τοῦ
Δημήτρη Κιτσίκη
Τακτικοῦ μέλους τῆς Καναδικῆς Ἀκαδημίας
Καθηγητοῦ Πανεπιστημίου τῆς Ὀττάβας
Ἐπιτίμου Προέδρου τοῦ “Ἱδρύματος Δημήτρη Κιτσίκη” ΝΠΔΔ
———————————————————————-
τρίτο μάτι τ.174 Ὀκτώβριος 2009 σσ. 56-62
α) Τὸ αὐτονόητο
Ἡ δυτικὴ ἱστοριογραφία μᾶς εἶχε συνηθίσει, τοὺς δύο τελευταίους αἰῶνες στὴν ἰδέα ὅτι ἡ
ἀραβικὴ παρουσία στὴν παγκόσμια ἱστορία, ἀπὸ τὸν Ζ΄(7ο) μέχρι τὸν ΙΕ΄ (15ο) αἰῶνα, ὑπῆρξε
θετικὴ ἐπειδὴ μετέφερε στὴν Εὐρασία καὶ τὴν Ἀφρική, καὶ εἰδικὰ στὴν Δυτικὴ Εὐρώπη τὸν
ἑλληνισμό. Ἡ παγκοσμιοποίηση τοῦ ἑλληνισμοῦ εἶχε ὁλοκληρωθῆ μὲ ἕναν ἄριστο
ἀγγελλιαφόρο: τὸν Ἄραβα.
Ἐὰν θεωρήσουμε ὅτι ἡ παγκόσμια ἱστορία, ἀπὸ τὰ βάθη τῆς προοϊστορίας μέχρι σήμερα
εἶναι οὐσιαστικὰ ἡ πορεία τοῦ ἑλληνισμοῦ ἀπὸ τὴν ἀρχικὴ μορφοποίησή του στὴν σημερινὴ
ἐπικράτησή του σὲ ὅλην τὴν ἔκταση τοῦ πλανήτου, στὴν διάρκεια τῆς ὁποίας συνέλαβαν ὅλοι οἱ
λαοὶ γιὰ νὰ κτίσουν καὶ νὰ ὁλοκληρώσουν αὐτὸ τὸ λαμπρὸ πλανητικὸ οἰκοδόμημα ποὺ
ὀνομάζομε ἑλληνισμός, τὰ 900 χρόνια τῆς ἀραβικῆς παρουσίας στὴν ἀνόρθωση αὐτοῦ τοῦ ναοῦ
τοῦ πολιτισμοῦ ὑπῆρξε καθοριστική.
Νὰ ἐπισημάνουμε ὅτι ἡ ἀραβικὴ ἐξάπλωση δὲν πραγματοποίηθηκε μόνον στὴν Μέση
Ἀνατολή, τὴν Ἀφρικὴ καὶ τὴν Ἱσπανία, ἀλλὰ ἔφθασε καὶ μέχρι τὴν δυτικὴ Κίνα ἀπὸ τὸ
Ἀφγανιστὰν καὶ ἀπὸ θαλάσσης, μέχρι τὴν νότιο Κίνα. Παντοῦ ὅπου ἐπάτησαν τὸ πόδι τους οἱ
Ἄραβες μετέφεραν τὴν ἑλληνικὴ σκέψη. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ συνεπληρώθη ὁ ἐξελληνισμὸς, ὄχι
μόνον τῶν πολιτισμῶν ἀλλὰ καὶ τῶν θρησκειῶν, οἱ ὁποῖες, οὕτως ἤ ἄλλως εἶναι ἄμεσα
συνδεδεμένες μὲ τοὺς πολιτισμούς, ὅπως τὸ εἶχε παρατηρήσει ὁ Ἴων Δραγούμης, ὅταν ἔγραφε ὅτι
ὁ ἑλληνισμὸς «τύλιξε ἀκόμα καὶ τὴν χριστιανικὴ θρησκεία στὰ δίχτυα του»(Ἴ. Δραγούμης, Ὁ
Ἑλληνισμὸς μου καὶ οἱ Ἕλληνες, σ.160). Προσέθετε δέ: «Ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι τὸ ἴδιο πρᾶγμα.
Ἄν ἔπαιρναν ἀπὸ μερικοὺς Ἕλληνες τὴν θρησκεία τους, θὰ γίνονταν ἤ ἄθεοι, ἤ μασόνοι, ἤ δῆθεν
φιλόσοφοι ἤ θὰ ἔπαιρναν ἄλλες ἀνόητες πόζες καὶ ἰδέες» (σ. 74).
Ὁ ἐξελληνισμὸς τοῦ Ἰσλὰμ χάρη στοὺς Ἄραβες ἠκολούθησε τὸν ἑξελληνισμὸ τοῦ
ζωροαστρισμοῦ, τοῦ βουδδισμοῦ καὶ τοῦ ἰουδαϊσμοῦ. Ὁ ἐξελληνισμένος χριστιανισμὸς ἐπεξετάθη
καὶ σὲ ὅλες τὶς χριστιανικὲς αἱρέσεις, ὄχι μόνον τοῦ ῥωμαιοκαθολικισμοῦ. Ὁ ἐξελληνισμένος
γερμανοαγγλοσαξωνικὸς προτεσταντισμὸς διέσχισε τὸν Ἀτλαντικὸ καὶ ἐξελλένησε τὴν
Ἀμερική. Ὅσο γιὰ τοὺς πολιτισμούς, ὅλοι ὡς πέτρες ἑνὸς οἰκοδομήματος, οἰκοδόμησαν μία
πυραμίδα, στὴν κορυφὴ τῆς ὁποίας διεμορφώθη ὁ ἑλληνισμός, ὡς σύνθεση ὅλων τῶν
προηγουμένων. Ἔτσι, οἱ Σουμέριοι, οἱ Βαβυλώνιοι, οἱ Αἰγύπτιοι καὶ οἱ ἄλλοι μεγάλοι πολιτισμοὶ
τῆς Ἀρχαιότητος συνέβαλαν στὴν ὁλοκλήρωση τῆς πυραμίδος ποὺ κατέληξε ἑλληνική καὶ
πλανητική. Ὅλοι οἱ λαοὶ τῆς γῆς συνέβαλαν στὸν ἐξελληνισμὸ τῆς οἰκουμένης, γι’ αὐτὸ καὶ ὁ
φυλετισμός, ἡ ξενοφοβία, τὸ ἐθνοκράτος, ἡ μοναδικὴ θρησκεία, εἶναι ἀνθελληνικὰ ἑλληνοκτόνα
στοιχεῖα. Ἐν συντομίᾳ, τὸ ἐθνοκράτος τῶν Ἀθηνῶν ἀνεδείχθη ὁ μεγαλύτερος ἐχθρὸς τοῦ
ἑλληνισμοῦ.
β) Τὸ σημερινὸ δυτικὸ πρόβλημα
Μετὰ τὴν ἧττα τοῦ σοσιαλιστικοῦ στρατοπέδου τὸ 1989, οἱ ΗΠΑ ἔμειναν χωρὶς
ἀνταγωνιστὴ στὴν διεθνῆ πολιτική, γεγονὸς πολὺ ἐπικίνδυνο γιὰ τὸ καπιταλιστικὸ σύστημα
ποὺ χρειάζεται γιὰ νὰ ἐπιβιώσῃ, συνεχῆ ἀνταγωνισμό, στὸ ἐσωτερικὸ τῶν ἐθνῶν, ὅπως καὶ
παγκοσμίως. Τὸ «τέλος τῆς Ἱστορίας» ἐσήμαινε καὶ τὸ τέλος τοῦ καπιταλισμοῦ.
Τὸ ἰσλὰμ, τὸ ἐγνώριζε κάλλιστα ἡ Δύση, μέσα ἀπὸ τὰ προηγμένα ἐρευνητικὰ της κέντρα,
σὲ ἀντίθεση μὲ τὸ ἑλληνικὸ κρατίδιο ποὺ σὲ αὐτὸν τὸν τομέα, ὅπως καὶ σὲ ὅλα τὰ ἄλλα, εἶχε
μεσάνυχτα, παρὰ τὴν χιλιομετρικὴ γειτνίαση μὲ τὴν βασικὴ αὐτὴ θρησκεία. Ἤδη, στὸ δεύτερο
ἥμιση τοῦ ΙΘ (19ου) αἰῶνος, μὲ τὴν ἀποικιακή της ἐξάπλωση στὰ μουσουλμανικὰ ἐδάφη, ἡ Δύση
ἀνέπτυξε μία μεγάλη ἕλξη γιὰ τὸ ἰσλάμ (ὁ Thomas Carlyle, τὸ 1840, ἡρωποίησε τὸν προφήτη
Μωάμεθ), ἐπὶ τοῦ ὁποίου ἐπέβαλε ὅπως καὶ στὸν χριστιανισμό, τὴν ἰδεολογοποίηση τοῦ
κοσμικοῦ της πνεύματος. Πρὸ τοῦ τέλους τοῦ ΙΘ΄αἰῶνος, ἡ Δύση διεμόρφωσε τὴν ἰδεολογία τοῦ
ἰσλαμισμοῦ, τὴν ὁποία, μετὰ τὴν ἐμφάνιση τοῦ ὑπαρκτοῦ σοσιαλισμοῦ, ἔστρεψε μὲ ἐπιτυχία
κατὰ τοῦ κομμουνισμοῦ. Καὶ ἔτσι ἡ Ἀμερικὴ ἐγέννησε στὸ Ἀφγανιστὰν τὸ ἰδεολογικὸ τέρας τῆς
ἀλ Κάϊντα, ποὺ ἀπὸ ἀμερικανικὸ σύμμαχο, ἔστρεψε, μετὰ τὸ 1989, κατὰ τοῦ ἑαυτοῦ της, γιὰ νὰ
ἀντικαταστήσῃ τὸν ἡττηθέντα ἀντίπαλο τοῦ ὑπαρκτοῦ σοσιαλισμοῦ.
