(Μὲ ἀφορμὴ τὸ μακελειὸ στὸ Λὰς Βέγκας)
α) Γιατὶ ὁ Michael Moore στὸ Bowling for Columbine εἶχε ἄδικο, τὸ 2002
Στὸ κινηματογραφικό του βραβευμένο ντοκυμαντὲρ Bowling for Columbine, ὁ Michael Moore παρουσιάζει τὴν βαρβαρότητα τῆς ἀμερικανικῆς κοινωνίας βασισμένης στὸ συστηματικὸ ἔγκλημα καὶ ἐξαίρει τὸ “σατανικὸ” σύμβολο αὐτῆς τῆς ἐγκληματικότητος, τὸν ἠθοποιὸ Charles Heston, πρόεδρο τῆς National Rifle Association (NRA), δηλαδὴ τοῦ παντοδυνάμου ἀμερικανικῆς καουμποϊκῆς ἐμπνεύσεως “Ἐθνικοῦ Συνδέσμου Ὁπλοφορούντων”. Μαθαίνουμε πὼς συντελοῦνται 11.500 δολοφονίες κατ’ ἔτος στὶς ΗΠΑ καὶ μᾶς δηλώνει πὼς οἱ Ἀμερικανοὶ πολῖτες δὲν εἶναι ἁπλῶς βάρβαροι, ἀλλὰ “πνευματικὰ ἀσθενεῖς”! Καὶ ὅμως ὁ Μοὺρ εἶχε ἄδικο. Ἀντὶ νὰ ἐπικεντρώση τὴν προσοχὴ τῶν θεατῶν στὴν αἰτία τῶν ἐγκληματικῶν πράξεων στὴν Ἀμερική, ποὺ εἶναι τὸ καπιταλιστικὸ σύστημα καὶ τὸ συγκεντρωτικὸ κράτος, καταφέρεται ἀποκλειστικὰ κατὰ τοῦ πανισχύρου λόμπυ τῶν ὁπλοφορούντων. Οἱ Ἕλληνες θεατὲς, μὴ γνωρίζοντας τὴν ἀμερικανικὴ πραγματικότητα, ἐχειροκρότησαν μὲ ἥσυχη συνείδηση τὸν Μούρ, μέχρι ποὺ ἐξέσπασε τὸ σκάνδαλο τῶν Ζωνιανῶν, κατὰ τὸ ὁποῖο ἡ Κρήτη παρωμοιάσθη αἴφνης μὲ τὴν Ἀμερική, βορεία καὶ νοτία, καὶ οἱ Ἕλληνες εὑρέθησαν σὲ ἀμηχανία.
Γιὰ νὰ κάνουμε τὴν ἐπιχειρηματολογία μας πιὸ σαφῆ, σκεφθῆτε ὅτι σὲ κάθε κουζίνα οἰκίας, ὑπάρχουν ἐκτεθιμένα στὰ μάτια τῶν παιδιῶν καὶ τῶν ἐνηλίκων τῆς οἰκογενείας ἀρκετὲς ἐντυπωσιακὲς μάχαιρες γιὰ τὴν κατάτμηση τοῦ κρέατος καὶ τῶν ποικίλων τροφῶν, χωρὶς αὐτὲς νὰ εἶναι δηλωμένες στὴν ἀστυνομία καὶ χωρὶς ποτὲ νὰ κατηγορηθοῦν ὅτι εἶναι ἡ αἰτία δολοφονιῶν στὸ πλαίσιο οἰκογενειακῶν ἀντιδικιῶν. Ὁ καπιταλισμὸς ποὺ “μολύνει ὅτι πιάνει”, ποὺ δίδει στοὺς πολῖτες του ὡς μόνο ὄνειρο τὴν ὑλικὴ εὐημερία καὶ μετατρέπει τὸ μυστήριο τοῦ γάμου σὲ συνεταιρισμὸ (partnership), εἶναι οὐσιαστικὰ ὁ ὑπαίτιος τῆς μαφιοιποιήσεως τῶν ΗΠΑ, τῆς Κολομβίας καὶ τῆς Κρήτης. Ὑπαίτιος δὲν εἶναι οὔτε ἡ νομαδικὴ ἀντίληψη τῆς ἐλευθερίας οὔτε τὸ πανάρχαιο ἔθιμο τῆς βεντέτας. Ὅσο δὲν καταργηθῆ ὁ καπιταλισμός, ὄχι μόνον εἶναι φύσει ἀδύνατον νὰ λυθῆ τὸ πρόβλημα, ἀλλὰ ἀφοῦ θὰ ἀγκαλιάση ὅλην τὴν ὑφήλιο, θὰ τὴν καταποντίση στὸ ὁλοκαύτωμα τοῦ Ἀρμαγεδδῶνος. Οἱ Ἀμερικανοὶ πιστεύουν ἀκριβῶς αὐτό. Ἁπλῶς, ἐπειδὴ ἔχουν γαλουχηθῆ ἐξ ἀρχῆς μέσα ἀπὸ τὸν καπιταλισμό, ἀντικαθιστοῦν τὴν τελευταία αὐτὴ ἔννοια μὲ τὴν ἔννοια τοῦ κράτους, ὁ συγκεντρωτισμὸς τοῦ ὁποίου θὰ φέρη ἀναποφεύκτως τὸν Ἀρμαγεδδῶνα.
