Σὲ σημερινή του συνέντευξι στὸν διευθυντὴ τῆς «Καθημερινῆς» Ἀλέξη Παπαχελᾶ, ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἀλβανίας Ἀναστάσιος ἐξήγησε στὸν ἑλληνικὸ λαὸ πῶς νὰ ἀντισταθῇ στὴν παρακμή.
Ὅπως γνωρίζουμε, ὁ γραικυλισμὸς τοῦ Ἕλληνος ἐπισημαίνεται, ἀρχίζοντας ἀπὸ τὸν πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας, μέσῳ τοῦ πρωθυπουργοῦ, τῶν ὑπουργῶν, τῶν βουλευτῶν, τῶν περιφερειαρχῶν, τῶν δημάρχων, τῶν δημοσίων ὑπαλλήλων, μέχρι καὶ τὸν τελευταῖο πολίτη, συνταξιοῦχο, ἐργαζόμενο, ἀγρότη καὶ ἄνεργο, στὸ φαινόμενο τοῦ «πάντα φταίει ὁ διπλανός, ποτὲ ἐγώ» καὶ στὸ ὅτι, ὡς τυπικὸς «θατζῆς» τοῦ θά, θά,θά… ἡ λύση εὑρίσκεται στὸ ὅτι «θά» πρέπει νὰ γίνῃ αὐτὸ καὶ ἐκεῖνο, πάντα ἀπὸ τὸν ἄλλο, ποτὲ ἀπὸ τὸν ἑαυτό του, ποὺ ἐκτὸς τοῦ διπλανοῦ, φταίει ἡ Τουρκία, ἡ Ἀλβανία, τὰ Σκόπια, τὸ Ἰσραήλ, οἱ ἑβραῖοι, οἱ σιωνιστές, οἱ μασόνοι, οἱ κομμουνιστές, οἱ φασίστες, οἱ καπιταλιστές, ὁ Σόϋμπλε, ἡ Μέρκελ καὶ ποτὲ μὰ ποτὲ ἐγώ, ποὺ μὲ ἐκμεταλλεύονται οἱ πάντες.
Παρὰ ταῦτα, ὡς γραικύλοι ἀπονευρωμένοι, καθόμαστε ὑπομονετικὰ στὶς ἀτελείωτες οὐρὲς τῶν δημοσίων ὑπηρεσιῶν καὶ τῶν τραπεζῶν καὶ δεχόμεθα νὰ ψηφίζουμε σὰν πρόβατα πρὸς σφαγὴν καὶ ὑπὸ βροχὴν ἀπὸ φτυσίματα, νὰ ὑπακούομε στὸν νόμο, στὴν «ἀνεξάρτητη δικαιοσύνη», νὰ καταδικάζουμε τὴν βία «ἀπὸ ὅπου καὶ νὰ προέρχεται» ἀκολουθῶντας τὴν σοφία τοῦ «ὑπερμάχου τῆς καθημερινότητος» δημοσιογράφου Παπαδάκη, φθάνοντας στὸ σημεῖο νὰ ἀποδεχόμεθα στὴν οὐσία, λόγω παθητικότητος, τὴν ἀρπαγὴ τῶν κατοικιῶν μας, ἐκτὸς βεβαίως τῆς ἰδικῆς μας.
Ἀπέναντι στὴν ἀπίθανη αὐτὴ κατάπτωσι τοῦ μέσου Ἕλληνος γραικύλου, στέκεται ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἀναστάσιος ποὺ εἶχα τὴν χαρὰ νὰ γνωρίσω τὸ 1991, ὅταν ἦτο καθηγητὴς Πανεπιστημίου, εἰδικοῦ τοῦ Ἰσλάμ. Τὴν χρονιὰ ἐκείνη εἴχαμε ὀργανώσει στὴν Ἀθήνα, μὲ τὸν πατέρα Γεώργιο Μεταλληνό, τὸ πρῶτο ἐκ τῶν τεσσάρων συνεδρίων Ὀρθοδοξίας-Ἰσλάμ, μαζὶ μὲ τὴν ἰσλαμικὴ ἰρανικὴ κυβέρνησι τῆς Τεχεράνης καὶ μεταξὺ τῶν συνέδρων εἴχαμε καλέσει τὸν Ἀναστάσιο.