Αὐτὴ ἡ ἐξέλιξη εἶχε δυσάρεστες συνέπειες ὄχι μόνον στὴν ἀλλαγὴ ἀντιμετωπήσεως τῶν
μουσουλμάνων ἀλλὰ καὶ τῶν Ἀράβων. Οἱ δυτικοὶ ἀποικιστὲς εἶχαν ἐξοικειωθῆ ἰδίως μὲ τὸν
σουνισμό, ἐπειδὴ τὸ μεγαλύτερο μέρος τῶν κτήσεών τους εὑρίσκετο στὰ σουνιτικὰ ἐδάφη
(Ἰνδονησία, Ἰνδία-Πακιστάν, Ὀθωμανία-Τουρκία) ἀλλὰ καὶ σὲ ἀραβικά (βόρειος Ἀφρικὴ καὶ
Μέση Ἀνατολή), σὲ σημεῖο μάλιστα νὰ συγχέουν συστηματικὰ τὸ ἰσλὰμ μὲ τοὺς Ἄραβες. Τοὺς
Ἰρανοὺς καὶ τοὺς σιΐτες τοὺς ἐγνωριζαν ὀλιγώτερο. Ὅσο οἱ Δυτικοὶ ἐχρειάζοντο τοὺς σουνῖτες καὶ
τοὺς Ἄραβες, ἔπλεκαν τὸ ἐγκώμιό τους. Στὴν ἐποχὴ τοῦ ψυχροῦ πολέμου δὲν ὑπῆρχε εὐρωπαῖος,
πλὴν τοῦ Ἕλληνος, ποὺ νὰ ἀντετίθετο στὴν εἴσοδο τῆς Τουρκίας στὴν Εὐρώπη. Ἡ ἐυρωπαϊκὴ
τουρκοφιλία ἦταν γενικευμένη. Ὅταν ὅμως ἔπεσε ἡ ΕΣΣΔ καὶ ἡ Ἀμερικὴ ἔστρεψε τὴν ἀλ Κάϊντα
ἐναντίον τοῦ ἑαυτοῦ της, ἡ Εὐρώπη ἔγινε ἀντιτουρκικὴ καὶ ἔκλεισε τὴν πόρτα της στὴν Τουρκία,
ἐνῷ ἡ Ἀμερικὴ ἔσπρωχνε στὸν ἀντιαραβισμό, ἰδιαίτερα δὲ μὲ τὴν κατάκτηση τοῦ Ἰράκ.
γ) Ἡ νέα δυτικὴ θεωρία περὶ Ἀράβων
Ὁ Γερμανὸς φιλόσοφος Χάϊντεγκερ (1889-1976) εἶχε δηλώσει ὅτι «ἡ φιλοσοφία εἶναι
ἑλληνικὴ ἐξ ὁρισμοῦ» καὶ ὁ Χίτλερ εἶχε ποσθέσει ὅτι «μία εἶναι ἡ τέχνη: ἡ ἑλληνική». Τὸ
πρόβλημα εἶναι ἀλλοῦ: ποῖος μετέφερε στὴν Δύση τὴν ἑλληνικὴ φιλοσοφία καὶ τέχνη;
Στὴν Γαλλία, μὲ τὴν πρόσφατη ἄνοδο τοῦ ἀντιαραβισμοῦ καὶ τοῦ ἀντιμουσουλμανισμοῦ,
ὁ καθηγητὴς μεσαιωνικῆς Ἱστορίας Sylvain Gouguenheim (Γκούγκενεμ ἤ Γκούγκενχαϊμ)
ἐδημοσίευσε ἕνα πολύκροτο βιβλίο μὲ τίτλο, Aristote au Mont-Saint Michel. Les racines grecques de
l’Europe chrétienne («Ὁ Ἀριστοτέλης στὸ Μὸν-Σαὶν-Μισέλ. Οἱ ἑλληνικὲς ῥίζες τῆς χριστιανικῆς
Εὐρώπης»), Παρίσι, Seuil, 2008. (Ἑλληνικὴ μετάφραση στὶς έκδόσεις Ὀλκός). Προσπαθεῖ νὰ
ἀποδείξῃ ὅτι ἡ ἑλληνικὴ σκέψη μετεφέρθη ἀπ’ εὐθείας ἀπὸ τὸ Βυζαντιο στὴν Δύση χωρὶς τὴν
μεσολάβηση τῶν Ἀράβων. Γιὰ νὰ στηρίξῃ τὴν θεωρία του ἐπικεντρώνεται στὶς πνευματικὲς
ἀσχολίες τοῦ μοναστηρίου τοῦ Μὸν-Σαὶν-Μισέλ, στὴν Γαλλία, στὸν ΙΒ΄ αἰῶνα.
Οἱ μοναχοὶ τοῦ μοναστηρίου εἶχαν ἀφιερωθῆ στὴν συστηματικὴ μετάφραση τῶν ἔργων
τοῦ Ἀριστοτέλους ἀπὸ τὰ ἑλληνικὰ στὰ λατινικά, Δὲν γνωρίζουμε συγκεκριμένα τὰ ὀνόματα τῶν
μεταφραστῶν αὐτῶν, μὲ ἐξαίρεση κάποιου Jacques de Venise (Ἰάκωβο ἀπὸ τὴν Βενετία). Γιὰ τὸν
τελευταῖο γνωρίζουμε πὼς ἀπεβίωσε μετὰ τὸ 1147, πὼς ἦταν Βενετὸς καὶ ὅτι, πράγματι, ὑπῆρξε
ἀπὸ τοὺς πρώτους ποὺ μετέφρασαν τὸν Ἀριστοτέλη, ἀπ’ αὐθείας ἀπὸ τὰ ἑλληνικὰ στὰ λατινικὰ,
ἑπτὰ αἰῶνες μετὰ τὸν Βοήθιο (480—524).
Ὁ Βοήθιος ἦταν ῥωμαῖος φιλόσοφος καὶ μουσικὸς ποὺ εἶχε τὴν ἀτυχία νὰ γεννηθῆ στὴν
Ῥώμη, τέσσερα χρόνια μετὰ τῆν ἀνάληψη τῆς ἐξουσίας ἀπὸ τοὺς βαρβάρους Γερμανούς ὑπὸ τὸν
ἀγράμματο Ὀδοάκρο, ποὺ ἀνεηρύχθη τὸ 476, βασιλεὺς τῆς Ἰταλίας ὡς ὑποτακτικὸς τοῦ Ῥωμαίου
(Βυζαντινοῦ) αὐτοκράτορος τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Σκοπὸς τοῦ Βοηθίου ἦταν νὰ περισώσῃ
τὸν ἑλληνικὸ πολιτισμό, στὴν βάρβαρη πλέον Δύση. Ἐπῆγε στὴν Ἀθήνα ὅπου ἐσπούδασε στὰ
ἑλληνικά. Ἔσωσε τὴν ἑλληνικὴ μουσικὴ στὴν Δύση, γράφοντας, τὸ 500-507 σχετικὸ σύγγραμμα
καὶ τὴν μετέδωσε στὸν φραγκικὸ Μεσαίωνα καὶ τὴν Ἀναγέννηση. Μετέφρασε στὰ λατινικά, ἀπ΄
εὐθείας ἀπὸ τὰ ἑλληνικὰ τὸν Ἀριστοτέλη, ἐφ’ὅσον οἱ Φράγκοι ἦσαν ἀγράμματοι καὶ ὁμιλοῦσαν
κακὴν κακῶς, τὴν λατινικὴ καὶ ὄχι τὴν ἑλληνική. Ὁ Βοήθιος ἔσωσε κυριολεκτικὰ τὸν Ἀριστοτέλη
στὴν Δύση, ἡ φιλοσοφία τοῦ ὁποίου διεδόθη μόνον ἀπὸ τὶς λατινικὲς μεταφράσεις τοῦ Βοηθίου.
Ὁ Ἰάκωβος, ἐπωνόμαζε τὸν ἑαυτό του ἕλληνα Βενετό, δηλαδὴ Iacobus Veneticus Graecus
καὶ ὁμιλοῦσε τὰ λατινικὰ μὲ ἑλληνικὲς ἐκφράσεις. Φαίνεται νὰ ἐγνώριζε καλύτερα τὰ ἑλληνικὰ
τῆς ἐποχῆς του ἀπὸ τὰ λατινικά. Δὲν γνωρίζουμε ὅμως ἐὰν ἦταν Ἕλλην ἀπὸ τὴν Βενετία ἤ
Βενετὸς ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη. Ἦταν εἰδικὸς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ δικαίου καὶ ἐβασίζετο σὲ
ἕλληνες συγγραφεῖς καὶ ὄχι μόνον λατίνους. Ἔγινε ὅμως, ἰδίως γνωστὸς ὡς ὁ κύριος
μεταφραστὴς τοῦ Ἀριστοτέλους τοῦ ΙΒ΄ αἰῶνος καὶ ἔκτοτε τὰ ἀντίγραφα τῶν πρωτοτύπων του
στοὺς ἑπομένους αἰῶνες σημειώνουν «translatio Jacobi”.