β) Ἡ National Rifle Association (NRA) τῆς Ἀμερικῆς
Ἱδρύθη στὴν Νέα Ὑόρκη τὸ 1871 ὡς μὴ κερδοσκοπικὴ ὀργάνωση, γιὰ νὰ ἐκπαιδεύση τοὺς Ἀμερικανοὺς πολῖτες στὴν σκοποβολή, τὴν ἀσφάλεια τῆς ὁπλοχρησίας, τὴν αὐτοάμυνα, τὸ κυνήγι θηραμάτων, σὲ μία κοινωνία περιορισμένης κρατικῆς παρεμβάσεως. Σήμερα ἀριθμεῖ τέσσερα ἑκατομμύρια μέλη. Ἡ σκοποβολὴ ὡς ὀλυμπιακὸ ἄθλημα, τὸ κυνήγι, ἡ πανστρατιὰ ὅπως στὴν Ἑλβετία ὅπου ὅλοι οἱ πολῖτες καλοῦνται κατὰ τακτὰ διαστήματα νὰ ὑπηρετοῦν στὸν στρατὸ καὶ συντηροῦν στὸ σπίτι τους τὸ στρατιωτικό τους ὅπλο, εἶναι ἡ ἀποστολὴ τῆς ὀργανώσεως. Ἄλλωστε, τὸ πρότυπο τῶν Ἑλβετῶν εἶναι ἡ σκοποβολὴ τοῦ μεσαιωνικοῦ τους ἥρωος Γουλιέλμου Τέλ. Ὁ ὁπλισμένος λαὸς εἶναι πολιτοφυλακὴ καὶ ἡ δεύτερη τροπολογία τοῦ ἀμερικανικοῦ Συντάγματος λέγει ἐπὶ λέξει: “‘Εφ’ ὅσον μία καλῶς ὀργανωμένη πολιτοφυλακή (Militia) εἶναι ἀπαραίτητη στὴν ἀσφάλεια ἑνὸς ἐλευθέρου Κράτους, τὸ δικαίωμα τοῦ λαοῦ νὰ φυλάττη ὅπλα καὶ νὰ ὁπλοφορῆ δὲν θὰ παραβιασθῆ”. Ὅταν ὅμως τὸ κράτος τρομοκρατεῖ, χρησιμοποιώντας συστηματικὰ τὴν τρομοκρατία ὅπως τὸ κάνει σήμερα, τότε δίδει τὸ παράδειγμα στοὺς πολῖτες του καὶ τρομοκρατεῖται. Σὲ μία λαοκρατία, φυσικὸ εἶναι ὁ κάθε πολίτης νὰ φέρη ὅπλο.
Στὶς 17 Νοεμβρίου 1871, δύο ἀξιωματικοὶ τοῦ ἀμερικανικοῦ στρατοῦ ἵδρυσαν τὴν ὀργάνωση γιὰ νὰ “παράσχουν ἐκπαίδευση στὴν χρήση τῶν ὅπλων καὶ νὰ ἐνθαρρύνουν τὸ ἐνδιαφέρον στὸν ἀθλητισμὸ τῆς σκοποβολῆς”(J.B. Trefethen & J.E. Serven, Americans and their Guns: The National Rifle Association Story through Nearly a Century of Service to the Nation, Harrisburg, PA, Stackpole Books, 1967, σ.111). Ἀρχικῶς, οἱ περισσότεροι τῶν προέδρων τῆς ὀργανώσεως ἦσαν στρατηγοὶ. Στὴν διάρκεια τοῦ δευτέρου παγκοσμίου πολέμου ἡ ὀργάνωση συνέβαλε στὴν πολεμικὴ προσπάθεια. Μετὰ τὸ 1977 ἀντεστάθη μὲ σθένος σὲ ὅλες τὶς προσπάθειες τοῦ κράτους νὰ ἐλέγξη τὴν κατοχὴ τῶν ὅπλων ἀπὸ τὸν ἀμερικανικὸ λαὸ μὲ τὸ ἐπιχείρημα ὅτι ὁ κρατικὸς συγκεντρωτισμὸς ἔτεινε στὸν περιορισμὸ τῶν ἐλευθεριῶν τοῦ πολίτου. Τὶς ἰδέες της, ἡ ὀργάνωση τὶς διαφημίζει μέσῳ πολλῶν περιοδικῶν ἐντύπων ὅπως τὸ American Rifleman, American Hunter, American Guardian (America’s 1st Freedom), Women’s Outlook, Shooting Sports USA. Στὴν πόλη Fairfax τῆς πολιτείας τῆς Βιργινίας, εὑρίσκεται ἐγκατεστημένο τὸ “‘Εθνικὸ Μουσεῖο τῶν Ὅπλων” τῆς ὀργανώσεως μὲ βιβλιοθήκη. Παντοῦ στὶς ΗΠΑ ὑπάρχουν τοπικὲς λέσχες, ὡς παραρτήματα τῆς NRA. Ἡ ἐκπαίδευση στὴν ἀσφάλεια τῶν ὅπλων εὶναι πολὺ προχωρημένη, βασισμένη στὶς τρεῖς ἀκόλουθες ἀρχές: Ποτὲ νὰ μὴν τοποθετεῖς τὸ ὅπλο σὲ κακὴ κατεύθυνση. Ποτὲ νὰ μὴν βάζη τὸ δάκτυλο στὴν σκανδάλη προτοῦ εἶσαι ἔτοιμος νὰ πυροβολήσης. Πάντα νὰ ἀποθηκεύης τὸ ὅπλο ἄδειο. Στὴν πραγματικότητα ἐὰν ὑπῆρχε στὴν Κρήτη, τὸ ἀντίστοιχο τῆς NRA, θὰ ἀπεφεύγοντο πολλὰ ἀτυχήματα.