Διαβάζουμε λοιπὸν σήμερα στὴν «Καθημερινή»: «Ἀντίστασι στὴν παρακμὴ καὶ διαφθορά ποὺ εἶχε εἰσβάλει σὲ ὅλους τοὺς τομεῖς τῆς ζωῆς μας ζητεῖ ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἀλβανίας Ἀναστάσιος σημειώνοντας ὅτι ἡ οἰκονομικὴ κρίσις δὲν ἦλθε σὰν ἀλεξίπτωτο ἀπὸ τὸν οὐρανό. Εἶναι μία συνέπεια μιᾶς συμπεριφορᾶς, ἑνὸς τρόπου ζωῆς τοῦ λαοῦ μας».
Ὁ Ἀναστάσιος προσθέτει, μάλιστα, μὲ ἔμφασι ὅτι γιὰ τὴν κατάστασι ποὺ ἐδημιουργήθη στὴν χώρα ἔχουμε ὅλοι μας εὐθύνη. Διότι, ὅπως εξηγῇ, μὲ τὸν ἕναν τρόπο ἤ τὸν ἄλλο ἐκάναμε ὅλοι ζαβολιὲς καὶ ἐπήραμε μὲ τὸ δαχτυλάκι μας κάτι ἀπὸ τὸ μέλι. Εἶναι καιρὸς γιὰ σοβαρὴ αὐτοκριτικὴ καὶ μετάνοια ἀπό τὸν ἑλληνικὸ λαὸ διότι ἡ αἰτία τῆς κρίσεως εἴμεθα ἐμεῖς καὶ ὄχι οἱ ξένοι.
Ἀκόμη, ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἀναστάσιος ἀντιτίθεται στὶς φωνὲς περὶ μοντερνισμοῦ τῆς Ἐκκλησίας, λέγοντας χαρακτηριστικὰ ὅτι δὲν πρόκειται νὰ γίνῃ MKO. «Τὸ νερὸ δὲν χρειάζεται μοντερνισμό. Τὸ νερὸ ποὺ ἔπιναν ὁ Ὅμηρος καὶ οἱ ἄλλοι, τὸ πίνουμε κι ἐμεῖς σήμερα. Δὲν εἴμεθα πιὸ μοντέρνοι ἐπειδὴ θὰ πιοῦμε κόκα κόλα», σημειώνει. Τέλος, μιλῶντας γιὰ τὸν πόλεμο τοῦ Ἰσλὰμ στὴν Εὐρώπη, ζητεῖ ἀπὸ τὴν Δύση νὰ μελετήσῃ τὶς ἀδικίες ποὺ ἔχει κάνει καὶ νὰ παύσῃ νὰ ὑπονομεύῃ τὸν χριστιανισμό, διότι αὐτὸ δημιουργεῖ κενὸ πίστεως στὸ ὁποῖο εὐκολώτερα εἰσδύει τὸ Ἰσλάμ.
Ὁ Χάρρυ Κλύνν, ἤδη στὴν δεκαετία τοῦ 1980, μὲ τὶς καταπληκτικές του κασσέτες ἐν μέσῳ ἀνδρεϊκοῦ λαϊκισμοῦ καὶ αὐριανισμοῦ, μὲ τίτλους ὅπως «μαλακὰ πιὸ μαλακὰ»(1984) καὶ «ἔθνος ἀνάδελφον» (1985), εἶχε, 25 χρόνια πρωτοῦ σπάσει τὸ σπυρὶ τῆς διαφθρορᾶς τοῦ καθημερινοῦ λαϊκοῦ γραικύλου, καὶ χυθῇ τὸ πύον τοῦ χυδαίου ἕλληνος τῆς ἀρπαχτῆς ποὺ σήμερα κλαίγεται πὼς τὸν ἀδικοῦν ἐνῷ ἔπρεπε νὰ κείτεται δικαίως ὡς ζητιάνος στὰ πεζοδρόμια τῶν πόλεων καὶ νὰ ἱκετεύῃ γιὰ συγχώρησι, ὁ Χάρρυ Κλὺνν λοιπόν, πρὶν ἀπὸ τὸν ἀρχιεπίσκοπο Ἀναστάσιο καὶ πρὶν ἀπὸ ὅλους μας, εἶχε καταλάβει τὸ βάθος τῆς ἑλληνικῆς παρακμῆς.