δ) Ὁ ῥόλος τοῦ μοναστηρίου τοῦ Μὸν-Σαὶν-Μισέλ στὸν ΙΒ΄ αἰῶνα
Ὁ ἡγούμενος τοῦ μοναστηρίου ἐλέγετο Robert de Torigny καὶ εἶχε ἐκλεγῆ τὸ 1154. Στὴν
βιβλιοθήκη τῆς μονῆς διασώζονται τὰ πλέον παλαιὰ ἀντίγραφα τῶν μεταφράσεων τοῦ Ἰακώβου
τῆς Βενετίας. Ὁ ἡγούμενος ἀναφέρει αὐτὲς τὶς μεταφράσεις καὶ ἔπαιξε πρωταρχικὸ ῥόλο στὴν
διάδοση τοῦ ἔργου τοῦ Ἰακώβου στὴν Γαλλία. Τὶς μεταφράσεις αὐτές, μαζὶ μὲ ἄλλους μοναχοὺς,
τὶς ἔκανε στὸ μοναστήρι. Οἱ ἀντίπαλοι ὅμως τοῦ Sylvain Gouguenheim ἰσχυρίζονται ὅτι τίποτα
δὲν ἀποδεικνύει ὅτι αὐτὲς οἱ μεταφράσεις ἔγιναν στὸ ἐν λόγῳ μοναστήρι καὶ ὅτι ὁ Ἰάκωβος εἶχε
ἔλθει ποτὲ στὸ Μὸν-Σαὶν Μισέλ. Ἕνας εἰδικὸς, ὁ Jean-Luc Leservoisier, ἐχαρακτήρισε τὸ βιβλίο ὡς
«καθαρὸ μυθιστόρημα» (στὸ Le Point, ἀρ. 1872, 31 Ἰουλίου 2008, σ. 44).
Ὁ Γκούγκενχαϊμ ἐπισημαίνει ὅτι οἱ δύο πλέον γνωστοὶ «ἄραβες» φιλόσοφοι ποὺ
φημίζονται ὅτι μετέφεραν στὴν Δύση τὴν ἑλληνικὴ σκέψη, ὁ Ἀβικέννας (980-1037) καὶ ὁ Ἀβερρόης
(1126-1198) δὲν ἐγνώριζαν κἄν τὴν ἑλληνική. Νὰ προσθέσουμε δὲ ὅτι ὁ Ἀβικέννας (δηλαδὴ ὁ
Ἀβιτζιανὸς στὰ ἑλληνικά), δὲν ἦταν Ἄραβας ἀλλὰ Πέρσης, κάτι ἐντελῶς διαφορετικό. Ἀνήκει
ὁλόκληρος στὴν περσικὴ ἱστορία καὶ ὄχι στὴν ἀραβική. Βεβαίως ἦταν μουσουλμᾶνος, ὅπως ἕνας
Βούλγαρος ὀρθόδοξος χριστιανός ἀπεκαλεῖτο Ῥωμηός, ἐφ’ὅσον ἐπρώτευε τότε ἡ θρησκεία καὶ ὄχι
ἡ ἐθνότητα. Ἀλλὰ ἕνας Βούλγαρος ἤ ἕνας Ἄραβας ἦσαν ἐκπολιτισμένοι βάρβαροι, ἐνῷ ὁ Ἕλλην ἤ
ὁ Πέρσης προήρχοντο ἀπὸ χιλιετεῖς πολιτισμούς.
Ὁ Ἀβιτσιανὸς εἶχε τὴν εὐχέρεια νὰ χρησιμοποιῇ τὶς μεγάλες περσικὲς βιβλιοθῆκες τῆς ἐποχῆς. Εἶχε γεννηθῆ κοντὰ στὴν περίφημη περσικὴ πόλη τῆς Μπουχάρας, πολιτισμοῦ πέντε χιλιάδων έτῶν, στὸν δρόμο τῆς μετάξης τοῦ Οὐζμπεκιστὰν, ποὺ ἀπεκαλεῖτο τὸ κέντρο τοῦ διαφωτισμοῦ τῆς Ἀνατολῆς.
Ὁ Ἀβερρόης, στὴν ἄλλη ἄκρη τοῦ μεσαιωνικοῦ μουσουλμανικοῦ κόσμου, ἦταν Ἱσπανός,
γεννημένος στὴν Καρδούη (Κόρδοβα) τῆς Ἀνδαλουσίας τοῦ ΙΒ΄αἰῶνος. Ἄν καὶ δὲν ἦταν Φράγκος
διότι μὴ ῥωμαιοκαθολικός, πολιτισμικὰ ἀνήκει στὴν Δύση, ποὺ ἔχει πλέον ἐκπολιτισθῆ μὲ τὶς
περίφημες ἐκκλησίες γοτθικοῦ ῥυθμοῦ, σὲ μία Ἱσπανία τριῶν βασικῶν θρησκειῶν, τῆς
ἰσλαμικῆς, τῆς ἑβραϊκῆς καὶ τοῦ ῥωμαιοκαθολικισμοῦ. Ὁ θρησκευτικὸς φανατισμὸς ποὺ ἔφερε
τὴν reconquista (τὴν ἐπανακατάκτηση) τῆς Ἱσπανίας ἀπὸ τοὺς ῥωμαιοκαθολικοὺς καὶ τὴν
ἐκδίωξη τῶν ἑβραίων καὶ τῶν μουσουλμάνων, ἐμπεριέχει τὴν ἴδια νοοτροπία μὲ αὐτὴν τοῦ
σημερινοῦ Ἕλληνος ποὺ δὲν δύναται νὰ ἐννοήσῃ ὅτι ἡ ὀθωμανικὴ αὐτοκρατορία ἐσυνέχισε τὴν
ῥωμαϊκὴ (βυζαντινὴ) αὐτοκρατορία, ἁπλῶς μὲ ἀλλαγὴ θρησκείας τῆς νέας δυναστείας, χωρὶς
βασικὰ τὸ πολιτισμικὸ πλαίσιο νὰ ἀλλάξῃ. Γι’ αὐτὸ καὶ μετὰ τὸν Ἰουστινιανὸ ποὺ εἶχε
συμπεριλάβει τὴν Ἀνδαλουσία, ἡ βυζαντινωθωμανικὴ αὐτοκρατορία ποτὲ δὲν συμπεριέλαβε τὴν
Ἱσπανία καὶ τὸ Μαρόκο, ὅπου καὶ ἀπεβίωσε στὸ πόλη Μαρακὲς ὁ Ἀβερρόης τὸ 1198.
Ὁ Ἀβερρόης ποὺ ἔζησε τὴν ἴδια ἀκριβῶς ἐποχὴ μὲ τὸν Ἰάκωβο ἀπὸ τὴν Βενετία, δὲν
μετέφρασε τὸν Ἀριστοτέλη ὅπως ὁ Ἰάκωβος, ἐφόσον δὲν ἐγνώριζε ἑλληνικά. Ἁπλῶς τὸν
ἡρμήνευσε βάσει προηγουμένων ἑρμηνειῶν. Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι δὲν εἶδε ποτὲ, οὔτε κὰν σὲ
μετάφραση, τὰ Πολιτικὰ τοῦ Ἀριστοτέλη καὶ τὰ ἡρμήνευσε μέσῳ αὐτῶν ποὺ εἶχε ἀκούσει ἀπὸ
τὴν ἑλληνικὴ σκέψη, καὶ συγκεκριμένα τῆς Πολιτείας τοῦ Πλάτωνος, ἀλλὰ ἐθεώρει τὸν ἑαυτό
του ἀριστοτελικό. Ἁπλῶς διαπιστώνουμε στὴν περίπτωση τοῦ Ἀβερρόη τὴν πλανητικὴ ἐπιρροὴ
τοῦ ἑλληνισμοῦ, σὲ ὅλα τὰ μήκη καὶ τὰ πλάτη καὶ σὲ ὅλες τὶς ἐποχὲς, συχνὰ ὄχι βάσει πηγῶν,
ἀλλὰ φημῶν (βλέπε τὸν θρῦλο τοῦ Μεγαλέξανδρου), ἀκόμη, μέσῳ τῶν Ἄγγλων, καὶ στὴν
Παπουασία!
Βάσει αὐτῶν τῶν διαπιστώσεων, ὁ Γκούγκενχάϊμ συμπεραίνει ὅτι ἡ Δύση δὲν ἐχρειάσθη
τοὺς Ἄραβες, οὔτε καὶ τοὺς μουσουλμάνους γιὰ νὰ γνωρίσῃ τὴν ἑλληνικὴ σκέψη, διότι ὅ,τι
ἔμαθαν οἱ Φράγκοι τὸ ἔμαθαν ἀπὸ τοὺς Βυζαντινοὺς καὶ ἀπὸ τοὺς χριστιανικοὺς πληθυσμοὺς
τῆς Συρίας καὶ τῆς Αἰγύπτου ποὺ ἐξισλαμίσθησαν ἤ καὶ παρέμειιναν χριστιανοὶ μετὰ τὴν
ἀραβικὴ κατάκτηση στὸν ἕβδομο αἰῶνα καὶ ὠνομάσθησαν ἔκτοτε «Ἄραβες», διότι ἐδέχθησαν
μερικῶς τὴν ἀραβικὴ γλῶσσα. Συγκεκριμένα, λέγει ὅτι εἶναι οἱ «χριστιανοὶ Ἄραβες» ποὺ
εἰσήγαγαν τὸν ἑλληνισμὸ στὸν ἀραβοϊσλαμικὸ κόσμο καὶ ἔκαμαν τὶς μεταφράσεις. Ἀκόμη
σήμερα, εἶναι ἐντυπωσιακὴ ἡ ἄγνοια τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας στὸν μουσουλμανικὸ κόσμο. Γνώμη
μου εἶναι ὅτι τὸ σημερινὸ ἑλληνικὸ κράτος θὰ ἔπρεπε νὰ κάνη μεγαλύτερη προσπάθεια
ἐξαπλώσεως τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας στὸν μουσουλμανικὸ κόσμο τῆς Ἀνατολῆς, παρὰ στὸν
χριστιανικὸ κόσμο τῆς Δύσεως ποὺ, οὕτως ἤ ἄλλως, ἔχει μακρὰ ἑλληνικὴ παράδοση.