γ) 1789: Ἡ δεύτερη τροπολογία τοῦ ἀμερικανικοῦ Συντάγματος
Ἡ NRA θεωρεῖται ὡς τὸ πλέον ἰσχυρὸ πολιτικὸ λόμπυ τοῦ Ἀμερικανικοῦ Κονγκρέσου καὶ ἔχει ὡς στόχο τὴν μὴ ὑποταγὴ τοῦ ἀμερικανικοῦ λαοῦ στὸν Μεγάλο Ἀδελφὸ τοῦ Κράτους. Σὲ παλαιότερο ἄρθρο μου στὸ Τρίτο Μάτι (τ.140, Ἀπρίλιος 2006, σ.22-29) ποὺ ἔφερε τὸν τίτλο, “Οἱ Ἐλευθέριοι ὡς ἔκφραση τοῦ ἀμερικανικοῦ καπιταλιστικοῦ ἀναρχισμοῦ: Wal-Mart καὶ νομαδισμός”, ἐξηγοῦσα τὴν ἀφοσίωση τοῦ ἀμερικανικοῦ λαοῦ, στὶς άρχὲς τῆς ἀνάρχου ἐλευθερίας τοῦ καουμποϊκοῦ νομαδισμοῦ τοῦ Φὰρ Οὐέστ. Στὶς 21 Σεπτεμβρίου 1789 τὸ ἀμερικανικὸ Κονγκρέσο ἐπέρασε τὴν δεύτερη τροπολογία στὸ ἀμερικανικὸ Σύνταγμα ποὺ ἐξησφάλιζε καὶ ἐξασφαλίζει μέχρι καὶ σήμερα τὸ δικαίωμα τοῦ λαοῦ νὰ ὁπλοφορῆ. Θὰ ἠδύνατο νὰ ὀνομασθῆ αὐτὸ τὸ κείμενο, ἡ καουμποϊκὴ τροπολογία, στὴν ὁποία ἡ ἵδρυση τῆς NRA τὸ 1871 ἔβαλε κάποια τάξη. Ἡ σημερινὴ τρομακτικὴ αὔξηση τῶν ἐγκλημάτων ἀνηλίκων στὰ ἀμερικανικὰ σχολεῖα, τὰ ὁποῖα δὲν ἐσυνηθίζοντο στὸν ΙΘ΄ αἰῶνα, δὲν προέρχεται ἀπὸ τὴν ἐλευθερία τῆς ὁπλοχρησίας ἀλλὰ ἀπὸ τὴν διάλυση τῶν παραδοσιακῶν ἀρχῶν τῆς ἀμερικανικῆς κοινωνίας, τὴν διάλυση τῆς οἰκογενείας, δηλαδὴ τὴν ἐξέλιξη τῆς καπιταλιστικῆς κοινωνίας σὲ παγκόσμια μαφιοκρατία.
Πρέπει νὰ ἀνατρέξουμε στὴν δομὴ τῶν παραδοσιακῶν κοινωνιῶν στὴν Ἀνατολὴ καὶ τὴν Δύση, τὴν ἐποχὴ ὅπου οἱ οἰκουμενικὴ αὐτοκρατορία ἀλλὰ καὶ τὸ βασίλειο δὲν ἐστραγγάλιζε τὸν λαὸ μέσα στὸν στενὸ κορσὲ τοῦ κρατικοῦ συγκεντρωτισμοῦ, ἁπλῶς ἔπαιζε τὸν ῥόλο τοῦ ἀφ’ ὑψηλοῦ συντονιστοῦ τῶν τοπικῶν αὐτονόμων κοινοτήτων τοῦ βασιλείου του. Συγκεκριμένα, τὸ ἀμερικανικὸ πρότυπο τοῦ 1789 προήρχετο ἀπὸ τὴν βρεταννικὴ μεσαιωνικὴ παράδοση. Στὸν ΙΒ΄ αἰῶνα ὁ Ἑρρῖκος Β΄ τῆς Ἀγγλίας (1154-1189) ὑπεχρέωσε ὅλους τοὺς ἐλευθέρους ὑπηκόους του νὰ ὁπλισθοῦν γιὰ νὰ ὑπερασπίσουν τὸν ἑαυτό τους καὶ τὴν κοινωνία. Τὸ 1253, ὁ Ἑρρῖκος Γ΄ (1216-1272) ἀπήτησε ὁ κάθε ὑπήκοός του ἡλικίας μεταξὺ τῶν 15 καὶ 50, νὰ κατέχη, ἐκτὸς ἀπὸ μαχαίρι, καὶ ὅπλο. Ἡ Ἀγγλία δὲν εἶχε ἀστυνομία μέχρι τὸ 1829 καὶ μέχρι τότε ὁ κάθε ὑπήκοος μὲ τὸ ὅπλο του ἔπρεπε νὰ εὑρίσκεται σὲ ἐπιφυλακὴ τὰ βράδια γιὰ νὰ ἀποφεύγονται βίαιες πράξεις.
Ὁ ταξικὸς καὶ ἀντιλαϊκὸς χαρακτὴρ τοῦ συγκεντρωτικοῦ κράτους εἶναι ἐμφανὴς ὅταν, μὲ τὸν καιρό, ἐδόθησαν ὅπλα μόνον σὲ πολῖτες ἐμπιστοσύνης. Ἔτσι, τὸ 1671, τὸ βρεταννικὸ κοινοβούλιο ἀπεφάσισε ὅτι δικαίωμα νὰ κατέχουν ὅπλα θὰ ἔχουν ἐφεξῆς μόνον οἱ πολλοὶ πλούσιοι. Τὸ 1686, ὁ ῥωμαιοκαθολικὸς βασιλεὺς Ἰάκωβος Β΄ τῆς Ἀγγλίας, ἀπηγόρευσε στοὺς προτεστάντες νὰ κατέχουν ὅπλα, ἄν καὶ οἱ τελευταῖοι αὐτοὶ ἀντεπροσώπευαν τὸ 95% τῶν Ἄγγλων ὑπηκόων! Τὸ 1689 ὅμως, μὲ τὴν ἄνοδο στὸν θρόνο τοῦ Γουλιέλμου Γ΄ τῆς Ἀγγλίας, ὁ προτεσταντισμὸς ἐθριάμβευσε καὶ ὁ νέος νόμος τοῦ βασιλέως (ἡ “Ἀγγλικὴ Διακήρυξη Δικαιωμάτων”) ἔλεγε: “Οἱ ὑπήκοοι ποὺ εἶναι προτεστάντες δύναντα νὰ κατέχουν ὅπλα γιὰ τὴν ὑπεράσπισή τους”.
