὰ ἰδιοποιηθοῦν τοὺς παπποῦδες τῶν πολιτισμένων Ἑλλήνων. β) Ὁ συρμὸς τῆς φυλάξεως τῶν κτιριακῶν ἐρειπίων τοῦ ἑλληνισμοῦ ἐνεφανίσθη στὴν Ἀναγέννησι, στὴν Δύσι καὶ ἐπεξετάθη στὴν πηθικίζουσα δυτικοποιημένη ἑλληνικὴ Ἀνατολή μὲ τὴν ἵδρυσι τῶν ἀρχαιολογικῶν ὑπηρεσιῶν τοῦ Δημοσίου ποὺ ἀφήρεσαν ἀπὸ τοὺς ἕλληνες ἀγρότες τὸν ἔλεγχο τῆς γῆς των καὶ τοῦ βίου των ὡς ἀρχαιολογικὸς χῶρος, ἐφ’ὅσον, ἐξ’ ὁρισμοῦ ἡ ὁλότης τοῦ ἑλληνικοῦ ἐδάφος ὑπῆρξε τόπος διαβιώσεως τῶν παππούδων των. Μέχρι τότε, ὄχι μόνον οἱ Ἕλληνες συγκατοικοῦσαν μὲ τοὺς προγόνους των, κτίζοντας ἐπὶ τῶν ἐρειπίων τῶν προηγουμένων κτισμάτων, ὅταν τὰ ἔκριναν ὡς μὴ κατοικήσιμα πλέον, χρησιμοποιῶντας μάλιστα ὡς οἰκοδομηκὸ ὑλικὸ καὶ τὶς πέτρες τῶν παλαιῶν κτιρίων, ἤ τὰ προσήρμοζαν στὶς ἀνάγκες τους ὅταν αὐτὰ ἦσαν ἀκόμα χρησιμοποιήσιμα, ὅπως φερ’εἰπεῖν ὁ Παρθενὼν τῶν Ἀθηνῶν ποὺ ἐχρησιμοποιήθη ὡς χριστιανικὴ ἐκκλησία καὶ ἀργότερα ὡς μπεκτασικὸ μοναστήρι, μέχρι πού, στὸν ΙΖ΄αἰῶνα, οἱ Βάρβαροι Φράγκοι τὸν ἐβομβάρδισαν καὶ στὸν ΙΘ΄αἰῶνα κατέκλεψαν τὰ ἐρείπια ποὺ εἶχαν οἱ ἴδιοι προκαλέσει. γ) Ἡ δημοσία ὑπηρεσία ποὺ θὰ ἀντικαταστήσῃ τὴν παροῦσα Ἀρχαιολογία, θὰ ἐποπτεύῃ τὴν ὕπαιθρο ὥστε τὰ ἀνασυρόμενα ἀπὸ τὴν γῆ περιουσιακὰ στοιχεῖα τῶν παππούδων μας νὰ παραμείνουν στὴν ἰδιοκτησία τῶν ἀγροτῶν, ἐν μέσῳ τῶν σημερινῶν κτισμάτων τους, ὥστε νὰ ἀποτραποῦν οἱ ληστεῖες ἀπὸ τοὺς ἔξωθεν βαρβάρους. Ἡ νέα αὐτὴ ὑπηρεσία θὰ παραχωρεῖ δωρεὰν τεχνικὴ βοήθεια, ἀλλὰ καὶ χαμηλότατα δάνεια ὥστε οἱ ἀγρότες νὰ προσαρμόζουν ἁρμονικὰ τὰ σημερινά τους κτίσματα μὲ τὰ παραδοσιακὰ τῶν ἀπὸ αἰώνων παππούδων των.