Ὁ Γκούγκενχαϊμ τέλος, δηλώνει, πὼς «οἱ πολιτιστικὲς ἀνταλλαγὲς μεταξὺ τοῦ ἰσλὰμ καὶ
τῆς χριστιανοσύνης ὑπῆρξαν ἐλάχιστες. Ὁ εὐρωπαϊκὸς πολιτισμὸς δὲν ἐδανείσθη ἀπὸ τὸ ἰσλάμ,
ὡς θρησκεία, οὔτε γραπτὰ κείμενα, οὔτε θεολογικὰ ἐπιχειρήματα» (σ. 197).
ε) Ἡ ἀντεπίθεση καὶ ἡ ἀναμέτρηση τῶν δύο παρατάξεων.
Μόλις ἐκυκλοφόρησε, τὸ 2008, τὸ βιβλίο, οἱ δεξιοὶ κύκλοι τῆς Γαλλίας ἐθριάμβευσαν κατὰ
τῶν παγκοσμιστῶν τῆς Νέας Τάξεως πραγμάτων, ἔμβλημα τῶν ὁποίων παραμένει ὀ πρώην
πρόεδρος τῆς Γαλλίας Βαλερὺ Ζισκὰρ ντ’Εσταίν ποὺ ἀπέκλεισε τὴν χριστιανικὴ θρησκεία ἀπὸ τὸ
σχέδιο ποὺ εἶχε συντάξει εὐρωπαϊκοῦ Συντάγματος.
Ὁ φιλόσοφος Roger-Pol Droit, σὲ ἄρθρο του στὴν Le Monde, τῆς 4ης Ἀπριλίου 2008, ἐπαρατήρει ὅτι μᾶς εἶχαν προπαγανδίσει ἀπὸ τὴν δεκαετία τοῦ 1960, ὅτι ὁ εὐρωπαϊκὸς πολιτισμὸς εἶχε πολλὰ δανεισθῆ ἀπὸ τὸ ἰσλάμ. Τὸ βιβλίο αὐτὸ βάζει τὰ πράγματα στὴν θέση του. Ἡ ἐφημερίδα τῆς Δεξιᾶς, Le Figaro, τῆς 17 Ἀπριλίου 2008,ἐδημοσίευε ἄρθρο τοῦ Stephane Boiron, ποὺ καὶ αὐτὸς ἐθριάμβευε: τὸ βιβλίο τοῦ Γκούγκενχαϊμ,ἔλεγε, βάζει τέρμα στὸν μῦθο ἑνὸς δῆθεν «ἰσλαμικοῦ διαφωτισμοῦ».
Ἡ πρώτη ἀντεπίθεση προῆλθε ὄχι ἀπὸ τοὺς Ἄραβες, ἀλλὰ ἀπὸ δύο γάλλους ἱστορικοὺς,
τοὺς Gabriel Martinez-Gros καὶ Julien Loiseau οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἐνοχληθῆ ἀπὸ τὴν ἀνατροπὴ τῶν
καθιερωμένων ἀπόψεων καὶ ἀντὶ νὰ παρουσιάσουν συγκεκριμένα ἱστορικὰ στοιχεῖα, στὴν
Le Monde τῆς 24 Ἀπριλίου 2008, κατηγοροῦσαν τὸν Γκούγκενχαϊμ γιὰ «ὕποπτες διασυνδέσεις μὲ
ἀκροδεξιοὺς κύκλους»! Ὁ Pierre Assouline, γεννημένος στὴν Κασαμπλάνκα τοῦ Μαρόκου, στὸ
πλέον δημοφιλὲς κουλτουριαρέϊκο γαλλικὸ μπλόγκ, ἔγραφε, στὶς 27 Ἀπριλίου 2008: μὲ τὸ βιβλίο
αὐτὸ «δὲν πρόκειται κἄν γιὰ ἀναμέτρηση, ὅπως στὴν περίπτωση τοῦ Σαμουὴλ Χάντινγκτον.
Διότι ὁ τελευταῖος προτείνει τοὐλάχιστον μία πολιτικὴ ἐπιλογὴ μεταξὺ δύο στρατοπέδων, ἐνῷ ὁ
Γκούγκενχαϊμ δὲν προτείνει κανένα στρατόπεδο. Εἴμεθα, λέγει, Εὐρωπαῖοι, συνεπῶς χριστιανοί,
συνεπῶς Ἕλληνες. Ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα, ἡ Ἱστορία μας δὲν δύναται νὰ προσαρμοσθῆ μὲ δέκα
τέσσερις αἰῶνες ἰσλάμ ποὺ κατέληξαν στὸ μηδέν. Τελεία καὶ παῦλα».
Ἡ ἀντεπίθεση ἐπῆρε διαστάσεις μὲ τὴν ἔκδοση δύο αἰτήσεων ὑπογραφῶν διαμαρτυρομένων πανεπιστημιακῶν. Τέτοιου εἴδους μέθοδοι «ἐπιστημονικοῦ διαλόγου», ἁπλῶς ἐγελοιοποίησαν στὰ μάτια τοῦ κόσμου τὸ γαλλικὸ πανεπιστημιακὸ κατεστημένο! Στὴν πόλη τῆς Blois, ἕνα συνέδριο ἀπεφάσισε νὰ ἐπικεντρώσῃ τὶς ὁμιλίες του στὸ θέμα τῆς εὐρωπαϊκῆς ταυτότητος. Πόσο Ἕλληνες εἶναι οἱ Ευρωπαῖοι; Ὑπάρχει εὐρωπαϊκὸ ἰσλάμ, δηλαδὴ τὸ ἰσλὰμ δύναται νὰ θεωρηθῆ εὐρωπαϊκὴ θρησκεία;
στ) Ἡ ἀντίδραση τῶν Ἀράβων
Ὁ ἱστορικὸς Ἀρνόλδος Τόϋνμπη, παρακολουθῶντας ἐπὶ τόπου τὸν ἑλληνοτουρκικὸ
πόλεμο τοῦ 1919-1922, ἐτιτλοφόρησε τὸ σχετικὸ βιβλίο του, «Τὸ δυτικὸ ζήτημα στὴν Ἑλλάδα καὶ
τὴν Τουρκία»(The Western Question in Greece and Turkey», 1922), ἐννοῶντας ὅτι ὁ πόλεμος αὐτὸς
ἀφοροῦσε πραγματικὰ τὶς σχέσεις μὲ τὴν Δύση τῶν δύο ἐμπολέμων. Ὁμοίως ἡ διαμάχη
γύρω ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Γκούγκενχάϊμ ὑπῆρξε οὐσιαστικὰ γαλλογαλλική. Πολλοὶ ὁλίγοι Ἄραβες
ἤ μουσουλμᾶνοι ἐνδιεφέρθησαν νὰ ἀποκρούσουν τὸν συγγραφέα, ἐνῷ, ἀλλὰ δυτικὰ βιβλία, ὅπως
Οἱ σατανικοὶ στίχοι, τοῦ Σαλμὰν Ῥούσδυ, εἶχαν θεωρηθῆ στὸ παρελθὸν ἄκρως ποσβλητικὰ γιὰ
τὸ ἰσλάμ.
Οἱ λόγοι εἶναι πολλοί. Ὁ πρῶτος λόγος εἶναι ὅτι ἐπειδὴ ἡ ἀποικιακὴ Εὐρώπη τοῦ ΙΘ΄(19ου)
αἰῶνος εἶχε ταυτισθῆ μὲ τὸν ἑλληνικὸ πολιτισμό, ἡ τριτοκοσμικὴ ἀντίδραση κατὰ τῆς Δύσεως,
συμπερίελαβε καὶ τὴν Ἑλλάδα, ὅπως, στὸν Κ΄(20ο) αἰῶνα, συμπεριέλαβε καὶ τὸ Ἰσραήλ. Ὅσο γιὰ
τὶς ἰμπεριαλιστικὲς ΗΠΑ, ἡ ὅλη τους πολιτικὴ κουλτούρα εἶναι βασισμένη στὸν ἑλληνισμό, ὅπως
τὸ ἀπέδειξε ὁ καθηγητὴς τῆς Συνταγματικῆς Ἱστορίας τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν στὴν
Καλιφόρνια, Ἐπαμεινώνδας Παναγόπουλος, μὲ τὸ βιβλίο του, Οἱ ἑλληνικὲς ῥίζες τοῦ
ἀμερικανικοῦ συντάγματος (Ἀθήνα, Παπαζήση, 1996). Ὁ δεύτερος λόγος εἶναι ὅτι ἡ ἰδεολογία τοῦ
ἰσλαμισμοῦ ἐπικεντρώνεται σὲ καθαρῶς ντόπια στοιχεῖα, ἀρνούμενη οἱαδήποτε ἐξωτερικὴ
ἐπιρροή. Ὁ τρίτος λόγος εἶναι ὅτι ὅπως μὲ τὴν χριστιανικὴ Ὀρθοδοξία ποὺ ἡ λέξις Ἕλλην
ἐσήμαινε εἰδολωλάτρης καὶ εἶχε ἀρνητικὴ ἔννοια, ἔτσι καὶ γιὰ τὸ ὀρθόδοξο ἰσλὰμ σημαίνει
ἐκκοσμίκευση καὶ εἰδωλολατρεία. Τὸ ἰσλὰμ ὁμολογεῖ ἐπιρροὲς ἀπὸ τὴν Ῥωμηοσύνη, ἀπὸ τὸ
ῥουμλούκ, ὄχι ἀπὸ τὸν ἑλληνισμό. Ἡ ὀνομασία Ῥούμι εἶναι συνήθης στοὺς κύκλους τοῦ
ἰσλάμ.Πάντα ὅμως στὸ ἰσλὰμ ὅπως καὶ στὴν Ὀρθοδοξία ἡ μελέτη τῶν Ἀρχαίων ἦταν παροῦσα.
