397 – Δὲν ὑπάρχει παλαιστινιακὸς λαός

Ἐπὶ δεκάδες χρόνια, στὸ Πανεπιστήμιο τῆς Ὀττάβας, ἐδίδασκα τακτικά, βάσει ἀρχείων, τὸ Παλαιστινιακό. Ἀντικειμενικότης, δηλαδὴ ῥομποτικὴ σκέψη, στὶς κοινωνικὲς ὅπως καὶ στὶς θετικὲς ἐπιστῆμες εὐτυχῶς δὲν ὑπάρχει. Ἡ ἀλήθεια πλησιάζεται μὲ ἕνα καὶ μόνο καταπληκτικὸ ἐργαλεῖο: μὲ τὴν χριστιανικὴ ἀγάπη.

Ὡς κομμουνιστής, ὅταν τὸ 1948, ἐσωτερικὸς σὲ σχολεῖο τῆς Γαλλίας, ἔμαθα ὅτι εἶχε ἱδρυθῆ κράτος τοῦ Ἰσραήλ ὡς σοσιαλιστικό, συνεφώνησα μὲ τὸ ἑβραιόπουλο συμμαθητή μου ὅτι ἔπρεπε νὰ τὸ στηρίξουμε ἐπειδὴ εἴχαμε μάθει ὅτι πρώτη ἡ Σοβιετικὴ Ἕνωση τὸ εἶχε ἀναγνωρίσει. Ἀργότερα, πάντα ὡς κομμουνιστής, ὑπεστήριξα μὲ ἐνθουσιασμὸ τὸ παναραβικὸ κίνημα τοῦ οὐδετερισμοῦ τῶν τριῶν συνισταμένων τοῦ συροϊρακινοῦ μπαασισμοῦ, τοῦ νασερισμοῦ καὶ τοῦ κανταφισμοῦ. Ἀργότερα πάλι, ὅταν ἐξεδηλώθη τὸ 1979, ἡ σιϊτικὴ χομεϊνικὴ ἐπανάσταση στὸ Ἰράν, τὴν ὑπεστήριξα καὶ πάλι μὲ ἐνθουσιασμό, ὡργάνωσα τέσσερα συνέδρια στὴν Ἀθήνα καὶ τὴν Τεχεράνη, στὴν περίοδο 1990-1994, διαλόγου ἑλληνωρθοδοξίας-σιϊσμοῦ καὶ ἐπιπλέον ὑπῆρξα ὁ μόνος ἕλλην ὀρθόδοξος ποὺ ἔπαιρνε μέρος σὲ ἰσλαμικὰ συνέδρια στὸ Ἰράν, τὰ ὁποῖα ὑπεστήριζαν τὸν «παλαιστινιακὸ λαό» κατὰ τῆς «ἰσραηλινῆς κατοχῆς».

Παρὰ ταῦτα, ἐγνώριζα ἐξ ἀρχῆς, αὐτὸ ποὺ μοῦ εἶχαν διδάξει οἱ ἴδιοι οἱ Ἄραβες, ὅτι παλαιστινιακὸς λαὸς δὲν ὑπῆρχε, ὅπως δὲν ὑπάρχει σήμερα λακωνικὸς λαός. Οἱ Παλαιστίνιοι εἶναι Ἄραβες, ὅπως οἱ Λάκωνες εἶναι Ἕλληνες. Τὸ κίνημα τοῦ παναραβισμοῦ τὸ ἀπεδείκνυε: Μπαασιστές, Νασερικοί, Κανταφικοὶ ἠγωνίζοντο νὰ ἑνώσουν ἕναν λαό, τὸν ἀραβικό, ἀπὸ τὸ Ἀτλαντικὸ στὸν Ἀραβοπερσικὸ κόλπο καὶ νὰ πετάξουν ἡνωμένοι τοὺς Ἰσραηλινοὺς παρείσακτους στὴν θάλασσα, ἤδη ἀπὸ τὸ 1948.Τότε σουνῖτες καὶ σιῖτες μουσουλμᾶνοι ἦσαν ἡνωμένοι.