Ὅταν, στὸν ΙΗ΄ (18ο) αἰῶνα, στὴν διάρκεια τὴς ἀμερικανικῆς ἐπαναστάσεως, οἱ Βρεταννοὶ προσεπάθησαν νὰ ἀφοπλίσουν τὴν πολιτοφυλακὴ τῶν ἀποίκων, οἱ τελευταῖοι αὐτοὶ ἐπεκαλέσθησαν τὴν Ἀγγλικὴ Διακήρυξη Δικαιωμάτων τοῦ 1689. Γι αὐτοὺς, τὸ κράτος ἦταν ὁ ἐχθρὸς τῶν ἐλευθεριῶν τῶν πολιτῶν καὶ ἕνας ἀπὸ αὐτούς, ὁ James Madison, ἔγραφε στὶς 29 Ἰανουαρίου 1788: “Γιὰ νὰ ἐπιβληθῆ ἕνας τακτικὸς στρατὸς θὰ ἔπρεπε νὰ ἀφοπλισθῆ ὁ λαός ὅπως αὐτὸ συμβαίνει σὲ σχεδὸν ὅλα τὰ βασίλεια στὴν Εὐρώπη. Ἡ ὑπερτάτη ἐξουσία στὴν Ἀμερικὴ δὲν δύναται νὰ ἐπιβάλη ἀδίκους νόμους μὲ τὸ σπαθί. Καὶ αὐτό, ἐπειδὴ ὅλος ὁ λαὸς εἶναι ὁπλισμένος καὶ συγκροτεῖ μία δύναμη ἀνώτερη ἀπὸ οἱαδήποτε σύναξη τακτικῶν στρατευμάτων ποὺ θὰ ἠμποροῦσε νὰ συγκροτηθῆ στὶς Ἡνωμένες Πολιτεῖες” (Alexander Hamilton, James Madison, John Jay, The Federalist, edited by J.R. Pole, based on Jacob E. Cooke’s edition, published by Wesleyan University Press of Middletown, 1961, no.46).
Ἡ δεύτερη τροπολογία τοῦ Συντάγματος εἰσήχθη ἀκριβῶς γιὰ νὰ ἀποφευχθῆ ἡ “κυβερνητικὴ τυραννία” εἰς βάρος τοῦ “λαοῦ” καὶ ἐπεκυρώθη μὲ τὶς ἄλλες τροπολογίες, στὶς 15 Δεκεμβρίου 1791. Ἔκτοτε ἰσχύει μέχρι σήμερα.
Τὸ ὅτι ἡ ὁπλοφορία κατοχυρώνει τὴν ἐλευθερία τοῦ πολίτου γιὰ τοὺς Ἀμερικανούς, ἀποδεικνύεται περίτρανα στὴν ἀκόλουθη ἑρμηνεία τῆς βρεταννικῆς Διακηρύξεως τῶν Δικαιωμάτων τοῦ 1689 σὲ σχέση μὲ τὴν ἀντίστοιχη ἀμερικανικὴ διακήρυξη (Bill of Rights): “Ἡ Διακήρυξη τῶν Δικαιωμάτων ἐξασφαλίζει στοὺς ὑπηκόους τῆς Ἀγγλίας τὸ δικαίωμα νὰ κατέχουν ὅπλα γιὰ τὴν ἄμυνά τους ποὺ νὰ ἁρμόζη μὲ τὴν κατάστασή τους καὶ τὸ ἐπίπεδό τους. Στὴν κατάστρωση τῶν νόμων αὐτῶν περὶ κυνηγίου θηραμάτων φαίνεται νὰ ὑποστηρίζεται ὅτι οὐδεὶς ἀναρμόδιος κατὰ τὸν νόμο νὰ σκοτώνη θηράματα, εἶχε τὸ δικαίωμα νὰ κρατᾶ ὅπλο στὴν οἰκία του. Τώρα, ἐφ’ ὅσον κανείς (ἐκτὸς τοῦ κυνηγοῦ ἑνὸς λόρδου ἤ μίας δεσποίνης ἑνὸς κάστρου) δὲν ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ σκοτώνη θηράματα, ἐὰν δὲν ἔχει εἰσόδημα ὑπεράνω χιλίων νομισμάτων κατ’ ἔτος, τὸ συμπέρασμα εἶναι ὅτι οὐδεὶς ἄλλος δύναται νὰ κατέχη ὅπλο γιὰ τὴν ἄμυνά του. Καὶ ἔτσι ὁλόκληρο τὸ ἔθνος εἶναι τελείως ἄοπλο καὶ ἀφημένο στὸ ἔλεος τῆς κυβερνήσεως ὑπὸ τὸ πρόσχημα τῆς διαφυλάξεως καλῆς ῥάτσας λαγῶν καὶ περδίκων γιὰ τὴν ἀποκλειστικὴ χρήση τῶν ἀριστοκρατῶν. Στὴν Ἀμερικὴ ὅμως ἠμποροῦμε πράγματι νὰ ἐλπίζουμε ὅτι ὁ λαὸς ποτὲ δὲν θὰ πάψη νὰ θεωρῆ τὸ δικαίωμα νὰ κατέχη καὶ νὰ φέρη ὅπλα ὡς τὴν πλέον σίγουρη ἐγγύηση τῆς ἐλευθερίας του” (Ἑρμηνεία τοῦ 1803, τοῦ περιφήμου Ἀμερικανοῦ συνταγματολόγου καθηγητοῦ St. George Tucker, 1752-1827, στὸ πεντάτομο ἔργο του, Blackstone’s Commentaries, Philadelphia, 1803. Reprint: South Hackensack, N.J., Rothman Reprints, 1969).