Ὅμως, οἱ ἐκκοσμικευμένοι Δυτικοὶ ἐνδιεφέρθησαν γιὰ τὴν ἰσλαμικὴ σκέψη, ὅπως καὶ γιὰ τὴν
βυζαντινή, στὸ μέτρο ποὺ ἦταν κοσμικὴ καὶ ὄχι θρησκευτική.
Τρανὸ παράδειγμα, ἡ δημοφιλία στὴν Δύση τοῦ δωδεκαθεϊστοῦ Πλήθωνος, ἀπὸ τὴν
πλευρὰ τοῦ Βυζαντίου, ὅπως καὶ ἡ ἀντίστοιχη δημοφιλία τοῦ Ἀβερρόη ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ
ἱσπανικοῦ ἰσλάμ. Ὁ Ἀβερρόης ἐκατηγορεῖτο ἀπὸ τοὺς μουσουλμάνους ὅτι δὲν ἐπίστευε στὸ
ἰσλάμ. Τὸν ἐκάλεσαν ἐνώπιο ἀκροατηρίου ἱεροσπουδαστῶν τῆς Καρδούης γιὰ δημόσιο διάλογο
καὶ τοῦ ἔθεσαν τὸ ἀκόλουθο ἐρώτημα: πιστεύει ὅτι τὸ Κοράνιο συμπεριλαμβάνει ὅλες τὶς
ἐπιστῆμες; Ὁ Ἀβερρόης ἀπήντησε ὅτι ὅλα τὰ ἱερὰ βιβλία ὅλων τῶν θρησκειῶν περιέχουν
τὴν ἀλήθεια καὶ ὅτι τὸ Κοράνιο δὲν δύναται νὰ θεωρηθῆ ὅτι κατέχει μόνο του ὅλην τὴν ἀλήθεια.
Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ὁ Ἀβερρόης συνελλήφθη, ἐφυλακίσθη, ἐξετέθη σὲ δημόσιο ἐξευτελισμό καὶ
ἐξηναγκάσθη νὰ ἀποκηρύξῃ ἐπισήμως καὶ δημοσίως ὅλες του τὶς ἀντιλήψεις. Τὸν εἶχαν δέσμιο
καὶ οἱ μουσουλμᾶνοι περνῶντας τὸν ἔφτυναν στὸ πρόσωπο. Κατεσχέθη ἡ περιουσία του καὶ
ἐπυρπολήθη ἡ βιβλιοθήκη του. Κατόπιν αὐτοῦ ὁ Ἀβερρόης ἔζησε σὲ ἐσχάτη φτώχεια.
Οἱ κύκλοι τῶν ἄλλων θρησκειῶν ἀντέδρασαν μὲ τὸν ἴδιο τρόπο. Ἔτσι τὸ χριστιανικὸ καὶ
ἑβραϊκὸ ἱερατεῖο τὸν κατεδίκασαν ὡς εἰδωλολάτρη. Ὁ Δάντης στὴν Θεία Κωμωδία τὸν
μνημονεύει μεταξὺ τῶν μεγάλων εἰδωλολατρῶν φιλοσόφων.
Τέλος, ὁ τέταρτος λόγος εἶναι ὅτι ὁ ἰσλαμιστικὸς φανατισμὸς ποὺ ἐπέτυχαν νὰδημιουργήσουν οἱ ΗΠΑ, ἀπὸ τὸ 1979, στοὺς σουνῖτες μουσουλμάνους, γιὰ να τὸν στρέψουν κατὰ τοῦ κομμουνισμοῦ καὶ τῆς Ῥωσίας, ἀνοιξε τοὺς ἀσκοὺς τοῦ Αἰόλου τῆς ἀλ Κάϊντα, στρεφομένη, μετὰ τὴν πτώση τῆς ΕΣΣΔ, τὸ 1989, κατὰ τῆς Δύσεως, Ἡ ὀμφαλοσκόπηση τῆς ἀποκαλουμένης «ἱσλαμικῆς τρομοκρατίας» ποὺ ἀποκηρύσσει συλλήβδην τὴν Δύση, τὸν χριστιανισμὸ καὶ τὸν
ἑλληνισμό, δὲν ἐπιτρέπει τὴν συνέχιση τῆς παρουσίας τοῦ ἑλληνισμοῦ στὰ γνώριμα ἐδάφη, ἀπὸ
τὴν ἐποχὴ τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου, στὸ Ἀφγανιστὰν καὶ τὸ Πακιστάν. Μόνη ἐλπίδα ἐπανόδου
στὸν διάλογο ἰσλὰμ-ἑλληνισμοῦ, εἶναι τὸ Ἰράν, οἱ σιΐτες, οἱ σούφιδες καὶ τὸ μετριοπαθὲς
σουνιτικὸ ἰσλὰμ τῆς Τουρκίας. Δυνατὸ χαρτὶ σὲ αὐτὴν τὴν προσπάθεια εἶναι φυσικὰ καὶ ἡ ἕτερη
τουρκικὴ θρησκεία τῶν ἀλεβηδῶν.
ζ) Ἡ ἐπιτακτικότητα νὰ γνωρίσουν οἱ μουσουλμᾶνοι τὴν ὀρθόδοξη Ῥωμηοσύνη
Στὴν δεκαετία τοῦ 1980, παρακολουθῶντας μὲ ἐνθουσιασμὸ τὴν μεγαλειώδη ἰρανικὴ
ἰσλαμικὴ ἐπανάσταση τοῦ Χομεϊνί, εἶχα τὴν ἔντονη ἐπιθυμία νὰ ἐπισκεφθῶ τὸ Ἰράν. Εἶχα
τελείως ἀπογοητευθῆ ἀπὸ τὶς συνεχεῖς παλινδρομήσεις τῶν Ἀράβων καὶ τὴν ἀνικανότητά τους
νὰ ὀργανωθοῦν καὶ τὸ παράδειγμα τοῦ Ἰρὰκ ὑπὸ τὸν Σαντάμ, ὑπὸ τὴν καθοδήγηση τῶν ΗΠΑ,
ποὺ ἐπετίθετο ἐπεκτατικὰ κατὰ τοῦ Ἰράν, μὲ ἔπειθαν ὅτι οἱ Ἄραβες ἐσυνέχιζαν τὴν ἐδῶ καὶ ὀκτὼ
αἰῶνες παρακμή τους.
Μὲ τὴν μεσολάβηση τοῦ τότε φίλου μου Κοσμᾶ Μεγαλομμάτη ποὺ ἦταν στενὰ
συνδεδεμένος μὲ τὴν ἰρανικὴ πρεσβεία στὴν Ἀθήνα, ἐπετεύχθη συνάντησή μου μὲ τὸν τότε ἰρανὸ
πρέσβυ στὴν Ἀθήνα. Κατόπιν τῆς ἐπιμονῆς μου ἐπῆρα ἐπίσημη πρόσκληση νὰ παρακολουθήσω,
νομίζω μόνος ἀπὸ τὴ Ἑλλάδα, τὴν κηδεία τοῦ Χομεινὶ ποὺ εἶχε μόλις ἀποβιώσει στὶς 3 Ἰουνίου
1989. Ἐπίσης, ὑπῆρξα ὁ μόνος Ἕλλην ὀρθόδοξος χριστιανὸς καλεσμένος, τὴν ἴδια ἐποχὴ στὸ
πρῶτο ἰσλαμικὸ συνέδριο ἀλληλεγγύης μὲ τὸν παλαιστινιακὸ λαὸ, ποὺ ἔλαβε μέρος στὴν
Τεχεράνη καὶ στὸ ὁποῖο παρευρέθησαν ὅλες οἱ ἀγωνιστικὲς ἀραβικὲς ὀργανώσεις τῆς βορείου
Ἀφρικῆς καὶ Μέσης Ἀνατολῆς.