Ἀπεδείχθη ὅμως ὅτι οἱ Ἄραβες ἦσαν ἀνίκανοι γιὰ μεγάλη πολιτικὴ ὅταν, ὑπὸ τὴν ἐπιρροὴ τοῦ δυτικοῦ ἰμπεριαλισμοῦ, διηρέθησαν καὶ θρησκευτικά (ἀναπτύσσοντας μὲ τὸν ἰρακινὸ πόλεμο τοῦ ἀμερικανοῦ συμμάχου Σαντὰμ κατὰ τοῦ Ἰράν, τὴν καταστρεπτικὴ διχόνοια σουννιτισμοῦ-σιϊτισμοῦ), ἀλλὰ καὶ ἐθνικά, ἀναπτύσσοντας τὴν θεωρία ὑπάρξεως πολλῶν ἀραβικῶν ἐθνοτήτων, καταστρέφοντας ἔτσι τὸ ὅραμα τοῦ παναραβισμοῦ.

Ἔτσι ἐγεννήθη ὁ μῦθος τοῦ παλαιστινιακοῦ λαοῦ. Πράγματι, τὸ 1948, ἡ Παλαιστίνη ὡς πρώην ἐπαρχία τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορία εἶχε διαιρεθῆ ἀπὸ τὸν ΟΗΕ σὲ Ἰορδανία (90% τῆς Παλαιστίνης) σὲ Παλαιστηνιακὸ κράτος (5% τῆς Παλαιστίνης) καὶ σὲ κράτος τοῦ Ἰσραήλ (5% τῆς Παλαιστίνης). Στὸν Μεσοπόλεμο ὁ Βρεταννὸς ἀποικιστὴς εὐνοοῦσε συστηματικὰ τοὺς Ἄραβες εὶς βάρος τῶν Ἑβραίων, παρὰ τὴν δήλωση Μπάλφουρ τοῦ 1917 περὶ ἱδρύσεως ἑβραϊκῆς ἑστίας ποὺ οἱ ἑβραῖοι τραπεζῖτες τῆς Διασπορᾶς εἶχαν ἀποσπάσει ἀπὸ τὸ Βρεταννὸ ὑπουργὸ Ἐξωτερικῶν τῆς ἐποχῆς.

Ὅπως καὶ στὴν Κύπρο, ὁ Βρεταννὸς ἀποικιστής (ποὺ εἶχε παίξει τὸ παιχνίδι τοῦ διαίρει καὶ βασίλευε μεταξὺ Ἑλλήνων καὶ Τούρκων κατὰ τοῦ ἀπελευθερωτικοῦ ἀγῶνος τῶν Ἑλληνοκυπρίων 1955-1959), ἐφήρμοσε τὴν ἴδια πολιτικὴ τοῦ διαίρει καὶ βασίλευε στὴν Παλαιστίνη, κατόπιν τῆς ἐπιτυχίας τοῦ ἀγῶνος ἀνεξαρτησίας τῶν ἑβραίων, οἱ ὁποῖοι ἐχρησιμοποίουν τὴν τρομοκρατία (ποὺ πρῶτος ἐξεθείασε κατὰ τὴν Γαλλικὴ Ἐπανάσταση ὁ Ῥοβεσπιέρρος καὶ ποὺ σήμερα ὑποκριτικὰ καταδικάζεται ἀπὸ τὶς Μεγάλες Δυνάμεις καὶ τὰ ἑλληνικὰ τσιράκια τους τῶν ὑποβαθμισμένων γραικύλων, ποὺ κατεδίκασαν τὴν 17 Νοέμβρη μέχρι καὶ τοὺς Πυρῆνες τῆς Φωτιᾶς) μὲ ἀνατινάξεις κτιριῶν καὶ δολοφονιῶν προσωπικοτήτων.

Ἡ τακτικὴ τῶν βρεταννῶν ἰμπεριαλιστῶν, μετὰ τὴν ὑποχρεωτικὴ ἐκκένωση τῶν ἐδαφῶν τῆς Παλαιστίνης, ἦταν πρῶτον νὰ ἐνθαρρύνουν ὅλα τὰ ἀραβικὰ κράτη, μαζὶ καὶ τὸ νεοσύστατο παλαιστινιακό, νὰ συνασπισθοῦν, περικυκλώνοντας τὸ νεογέννητο λιλιπούτειο ἑβραϊκὸ κράτος γιὰ νὰ τὸ πετάξουν στὴν θάλασσα.