Ὁ James Madison (1751-1836), τέταρτος πρόεδρος τῶν ΗΠΑ (1809-1817), ὁ ἀποκαλούμενος πατέρας τοῦ ἀμερικανικοῦ Συντάγματος θεωροῦσε ὅτι ὁ λαὸς ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ ἐξεγείρεται κατὰ τῆς κυβερνήσεώς του σὲ κάθε περίπτωση, ἐφ’ὅσον εἶναι ὁ μόνος κριτής, ἀσχέτως ἐὰν ἡ κυβέρνηση διατείνεται ὅτι ἐξελέγη μὲ δημοκρατικὸ τρόπο. Γιὰ να δυνηθῆ δὲ νὰ βάλη σὲ πράξη τὴν ἀνατρεπτική του θέληση εἶναι ἀπαραίτητο κάθε πολίτης, ὡς ἄτομο καὶ ὄχι ἁπλῶς συλλογικά, νὰ κατέχη καὶ νὰ φέρη ὅπλα. Δηλαδή, ὁ κάθε πολίτης πρέπει νὰ εἶναι ἔνοπλος (armed citizen) καὶ εἶναι φυσικὸ οἱ κυβερνήσεις νὰ φοβοῦνται νὰ ἐμπιστεύονται τοὺς πολῖτες ποὺ ὁπλοφοροῦν. Ὁμοίως τὸ ἄρθρο 3, κεφάλαιο πρῶτο, τοῦ Συντάγματος τῆς κομμουνιστικῆς Κούβας γράφει: “Ὅλοι οἱ πολῖτες ἔχουν τὸ δικαίωμα νὰ ἀγωνίζονται μὲ ὅλα τὰ μέσα, συμπεριλαμβανομένης καὶ τῆς ἐνόπλου πάλης”. Τὰ παραπάνω δύνανται νὰ χρησιμοποιηθοῦν ὡς ἀπάντηση στὶς σοφιστεῖες τοῦ σημερινοῦ ἑλληνικοῦ καθεστῶτος τῆς μεταπολιτεύσεως ποὺ ἐξαγγέλει ὅτι οἱ ὁμάδες ἀντάρτικου πόλεων, ὅπως ἦταν ἡ 17Ν, δὲν δικαιοῦνται νὰ δράσουν ἐνόπλως, ἐφ’ὅσον “ἡ Δημοκρατία ἔχει ἀποκατασταθῆ στὴν Ἑλλάδα”.
δ) Ἡ βεντέτα, κοινὸ χαρακτηριστικὸ τῶν παραδοσιακῶν κοινωνιῶν
Οἱ παραδοσιακὲς κοινωνίες, ἰδιαίτερα δὲ αὐτὲς ποὺ ἐνετάσσοντο στὶς οἰκουμενικὲς αὐτοκρατορίες τῆς Ἐνδιαμέσου Περιοχῆς (Ἀλεξανδρινή, Ῥωμαϊκή, Ὀθωμανική) καὶ τῆς Κίνας, ἀλλὰ καὶ στὰ δυτικὰ βασίλεια τοῦ Μεσαίωνος, ὅπου ὁ κρατικὸς συγκεντρωτισμὸς ἦταν ἀνύπαρκτος καὶ ὁ κοινοτισμὸς κατεῖχε περίοπτη θέση, ἦσαν ἀναμφισβητήτως πιὸ ἐλεύθερες ἀπὸ τὰ σημερινὰ δημοκρατικὰ καθεστῶτα ποὺ συμπιέζουν τὸν πολίτη μέσα σὲ ἕνα πλέγμα νόμων ποὺ τοῦ ἐπιβάλλονται μὲ πλύση ἐγκεφάλου, μέσῳ μίας διαδικασίας ἐκλογῶν καὶ κοινοβουλίων. Ἡ τυραννία τοῦ νόμου, συνοδευμένη μὲ γραφειοκρατία, συνεχῆ ἔλεγχο μέσῳ καμερῶν, ἀφαιρεῖ ἀπὸ τὸν πολίτη κάθε ἐλευθερία καὶ ὡς ἐπακόλουθο καὶ τὸ ἀναφαίρετο δικαίωμα νὰ κατέχη καὶ νὰ φέρη ὅπλα. Σήμερα στὰ ἀεροπλάνα ἀπαγορεύεται νὰ φέρη ψαλίδι. Αὔριο σὲ κάθε κουζίνα οἰκοκυριοῦ, θὰ ἀπαγορεύεται νὰ ὑπάρχη κουζινομάχαιρο.
Ὁ νομαδισμὸς εἶναι στὴν βάση τῆς ὀργανωμένης κοινωνίας, τοῦ πρωτογόνου κομμουνισμοῦ καὶ τῆς λαοκρατίας, ὁ ὁποῖος ἀρχικῶς, παντοῦ στὸν πλανήτη συνεκροτεῖτο ἀπὸ πατριὲς ποῦ ἔζουν σὲ κομμουνιστικὲς κοινότητες μὲ ἀπόλυτη λαοκρατία, χωρὶς τὴν ὕπαρξη ἰδιωτικῆς ἰδιοκτησίας. Ἡ Δύση γνωρίζει ἀκόμη σήμερα τὶς πατριὲς τῆς Σκωτίας. Τῆς πατριᾶς ἡγεῖτο ἐκλεγμένος ἡγέτης. Οἱ πατριὲς συνενώνοντο σὲ φυλὲς καὶ τῆς κάθε φυλῆς ἡγεῖτο ἐκλεγμένος φύλαρχος. Οἱ πολλὲς φυλὲς συνεκρότουν μία συμμαχία φυλῶν καὶ αὐτὲς οἱ ὁμοσπονδίες φυλῶν διευρύνοντο σὲ συνομοσπονδίες ποὺ ἐξέλεγαν ἕναν συνομοσπονδιστὴ ἡγέτη, τὸν βασιλέα-σαμάνα ἤ βασιλέα-μοναχό ἤ αὐτοκράτορα. Σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν τυραννία τῆς κοινοβουλευτικῆς δημοκρατίας ποὺ ἀφοπλίζει πλήρως τὸν λαὸ καὶ τοῦ ἀφαιρεῖ τὸ δικαίωμα τῆς ἐνόπλου ἐξεγέρσεως, ἡ συνομοσπονδία φυλῶν κατέληγε σὲ μία λαοκρατία πολυφυλετική, πολύγλωσση, πολυθρησκευτική οἰκουμενικὴ αὐτοκρατορία ὅπου ὁ συνομοσπονδιστὴς αὐτοκράτωρ, ὄχι μόνον δὲν ἐβολεύετο προσωπικὰ ὅπως συνηθίζει νὰ τὸ κάνη ὁ βουλευτὴς στὴν σημερινὴ κοινοβουλευτικὴ δημοκρατία, ἀλλὰ προσέφερε τὸ σῶμα του πρὸς σφαγήν ἤ καὶ ἔσφαζε ὁ ἴδιος τὸν ἑαυτό του. Στὴν Ἑλλάδα, ὁ τελευταῖος μυθικὸς βασιλεὺς τῶν Ἀθηνῶν Κόδρος ἐθυσίασε τὸν ἑαυτό του, ὅταν ἔμαθε ὅτι ἡ Πυθία τοῦ μαντείου τῶν Δελφῶν εἶχε εἰπῆ στοὺς Δωριεῖς ὅτι θὰ ἔχαναν τὸν πόλεμο κατὰ τῶν Ἀθηνῶν ἐὰν ἐσκοτώνετο ὁ βασιλεὺς Κόδρος.