Ὁ κύριος στόχος τῶν ταξιδίων μου στὸ Ἰρὰν ἦταν νὰ ἐνημερώσω τὴν ἰσλαμικὴ
ἐπαναστατικὴ κυβέρνηση ὅτι ὑπῆρχε Ὀρθοδοξία, κάτι ποὺ ἀγνοοῦσαν παντελῶς! Συνήντησα
ὑπουργοὺς στοὺς ὁποίους ἐξηγοῦσα τὴν οὐσιαστικὴ διαφορὰ μεταξὺ Ὀρθοδοξίας καὶ
ῥωμαιοκαθολικισμοῦ καὶ γιατὶ ἡ Ὀρθοδοξία ἦταν πιὸ κοντὰ στὸ σιϊτικὸ Ἰσλὰμ ἀπὸ τὸν
καθολικισμό. Αὐτοὶ ἀνεφέροντο συνεχῶς στὸ Βατικανὸ καὶ ἐνόμιζαν ὅτι ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες
ὑπαγόμεθα στὸν πάπα! Οἱ ἐξηγήσεις μου τοὺς ἄφησαν ἐμβρόντητους. Μοῦ εἶπαν ὅτι αὐτὰ ποὺ
τοὺς ἔλεγα ἦσαν τελείως καινούργια γι αὐτοὺς Ὅταν ἀργότερα, ἀνέβηκε στὴν Ἑλλάδα, στὸν
ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο ὁ Χριστόδουλος, ὑπῆρξα ὁ μεσολαβητὴς γιὰ τὶς ἐπαφὲς ποὺ εἶχε μὲ τὴν
Τεχεράνη. Προσεπάθησα νὰ τὸν πείσω νὰ συνεχίσῃ στὸν δρόμο ποὺ εἶχε ἀρχικῶς χαράξει μὲ τὶς
δύο καταπληκτικὲς λαοσυνάξεις καὶ νὰ γίνῃ ἕνας ὀρθόδοξος Χομεϊνί, ἀλλὰ παρὰ τὶς ἀρχικὲς του
προθέσεις ἐλύγισε καὶ συνεδιαλέχθη μὲ τὸ ἑλληνικὸ κατεστημένο μὲ ἀποτέλεσμα τὸ ἄδοξο τέλος
του.
Κατόπιν αὐτῆς τῆς ἀποτυχίας, ἐσυνέχισα τὶς προσπάθειές μου μέσα ἀπὸ τὸ μετριοπαθὲς
τουρκικὸ σουνιτικὸ κίνημα τοῦ Φετουλλὰχ Γκυλὲν, κάτι ποὺ ἐξήγησα στὸ προηγούμενο ἄρθρο
μου περὶ ὀθωμανισμοῦ.
η) Οἱ Γάλλοι ἀνθ’ ἡμῶν προπαγανδίζουν τὸν ἑλληνισμὸ καὶ τὴν Ὀρθοδοξία
Ἡ ἀνυπαρξία τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους στὴν προσπάθεια ἐξαπλώσεως τῆς ἑλληνικῆς
σκέψεως στὸν ἀραβικὸ καὶ μουσουλμανικὸ κόσμο, προσπαθοῦν μερικοὶ γάλλοι διανοούμενοι νὰ
τὴν ἀντικαταστήσουν μὲ τὸ ἔργο τους. Ἕνας ἀπ’ αὐτοὺς εἶναι ὁ Remi Brague, καθηγητὴς
ἑλληνικῆς καὶ ἀραβικῆς φιλοσοφίας στὴν Σορβόννη καὶ στὸ Πανεπιστήμιο τοῦ Μονάχου. Ἔγινε
γνωστὸς στὸ εὐρὺ κοινὸ μὲ τὸ βιβλίο του Europe, la voie romaine («Εὐρώπη, ἡ ῥωμαϊκὴ ὁδός»,1992),ποὺ διαβάζεται ἀκόμη καὶ στὰ ὀρθόδοξα μοναστήρια.
Ὁ Μπράγκ παίρνει ὡς κέντρο τὸν ἑλληνισμὸ καὶ ὡς περιφέρεια, ἀπὸ τὴν μία πλευρὰ τοὺς
Ἄραβες καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη τοὺς Εὐρωπαίους. Μὲ τοὺς Κινέζους δὲν ἀσχολεῖται. Λέγει στοὺς
Εὐρωπαίους καὶ τοὺς Ἄραβες: μὴ μαλώνετε! Ὅλοι συνεισφέρατε στὴν μεταφορὰ τῆς ἑλληνικῆς
γνώσεως ποὺ εἶναι τὸ ἄλφα καὶ τὸ ὠμέγα τοῦ πολιτισμοῦ. Πρέπει ὅμως νὰ γνωρίζουμε γιὰ πιὸ
πρᾶγμα ὁμιλοῦμε. Γιὰ τὸ ἰσλὰμ πρέπει νὰ διακρίνουμε τὸ ἰσλὰμ-θρησκεία καὶ τὸ ἰσλὰμ-
πολιτισμός.
Τὸ ἰσλὰμ-θρησκεία δὲν προσέθεσε τίποτα τὸ σημαντικὸ στὴν Δυτικὴ Εὐρώπη καὶ ὅτι
ἔκαμε τὸ ἔκαμε ἀργά. Ἐνῷ τὸ Βυζάντιο εἶχε ἤδη μεταφράσει τὸ Κοράνιο στὸν Θ΄(9ο) αἰῶνα, οἱ
Φράγκοι ἐγνώρισαν τὸ ἱερὸ βιβλίο πολὺ ἀργότερα. Ἡ πρώτη μελέτη τοῦ Κορανίου ποὺ ἔκαμαν οἱ
τελευταῖοι ἔγινε ἀπὸ τὸν Nicolas de Cuse (Νικόλαος Κουζάνος, 1401-1464) γερμανὸ σοφό, στὸν ΙΕ΄αἰῶνα. Στὰ λατινικά, οὐσιαστικὰ τὸ Κοράνιο ἐκυκλοφόρησε στὰ τέλη τοῦ ΙΣΤ΄(16ο) αἰῶνος.
Τὸ ἰσλὰμ-πολιτισμὸς οἰκοδομήθηκε οὐσιαστικὰ ἀπὸ τοὺς μὴ μουσουλμάνους, διότι οἱ
Ἄραβες ἀρχικὰ ἦσαν μία κατακτητικὴ στρατιωτικὴ κάστα. Αὐτοὶ οἱ μὴ μουσουλμᾶνοι ἦσαν
χριστιανοί, ἑβραῖοι, εἰδωλολάτρες Σαβαῖοι (στὴν Ὑεμένη καὶ τὴν Αἰθιοπία), ζωροάστρες καὶ
μανιχαῖοι. Οἱ μεταφραστὲς οἱ ὁποῖοι μετέφεραν τὰ ἑλληνικὰ κείμενα στὰ ἀραβικά, στὴν Βαγδάτη
τῆς Ἰσλαμικῆς Αὐτοκρατορίας τῶν Ἀββασιδῶν(750-1258), ὴσαν ὅλοι σχεδὸν χριστιανοί, ἰδίως
νεστοριανοί.
Αὐτὸς ὁ πολιτισμὸς τοῦ ἰσλὰμ μετέφερε δύο εἶδῶν πολιτιστικὰ ἀγαθά: οἱ λεγομένοι
«ἀραβικοὶ» ἀριθμοὶ προῆλθαν ἀπὸ τὴν Ἰνδία καὶ γενικὰ τὰ μαθηματικὰ καὶ ἡ ἰατρική ἤ ἡ
ἀλχημεία ἐγράφησαν μὲν στὰ ἀραβικά, ἀλλὰ ἀπὸ ἐπιστήμονες ποὺ ἡ μητρική τους γλῶσσα δὲν
ἦταν τὰ ἀραβικά καὶ δὲν ἦσαν συχνὰ μουσουλμᾶνοι. Ἀπὸ τὰ ἑλληνικὰ μετέφεραν ἰδίως γνώσεις
τῶν μαθηματικῶν, τῆς ἰατρικῆς, τῆς φαρμακευτικῆς καὶ τῆς βιολογίας.
Τὸ δεύτερο πολιτιστικὸ ἀγαθὸ, ἡ ἑλληνικὴ φιλοσοφία, μετεφέρθη πολὺ ὀλιγώτερο ἀπὸ τοὺς Ἄραβες.
Οὐσιαστικὰ μετέφεραν μόνον τὸν Ἀριστοτέλη καὶ τοὺς ἑρμηνευτές του, μαζὶ μὲ μερικὰ
ἀπόκρυφα κείμενα νεοπλατινκῆς προελεύσεως ποὺ ἀποδίδονται ἁπλῶς στὸν Ἀριστοτέλη. Τὸ
ὑπόλοιπο τῆς ἑλληνικῆς φιλοσοφίας ἔπρεπε νὰ περιμένῃ τὸν ΙΕ΄ αἰῶνα γιὰ νὰ περάσῃ ἀπ’
εὐθείας ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη στὴν Δυτικὴ Εὐρώπη ἀπὸ τοὺς ἰδίους τοὺς Βυζαντινούς.
Αὐτὸ τὸ «ὑπόλοιπο» εἶναι τεράστιο. Πρόκειται γιὰ ὁλόκληρη τὴν ἑλληνικὴ λογοτεχνία, δηλαδὴ
γιὰ τὴν ἐπικὴ ποίηση τοῦ Ὁμήρου καὶ τοῦ Ἡσιόδου, τὴν λυρικὴ ποίηση τοῦ Πινδάρου, τὴν
δραματικὴ ποίηση τῶν Αἰσχύλου, Σοφοκλέους καὶ Εὐριπίδου, τὴν ἱστορία τοῦ Ἡροδότου,
Θουκυδίδου καὶ Πολυβίου, τὸ μυθιστόρημα. Στὴν φιλοσοσοφία ἐπίσης τὰ συγγράμματα τοῦ
Ἐπικούρου ποὺ ἀναφέρονται ἀπὸ τὸν Διογένη Λαέρτιο, ὅπως καὶ τὰ ἔργα τοῦ Πλάτωνος, τοῦ
Πλωτίνου καὶ τοῦ Ἑρμοῦ Τρισμεγίστου ποὺ ἔφθασαν ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη στὴν
Φλωρεντία τῶν Μεδίκων, ὅπου καὶ μετεφράσθησαν στὰ λατινικά ἀπὸ τὸν ἰταλὸ φιλόσοφο
Marsilio Ficino (1433-1499). Καὶ φυσικὰ δὲν ξεχνοῦμε τὸν καθοριστικὸ ῥόλο τοῦ Πλήθωνος
Γεμιστοῦ ἀπὸ τὸν Μυστρᾶ στὴν μεταλαμπάδευση τοῦ πλατωνισμοῦ στὴν Ἰταλία.