Ἀντ’ αὐτοῦ, ἡ διεθνὴς κοινὴ γνώμη, ἀνεκάλυψε μὲ ἔκπληξη ὅτι οἱ κατασυκοφαντημένοι ἀπὸ τὸν δυτικὸ ἀντισημιτισμὸ ἑβραῖοι ἔμποροι-τοκογλύφοι, ἐγνώριζαν πῶς νὰ μάχονται καὶ ἔκτοτε ἀπὸ τὸ 1949, τὰ ἰσραηλινὰ στρατεύματα ἐκέρδιζαν, τὴν μία μετὰ τὴν ἄλλη, στρατιωτικὲς νῖκες κατὰ τῶν ἀνικάνων ἀλλὰ ἐξόχως φαφλατάδων Ἀράβων.

Τότε, οἱ δυτικοὶ ἰμπεριαλιστές, διαπιστώνοντας ὅτι οἱ Ἰσραηλινοὶ ἦταν σκληρὸ καρύδι, ἀπεφάσισαν νὰ τὸ στηρίξουν γιὰ νὰ ἐξυπηρετήσουν τὴν πολιτική τους στὴν Μέση Ἀνατολή, καὶ ἐβάλθησαν νὰ καταστρέψουν τὴν ἔννοια καὶ τὴν πολιτικὴ τοῦ παναραραβισμοῦ, διαιρῶντας τοὺς Ἄραβες σὲ δῆθεν ἐθνικὰ κράτη, συμπεριλαμβανομένης καὶ τῆς ψευδοεθνικότητος ἀραβικῆς Παλαιστίνης, νὰ τοὺς διαιρέσουν καὶ θρησκευτικά, μεταξὺ σιϊτῶν καὶ σουννιτῶν, κάτι ποὺ ἐπέτυχαν πλήρως ἀποδεικνύοντας τὴν ἐκπληκτικὴ ἀνικανότητα τῶν Ἀράβων.

Ἐξ ἀρχῆς, ἡ ἰδική μου ἐκτίμηση ἦταν ὅτι τὸ κράτος τοῦ Ἰσραήλ, παρὰ τὸν ἡρωϊσμὸ τοῦ λαοῦ του, δὲν ἠδύνατο νὰ ἐπιβιώσῃ γιὰ πολὺ καὶ ὅτι κάποια στιγμὴ θὰ ἐξεδιώκετο καταποντισμένο στὴν θάλασσα ὅπως αὐτὸ εἶχε συμβῆ στὸν Μεσαίωνα στὰ παλαιστινιακὰ κράτη τῶν καθολικῶν σταυροφόρων. Ὑπελόγιζα ὅμως χωρὶς τὸν ξενοδόχο.

Τώρα ἔχω ἀλλάξει γνώμη καὶ πιστεύω ὅτι οἱ ἀνίκανοι Ἄραβες, παρὰ τὶς ἀπεγνωσμένες προσπάθειες τῶν ἰσλαμιστῶν τζιχαδιστῶν τοῦ ISIS καὶ λοιπῶν συνησπισμένων φανατικῶν ὁμάδων ἔχουν χάσει ὁριστικὰ τὸ παιχνίδι γι’αὐτὸ καὶ φέρονται ἀσυνάρτητα σὰν μαινόμενοι ταῦροι.

Συνεπῶς, τὸ συμφέρον μας εἶναι νὰ συμμαχοῦμε σταθερὰ μὲ τὸ Ἰσραὴλ κατὰ τοῦ μαινομένου αὐτοῦ ταύρου καὶ τὸ διεφθαρμένο, ἀπὸ τοὺς ἀνικάνους Ἄραβες, Ἰσλάμ. Μόνον ὁ ἀλεβισμός, ὁ σουφισμὸς καὶ ὁ σιϊσμὸς δύνανται νὰ σώσουν τὸν Ἀλί-Χριστὸ ἀπὸ τὸν γενικὸ καταποντισμὸ τοῦ ἄλλοτε ἐποικοδομητικοῦ μήνυματος τοῦ προφήτου Μωάμεθ.