Ὁ βασιλεὺς-αὐτοκράτωρ κάθε φορὰ ποὺ ἐξεστράτευε σὲ πόλεμο κατὰ τῆς περιφερείας γιὰ νὰ ὑπερασπίση τὴν πολιτισμικὴ οἰκουμένη του, ἐζήτει ἀπὸ τὶς φυλὲς νὰ προσέλθουν στὸ πλευρό του πλήρως ὁπλισμένοι μὲ τὰ ἰδικά τους ὅπλα. Ἔτσι ἡ χαλαρὴ αὐτὴ συνομοσπονδία ποὺ ἄφηνε πλήρη αὐτονομία στὶς φυλὲς-κοινότητες, ὑπερασπίζετο κυριολεκτικὰ ἀπὸ πανστρατιά, ἀπὸ τὸν λαὸ ὑπὸ τὰ ὅπλα, ἀπὸ πολιτικὴ ἀλλὰ καὶ στρατιωτικὴ λαοκρατία. Στὴν βάση τῆς φυλῆς ἦταν τὸ γένος, ἡ ἐκτεταμένη οἰκογένεια, τὸ σόι (ἡ πατριά, ὁ οἶκος, τὸ τζάκι, ἡ φαμελιά). Οἱ νομαδικὲς αὐτὲς φυλὲς ἐπεκράτουν ἐπὶ τοῦ ἑδραίου πληθυσμοῦ τῶν ἀγροτῶν γι αὐτὸ καὶ ὁ βασιλεὺς προήρχετο πάντα ἀπὸ τὸν νομαδικὸ πληθυσμό. Ὅταν ἡ παραγωγὴ τῆς γῆς ποὺ ἐκαλλιέργουν οἱ ἀγρότες ἀπέδωσε περίσσευμα, οἱ οἰκογένειες ἐγκατέλειψαν τὶς φυλὲς, ἄρπαξαν τὸ περίσσευμα καὶ ἵδρυσαν τὴν ἰδιωτικὴ ἰδιοκτησία, δηλαδὴ τὴν πολιτικὴ κοινωνία (civil society) καὶ κάθε οἰκογένεια διεφοροποιήθη φέροντας τὸ ὄνομα τοῦ γενάρχου της. Ἡ φυσικὴ κατάσταση (état de nature) ἀπεμακρύνετο βραδέως ἀλλὰ σταθερά. Πλούσιοι καὶ πτωχοὶ ἐνεφανίσθησαν. (στὴν φυσικὴ κατάσταση δὲν ὑπάρχουν πλούσιοι καὶ πτωχοὶ λέοντες). Αὐτὸ ἀκριβῶς ἐξήγησε ὁ Ρουσσὼ στὸ ἔργο του γιὰ τὴν προέλευση τῆν ἀνισότητος μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων. Ἔτσι ἐξηλίχθη καὶ ἡ Κίνα καὶ ὅλος ὁ πλανήτης.
Πρὸ τῆς ἐμφανίσεως τῶν θρησκειῶν τῆς ἀγάπης, ὅπως ὁ χριστιανισμὸς ἤ ὁ βουδδισμός, τὸ ἐγωϊστικὸ αἴσθημα τῆς τιμῆς, τὸ φιλότιμο, ἦταν κυρίαρχο. Ἔπρεπε νὰ χυθῆ αἷμα γιὰ να ξεπλυθῆ ἡ τιμὴ τῆς οἰκογενείας. Ἡ χριστιανικὴ συγχώρηση ἦταν ἄγνωστη. Τὰ αἷμα ἔπρεπε νὰ ξεπλύνη τὸ αἷμα. Τὸ κέντρο τῆς κοινωνίας ἦταν ἡ κοινότητα ποὺ εἶχε τοὺς ἰδικούς της κανόνες ἠθικῆς. Ἡ σημερινὴ δικτατορία τῆς κοινοβουλευτικῆς δημοκρατίας ἐπὶ ἑνὸς ἀόπλου πληθυσμοῦ ἦταν ἄγνωστο φαινόμενο. Ὁ αὐτοκράτωρ ἄφηνε κάθε κοινότητα νὰ κινεῖται μὲ τοὺς ἰδικούς της νόμους καὶ ποτὲ δὲν ἀνεμιγνύετο ἄμεσα στὴν ζωή της. Ἁπλῶς ἐζήτει περιοδικὰ ἀπὸ τὶς αὐτόνομες κοινότητες νὰ ἔλθουν νὰ τὸν βοηθήσουν φέροντας τὰ ὅπλα τους καὶ συνεισφέροντας στὸν συνομοσπονδιακὸ ταμεῖο γιὰ τὴν ἄμυνα καὶ τὸν διοικητικὸ συντονισμὸ τοῦ πολυεθνικοῦ ἀποκεντρωμένου κράτους. (Ἐξ οὗ καὶ ἡ παρερμηνευμένη ἰδέα ὅτι ὁ Ὀθωμανὸς σουλτᾶνος ἐνδιεφέρετο μόνον νὰ συλλέγη φόρους).