Ἀλλὰ δὲν μετεφέρθησαν στὴν Δύση μόνον οἱ συγγραφεῖς τῶν προχριστιανικῶν Ἑλλήνων.
Μετεφέρθησαν καὶ τὰ ἔργα τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ποὺ οἱ Δυτικοὶ ἐπωνόμασαν, «οἱ
Ἕλληνες Πατέρες».
Οἱ διανούμενοι τοῦ ἰσλὰμ δὲν ἔπαιξαν ῥόλο στὴν μεταφορὰ αὐτὴ διότι ἐπρόκειτο γιὰ θεολογικὰ κείμενα μίας ἄλλης θρησκείας ἀπὸ τὴν ἰδική τους. Εἶναι ὅμως θλιβερὸ πὼς καὶ ἀπὸ τὴν χριστιανικὴ Ἀνατολὴ προερχομένη, ἡ μεταφορὰ αὐτὴ ἐβράδυνε πολύ, λόγῳ καὶ τοῦ παπικοῦ σχίσματος καὶ ἐχρειάσθη νὰ περιμένη ἡ Δύση τὸν ΙΓ΄ αἰῶνα καὶ ἰδίως τὴν Ἀναγέννηση. Πάντως, ὁ Μιχαὴλ Β΄ ὁ Τραυλός, τὸ 827, προσέφερε στὸν φράγκο βασιλέα Λουδοβῖκο τὸν Εὐσεβῆ (778-840), τριτότοκο υἱὸ τοῦ Καρλομάγνου, τὰ ἔργα τοῦ Ψευδο-Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου.
Εἶναι ἐνδιαφέρον νὰ τονίσουμε ὅτι ὁ παπποὺς καὶ ἡ γιαγιὰ τοῦ βυζαντινοῦ αὐτοῦ βασιλέως Μιχαὴλ Β΄ (820-829) ἦσαν ἑβραῖοι ποὺ εἶχαν ἀσπασθῆ τὴν χριστιανικὴ ὀρθοδοξία καὶ ὅτι ἦσαν ἀθίγγανοι, οἱ ὁποῖοι ἦσαν πολυπληθεῖς στὴν Καππαδοκία καὶ ἐχρησιμοποιοῦντο στὸν βυζαντινὸ στρατὸ μαζὶ μὲ τοὺς Ἀρμενίους. Ὁ Μιχαὴλ Β΄ ἦταν ἰκονοκλάστης καὶ εἶχε νυμφευθῆ τὴν Θέκλα, κόρη τοῦ βυζαντινοῦ στρατηγοῦ τουρκικῆς χαζαρικῆς καταγωγῆς, ποὺ ὠνομάζετο Βαρδάνης Τοῦρκος. Σημειωτέον, ὅτι οἱ Τοῦρκοι χάζαροι ἦσαν ἑβραῖοι.
Τέλος οἱ ἄραβες μουσουλμᾶνοι, ὡς ὀρθόδοξοι σουνῖτες ποὺ κατεδίκαζαν τὴν ἀπεικόνιση
κάθε ἀνθρωπίνης μορφῆς δὲν μετέφεραν στὴν δυτικὴ Εὐρώπη τὴν ἑλληνικὴ γλυπτικὴ καὶ
ζωγραφική. Ἀντιθέτως ἡ βυζαντινὴ ἀρχιτεκτονικὴ μετεφέρθη ὄχι μόνον στὴν ἰσλαμικὴ Μέση
Ἀνατολὴ ἀλλὰ καὶ στὴν μουσουλμανικὴ Ἰσπανία. Ἡ ἑλληνικὴ τέχνη μετεφέρθη ἀπ’ευθείας ἀπὸ
τοὺς Ἕλληνες στοὺς Εὐρωπαίους μέσῳ τῆς άρχαίας Ῥώμης.
θ) Ἡ δυτικοευρωπαϊκὴ ἑλληνομανία
Ἀρχίζοντας μὲ τὴν ἰταλικὴ Ἀναγέννηση τοῦ ΙΕ΄αἰῶνος, ἡ ἐξάπλωση τοῦ ἑλληνισμοῦ
παίρνει μορφὴ κατακλυσμοῦ, στὴν ὁποία οἱ Ἄραβες εἶναι πλέον ἀμέτοχοι. Ἐνῷ στὴν Ὀθωμανικὴ
Αύτοκρατορία ὁ βυζαντινισμὸς θριαμβεύει καὶ ἡ ἑλληνοχριστιανικὴ ὀρθοδοξία
γνωρίζει τὴν μεγίστη ἐξάπλωση λόγῳ τῆς ἐπανενώσεως τῆς αὐτοκρατορίας τῆς Ἐνδιάμεσης
Περιοχῆς καὶ ἐπεκτείνεται μάλιστα στὴν ἀχανῆ Ῥωσία, οἱ Ἄραβες κατακτῶνται ἀπὸ τὴν
βυζαντινωθωμανικὴ αὐτοκρατορία, γίνονται περιφέρεία καὶ διοικοῦνται ἀπὸ τοὺς Ῥούμι τῆς
Κωνσταντινουπόλεως, ὅπως ἀποκαλοῦν οἱ ἴδιοι τοὺς δημοσίους ὑπαλλήλους ποὺς τοὺς στέλνει ἡ
Βασιλεύουσα.
Στὴν δυτικὴ Εὐρώπη ἡ ἑλληνομανία, ἐπὶ πέντε αἰῶνες, ἀπὸ τὸν ΙΕ΄(15ο) στὸν Κ΄(20ο),
κυριεύει ὅλην τὴν εὐρωπαϊκὴ ἀφρόκρεμα ποὺ ἐπιβάλλει ἀκόμη καὶ τὴν ὑποχρεωτικὴ ἐκμάθηση
τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς στὰ γυμνάσια, καὶ αὐτὸ μέχρι τὰ μέσα τοῦ Κ΄αἰῶνος. Ὁ ἐξελληνισμὸς τῆς
Εὐρώπης δύναται νὰ συγκριθῆ μόνον μὲ τὸν ἐξελληνισμὸ τῆς ἀρχαίας Ῥώμης. Ὅλοι οἱ δυτικοὶ
διανοούμενοι δηλώνουν Ἕλληνες, ὅπως ἐδήλωνε Ἕλλην ὁ Ῥωμαῖος αὐτοκράτωρ Ἁδριανός (76-
138 μ.Χ.). Ἡ Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία ὁδεύει στὸν ΙΘ (19ο) αἰῶνα, χάρη στοὺς Φαναριῶτες, στὸν
πλήρη ἐξελληνισμό, ὁ ὁποῖος ἀπετεύχθη μόνον λόγῳ τοῦ ἰμπεριαλισμοῦ τῆς Δύσεως ποὺ
ἠθέλησε νὰ ὑποδουλώσῃ τὴν Αὐτοκρατορία. Γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ ἡ Εύρώπη ἐσχεδίασε νὰ
γελοιοποήσῃ τοὺς Ἕλληνες τῆς Πελοποννήσου, ἀμόρφωτοι τότε ἀγρότες, νὰ τοὺς βάλουν νὰ
δηλώνουν ἀρχαῖοι Ἕλληνες, μὲ τὴν περικεφαλαία τοῦ Κολοκοτρώνη, ὥστε κατόπιν αὐτοῦ νὰ
ἀποφανθοῦν ὅτι οἱ Ἕλληνες τῆς Ἑλλάδος ἦσαν παρηκμασμένοι καὶ ὅτι οἱ πραγματικοὶ διάδοχοι
τῶν Ἑλλήνων εὑρίσκοντο στὸ Παρίσι καὶ τὸ Λονδῖνο! Ἐπρόκειτο περὶ πειρατικῆς ἀρπαγῆς τῆς
ὡραίας Ἑλένης, ὅπως πειρατικὴ ἀρπαγὴ ὑπῆρξε ἡ ἀφαίρεση τῶν μαρμάρων τοῦ Παρθενῶνος.
Στὶς χῶρες τοῦ Ἰσλάμ, ὁ ἑλληνισμὸς παρέμεινε κτῆμα μερικῶν διανοουμένων καὶ σὲ
ἀντίθεση μὲ τὴν Εὐρώπη, γιὰ τὴν πλειοψηφία τοῦ πληθυσμοῦ, εἶναι σήμερα terra incognita.