Στὴν Κρήτη ὅπως καὶ στὴν Λακωνία κυριαρχοῦσε ἡ βεντέτα ἀκριβῶς ἐπειδὴ παρέμενε ζωντανή, τοὐλάχιστον ἐπὶ δέκα αἰῶνες ἀπὸ τὴν γέννηση τοῦ Χριστοῦ, ἡ θρησκεία τῶν Ἑλλήνων ἐθνικῶν τοῦ Ὀλύμπου καὶ τοῦ Διονύσου. Ἀκόμη καὶ μέχρι τὸν ΙΕ΄ αἰῶνα καὶ τὴν ἔλευση τῶν Ὀθωμανῶν ἔχουμε τὴν ἀποκαλουμένη παγανιστικὴ καὶ εἰδωλολατρικὴ διδασκαλία τοῦ Πλήθωνος Γεμιστοῦ. Στὸν Ι΄ (10ο) αἰῶνα ὁ Πόντιος Νικήτας (ἀπεβίωσε τὸ 998 μ.Χ.), ἀπὸ τὴν περιοχὴ τῆς Τραπεζοῦντος, γνωστὸς ὡς ὅσιος Νίκων ὁ Μετανοεῖτε, πολιοῦχος τῆς Σπάρτης (βλ. τὸ βιβλίο τοῦ Βλάση Γ. Ρασσιᾶ, Ἐπίτομος Ἱστορία τῶν Σπαρτιατῶν, Ἀθήνα, Ἀνοιχτὴ Πύλη, 2003) περιόδευσε ὡς χριστιανὸς “ἀγιατολλὰ Χομεϊνὶ” τὸν ἑλλαδικὸ χῶρο, ὄχι τόσο γιὰ νὰ ἐξαλείψη μουσουλμάνους στὴν Κρήτη καὶ ἑβραίους στὴν Σπάρτη, ὅσο γιὰ νὰ ἐκχριστιανίση τοὺς πληθυσμοὺς οἱ ὁποῖοι μετὰ ἀπὸ χίλια χρόνια παρέμεναν ἐθνικοί! Ὁ Νίκων ἔζησε ἑπτὰ χρόνια στὴν Κρήτη ὅπου οἱ ἐθνικοὶ εἰδωλολάτρες γιὰ νὰ τοῦ ξεφύγουν, κατέφυγαν στὰ βουνά, μακριὰ ἀπὸ τὴν θάλασσα.Ὁ Νίκων εἶχε ὡς ὁρμητήριο τὴν πόλη Γόρτυνα, τὴν παλαιὰ πρωτεύουσα τῆς Κρήτης ὅπου ὁ πρώην ἐθνικὸς καὶ μὴ περιτετμημένος Τίτος, μαθητὴς τοῦ ἀποστόλου Παύλου, εἶχε δεινοπαθήσει, προσπαθώντας νὰ ἐκχριστιανίση τοὺς ἀνυποτάκτους Κρῆτες (ἐξ οὗ καὶ ἡ φημολογουμένη ἀντιπάθεια τοῦ Παύλου γιὰ τοὺς Κρῆτες). Ἀργότερα, ὁ Νίκων ἐγκατεστάθη στὴν Σπάρτη ὅπου ἐπανέλαβε τὴν προσπάθεια ἐκχριστιανήσεως τῶν ἐθνικῶν μὲ βίαιο τρόπο καὶ οἱ πληθυσμοὶ αὐτοὶ κατέφυγαν στὰ βουνὰ τοῦ Ταϋγέτου καὶ στὴν Μάνη γιὰ νὰ κρατήσουν τὶς κοινοτικές τους παραδόσεις.
Ἡ βεντέτα (ἰταλικὴ λέξη ἀπὸ τὸ λατινικὸ vindicta ποὺ σημαίνει ἐκδίκηση) εἶναι συνδεδεμένη μὲ τοὺς ἐθνικοὺς τῆς Μάνης καὶ τῆς Κρήτης καὶ σχετίζεται ἄμεσα μὲ τὴν δομὴ σὲ πατριὲς τῶν νομαδικῶν πληθυσμῶν κτηνοτρόφων. Ἡ μόνη δυνατότητα νὰ ἀποφευχθῆ ὁ φόρος τοῦ αἵματος ἦταν νὰ ἀντικατασταθῆ μὲ ἕνα χρηματικὸ ποσὸν στὴν οἰκογένεια τοῦ θύματος ποὺ οἱ κτηνοτρόφοι Νορμανδοὶ καὶ Ἀγγλοσάξωνες, οἱ ὁποῖοι ἐγνώριζαν καὶ αὐτοὶ τὴν βεντέτα, ἀπεκάλουν βέργκελντ (wergeld ἤ weregild), πληρωτέο σὲ πρόβατα ἤ καὶ ἀγελάδες. Ἡ προστασία τῶν γυναικῶν καὶ τῶν τέκνων αὐτῶν τῶν κτηνοτρόφων εἶχε ὑψίστη σημασία διότι στὴν νομαδικὴ νοοτροπία ἡ ἐπιβίωση τῆς πατριᾶς ἐξηρτᾶτο ἀπὸ τὰ γυναικόπαιδα. Γι αὐτὸ καὶ τὸ τίμημα γιὰ τὴν δολοφονία γυναικοπαίδων ἦταν καὶ τὸ ὑψηλότερο.