Χρειάζεται τεραστία προσπάθεια ἐκ μέρους τῶν Ἑλλήνων γιὰ νὰ εἰσάγουν τὰ γραπτὰ ἑλληνικὰ
στὶς μουσουλμανικὲς χῶρες, καὶ ὄχι ἁπλῶς τὴν προφορικὴ γνώση μίας καθημερινῆς γλώσσας
τῆς ἀγορᾶς. Μόνον στὴν Τουρκία, τὰ τελευταῖα χρόνια, γίνεται μία τέτοια προσπάθεια καὶ αὐτὸ
χάρη στὴν πρωτοβουλία τῶν ἰδίων τῶν Τούρκων. Πνευματικὴ ἀναγέννηση μὲ μόνην τὴν
τεχνολογία δὲν ἔγινε πουθενὰ καὶ ποτέ. Χωρὶς τὰ ἑλληνικά, καμμία πραγματικὴ πνευματικὴ
πρόοδος δὲν εἶναι δυνατή. Αὐτὸ ποὺ χρειάζεται ὁ κόσμος τοῦ ἰσλάμ (καὶ ἐπίσης ὁ κόσμος τῆς
Ἰνδίας καὶ ὁ κόσμος τῆς Κίνας), εἶναι τὸ ἀντίστοιχο τοῦ Κολλεγίου τῆς Γαλλίας (College de
France). Τὸ 1530, ὁ μεταφραστὴς Guillaume Bude (Budaeus ἤ Γουλιέλμος Βουδαῖος καὶ ὄχι
Μπυντέ, 1468-1540), ὁ μεγαλύτερος ἑλληνιστὴς μὲ τὸν Ἔρασμο τῆς ἐποχῆς του, βιβλιοθηκονόμος
τοῦ βασιλέως τῆς Γαλλίας Φραγκίσκου Α΄, τοῦ ἐπρότεινε νὰ ἱδρύσῃ ἕνα κολλέγιο ποὺ νὰ διδάσκῃ
τὴν ἑλληνικὴ καὶ ἑβραϊκὴ γλῶσσα ποὺ μέχρι τότε δὲν ἐδιδάσκοντο στὴν Σορβόννη. Τὸ College
royal, τὸ μετενομασθὲν τὸ 1870 College de France, ποὺ ὑπάρχει ἀκόμη σήμερα, δίπλα στὴν
Σορβόννη, ἔφερε κυριολεκτικὰ τὸν ἑλληνισμὸ στὴν Γαλλία.
ι) Οἱ Ἄραβες χάνονται γιὰ τὸν ἑλληνισμό
Ἡ ἐξάπλωση τοῦ δυτικισμοῦ σὲ ὅλον τὸν πλανήτη ἐξυπηρέτησε τὰ καπιταλιστικὰ καὶ
ἰμπεριαλιστικὰ συμφέροντα τῆς Δύσεως, ἀλλὰ ξεσήκωσε τὸ μένος τῶν Ἀράβων σουνιτῶν, ὅπως
καὶ τῶν Τούρκων ἐθνικιστῶν, κατὰ τῶν δωσιλόγων τῆς Δύσεως, τῶν χριστιανῶν καὶ τῶν
Ἑλλήνων. Ἄν καὶ ὁ ἀραβικὸς ἐθνικισμὸς ὑπῆρξε ἀρχικὰ ἀραβοχριστιανικῆς προελεύσεως, σὲ
ὅλες τὶς ἀραβικὲς χῶρες μετὰ τὸ 1954 καὶ τὴν ἄνοδο τοῦ νασερισμοῦ στὴν Αἴγυπτο καὶ τοῦ
ἀκραίου ἐθνικισμοῦ στὴν Τουρκία, οἱ Ἑλληνες ὑπέστησαν ἐθνικὴ κάθαρση. Τὰ προλεταριακὰ
ἀραβικὰ ἔθνη ἔβλεπαν τοὺς Ἕλληνες μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ποὺ ἔβλεπαν τοὺς Γάλλους στὴν
Ἀλγερία, ἐγκατεστημένοι ἐκεῖ ἀπὸ τὸ 1830, δηλαδὴ ὡς πλουσίους ἐπιχειρηματίες ἐκμεταλλευτές,
ἀσχέτως ἐὰν οἱ Ἕλληνες δὲν εἶχαν ἐπισήμως ἀποικίες. Οἱ ἀπεγνωσμένες προσπάθειες, ἐπὶ
δεκάδες χρόνια, τῶν ἑλληνικῶν καὶ κυπριακῶν κυβερνήσεων νὰ κρατήσουν τὴν ἀραβικὴ καὶ
μουσουλμανικὴ φιλία εἰς βάρος τῶν Τούρκων, ποὺ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ μὴν ἐκδηλωθοῦν,
μέχρι στιγμῆς, τρομοκρατικὲς ἐπιθέσεις ἐναντίον τοῦ ἑλληνισμοῦ, τελικὰ δὲν ἀπέδωσε διότι δὲν
ἦτο δυνατὸν νὰ δικαιολογηθῆ ἡ πλήρης παράδοση τῆς Ἑλλάδος στὸ νατοϊκὸ καὶ
δυτικοευρωπαϊκὸ ἐγχείρημα.
Στὸν ΙΘ΄ (19ο) αἰῶνα, μεγάλες ἑλληνικὲς περιουσίες εἶχαν οἰκοδομηθῆ στὰ ἐδάφη τῆς
Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας τὸ κράτος τοῦ ὁποίου ἐστραγγαλίζετο ἀπὸ τὶς δυτικὲς δυνάμεις,
εἰδικὰ δὲ στὴν Αἴγυπτο. Καὶ ὅμως, σὲ δέκα μόνον χρόνια, ἀπὸ τὸ 1955 στὸ 1965, ὁ ἑλληνισμὸς τῆς
Αἰγύπτου κατεστράφη, κατόπιν τῶν ἀντιστοίχων μαζικῶν ἐξόδων τοῦ Κ΄(20ου) αἰῶνος, στὰ
Βαλκάνια, τὴν Τουρκία τοῦ 1922 καὶ τὸ κωνσταντινουπολίτικο πογκρὸμ τοῦ 1955. Παντοῦ, λόγῳ
τοῦ ἐθνικισμοῦ, ὁ ἑλληνισμὸς τῆς ἀνατολικῆς Μεσογείου, τῶν Βαλκανίων καὶ τοῦ Εὐξείνου
Πόντου ἐσυρρικνώθη στὰ ἐδάφη τοῦ σημερινοῦ ἑλληνικοῦ κρατιδίου τῶν Ἀθηνῶν. Τὸν ἔδιωξαν οἱ
Ῥῶσοι ἀπὸ τὴν Κριμαία τὸ 1919, ἐπειδὴ ὁ Βενιζέλος εἶχε στείλει στρατὸ γιὰ νὰ βοηθήσῃ τοὺς
Εὐρωπαίους ἰμπεριαλιστὲς νὰ κτυπήσουν τοὺς μπολεσβίκους, τὸν ἔδιωξε ἐπίσης ἀπὸ τὴν
Ῥουμανία ὁ ἐθνοκομμουνιστὴς Τσαουσέσκου.
Ὅπως καὶ σὲ ὅλον τὸν χῶρο τῆς πρώην Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας, ὁ ἑλληνισμὸς ἦταν
παρὼν ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου, ἀλλὰ στὸν ΙΘ΄ αἰῶνα νέο αἷμα ἔρρευσε σὲ
ὅλα τὰ γνώριμα ἐδάφη Στὴν Αἴγυπτο, τὸ πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας καὶ κατόπιν πάσης Ἀφρικῆς
ἦταν παρὸν ἀπὸ τὸν Ι΄(10ο) αἰῶνα μ.Χ. καὶ τὸ 1833 ἱδρύθη στὴν Ἀλεξάνδρεια τὸ πρῶτο ἑλληνικὸ
προξενεῖο.
Ὁ ἑλληνικὸς πληθυσμὸς τῆς ὀθωμανικῆς Αἰγύπτου, στὸ τέλος τοῦ ΙΘ΄(18ου) αἰῶνος, ἦταν
περίπου 2.000. Ἑκατὸ χρόνια ἀργότερα εἶχαν αὐξηθῆ στοὺς 76.000. Τὸ 1907, στὴν πρώτη ἐπίσημη
ἀπογραφὴ τῆς Αἰγύπτου ἐμετρήθησαν 132.947 ἄτομα μὲ ἑλληνικὴ ὑπηκοότητα, σὺν 40.000
Ἕλληνες ὀθωμανοὶ καὶ ἄλλους 30.000 αἰγυπτίους ἑλληνοφώνους.
Ἡ περίοδος 1880 -1920, ὑπῆρξε ἡ χρυσὴ ἐποχὴ τοῦ ἑλληνισμοῦ τῆς Αἰγύπτου. Ἀλεξάνδρεια
καὶ Κάϊρο ὑπῆρξαν φάροι τοῦ ἑλληνισμοῦ: πληθώρα συλλόγων καὶ ἐμπορικῶν σωματείων,
ἀδελφότητες, νοσοκομεῖα, πτωχοκομεῖα, ὀρφανοτροφεῖα, φιλανθρωπικὰ σωματεῖα. Ἡ Αἴγυπτος
ἐπορεύετο πρὸς τὸν ἐξελληνισμὸ, ὅπως καὶ ἡ Μικρασία πρὸ τοῦ 1912, μὲ ἕνα κυρίαρχο ἑλληνικὸ
οἰκονομικὸ κατεστημένο. Ὁ χῶρος ἐδῶ δὲν ἐπαρκεῖ, ἁπλῶς γιὰ νὰ καταχωρηθοῦν τὰ ἀμέτρητα
ὀνόματα τῶν μεγιστάνων τοῦ πλούτου, τόσο στὴν Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία, ὅσο καὶ στὴν
Αἴγυπτο τῶν ἀρχῶν τοῦ Κ΄(20ου) αἰῶνος, ποὺ εἶναι ἄλλωστε γνωστοὶ στὸ πανελλήνιο ἐφ’ὅσον
ἀνεδείχθησαν καὶ ἐθνικοὶ εὐεργέτες τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους.(Βλέπε, ἐνδεικτικὰ, τὰ βιβλία τοῦ
αἰγυπτιώτου καθηγητοῦ Εὐθυμίου Σουλογιάννη, Ἡ θέση τῶν Ἑλλήνων στὴν Αἴγυπτο, 1999, καὶ Ἡ
ἑλληνικὴ κοινότητα τοῦ Καΐρου, 2001).
Τὸ δυσάρεστο ὅμως ἦταν ὅτι ὁ ῥωμαίϊκὸς αὐτὸς καπιταλισμὸς ἐπλούτιζε χάρη σ