Ἡ βεντέτα εἶναι τυπικὸ φαινόμενο κοινωνιῶν ὅπου δὲν ἔχει εἰσχωρήσει ὁ συγκεντρωτισμὸς τοῦ κράτους. Τὸ κράτος ἀρνεῖται ἤ φοβᾶται νὰ ἐπέμβη στὸ ἄβατο τῶν ὀρεινοῦ κοινοτισμοῦ, ἐπειδὴ ὅλα τὰ μέλη τῆς κοινότητος ἀπεχθάνονται τὴν ἐπέμβαση τῆς ἀστυνομίας καὶ θεωρεῖται ντροπὴ ἡ συνεργασία μὲ τὶς ἀρχὲς καταστολῆς καὶ ἡ κατάδοση τῶν δραστῶν ἀπὸ τοὺς συγχωριανούς τους, καὶ ὁ νόμος τῆς σιγῆς ἐξασφαλίζει τὴν αὐτονομία τῆς κοινότητος καὶ τὴν ἐπιβολὴ τῆς προχριστιανικῆς ἠθικῆς τοῦ “ὀφθαλμὸν ἀντὶ ὀφθαλμοῦ”. Ὅλες οἱ κοινότητες ἀνὰ τὸν κόσμο ποὺ συνεχίζουν ἀκόμη καὶ σήμερα νὰ ἐφαρμόζουν τὴν βεντέτα διατηροῦν τὸν προσωπικό τους ὁπλισμό. Ἐνδεικτικά, τέτοιες κοινότητρες ἐπιβιώνουν σήμερα στὴν Μεσόγειο (Κορσική, Σαρδηνία, Καμπανία, Σικελία, Καλαβρία, Κρήτη), στὴν Ἀλβανία, τὸ Κουρδιστάν, τὸ Ἀφγανιστάν, στὴν Ἰεμένη, στὸ Νταγκεστάν, στὴν Γεωργία, τὸ Ἀζερμπαϊτζάν, στὴν Τσετσενία, στὴν Νέα Γουϊνέα καὶ ἄλλα μέρη τοῦ Τρίτου Κόσμου. Ὑπολογίζεται ὅτι στὴν σημερινὴ Ἀλβανία, ἐπάνω ἀπὸ 2.500 οἰκογένειες εἶναι ἀνεμιγμένες σὲ βεντέτες. Ἀπὸ τὸ 1992 μέχρι σήμερα τοὐλάχιστον 5.000 Ἀλβανοὶ ἔχουν σκοτωθῆ σὲ βεντέτες καὶ περισσότερο ἀπὸ 20.000 Ἀλβανοὶ ἄνδρες ζοῦν ὑπὸ τὴν δαμόκλειο σπάθη τῆς καταδίκης σὲ θάνατο ἀπὸ τὸν νόμο τῆς βεντέτας. Στὸ κινηματογραφικὸ ἔργο Ὁ Νονός, ὁ Μιχάλης Κορλεόνε ποὺ κρύβεται στὴν Σικελία γιὰ νὰ μὴ τὸν συλλάβη ἡ ἀμερικανικὴ ἀστυνομία, διασχίζει ἕνα χωριὸ συνοδευόμενος ἀπὸ δύο σωματοφύλακες καὶ τοὺς ἐρωτᾶ: “Ποῦ εἶναι οἱ ἄνδρες τοῦ χωριοῦ;” Καὶ ἀπαντοῦν: “Ἔχουν ὅλοι σκοτωθῆ σὲ βεντέτες”!
ε) Νομαδισμὸς καὶ ἐξέγερση
Ὁ δυτικὸς ῥομαντισμὸς ἀπὸ τὸν ΙΘ΄(19ο) αἰῶνα ἐξεθείαζε τὸν κοινοτισμὸ στὴν Ῥωσία, τὴν Ὀθωμανικὴ Αὐτοκρατορία καὶ τὴν Κίνα, καὶ εἰδικὰ ὁ οὐτοπικὸς σοσιαλισμὸς καὶ ὁ ἀναρχισμὸς παρουσίαζαν τὴν κοινότητα ὡς πρότυπο ἐλευθερίας καὶ ὀργανωτικοῦ μοντέλου χωρὶς κράτος. Ἔτσι, ἐνῷ οἱ Ἀμερικανοὶ ἐξεθείαζαν τὴν βαρβαρότητα τῶν καουμπόϋδων ποὺ ἔσφαζαν Ἀμερινδιάνους καὶ βουβάλια καὶ ἀλληλοσκοτονώντουσαν στὰ saloons, ἐμεῖς ἀναβιβάζαμε στὰ ὕψη τὴν παλικαριὰ τῶν Κρητικῶν καὶ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο ὁρμοῦσαν σὰν λιοντάρια τὸ 1941 γιὰ νὰ μαχαιρώσουν τοὺς Γερμανοὺς ἀλεξιπτωτιστὲς ποὺ ἔπεφταν στὸ κρητικὸ ἔδαφος. Ἀκόμη σήμερα οὐδεὶς τολμᾶ δημοσίως νὰ ἀμφισβητήση τὴν παλικαριὰ τῶν Κρητικῶν καὶ οἱ ὀθωμανικὲς ἀρχὲς ὁμοίως δὲν τολμοῦσαν νὰ περιπλανηθοῦν στὰ ὄρη ὅπου κλέφτες καὶ ἁρματωλοί (δηλαδὴ χωροφύλακες) συχνὰ συνειργάζοντο ἐνῷ ὑπετίθετο ὅτι θὰ ἔπρεπε οἱ δεύτεροι νὰ διώκουν τοὺς πρώτους.
Σημερινὸ τυπικὸ παράδειγμα αὐτοῦ τοῦ ῥομαντισμοῦ εἶναι ἡ ἀναρχικὴ συγγραφεὺς ἀπὸ τὸ Κεμπὲκ, Anne Archet. Σὲ κείμενό της μὲ τίτλο, “Νομαδισμὸς καὶ Ἐξέγερση” ἐξηγεῖ τὴν βασικὴ διαφορὰ μεταξὺ τρομοκράτου ἀναρχικοῦ καὶ ἀλήτη ἐγκληματία. Αὐτὲς οἱ δύο κατηγορίες ἐσκεμμένως συγχέονται ἀπὸ τὶς δικαστικὲς ἀρχὲς τοῦ κατεστημένου ὅπως αὐτὸ συνέβη στὴν δίκη τῶν ἀγωνιστῶν τῆς 17Ν καὶ αὐτὴν τὴν ἐξίσωση τῶν δύο περιπτώσεων τὴν ἀποδέχεται ἀπὸ πλύση ἐγκεφάλου ὁ μέσος πολίτης. Τὴν παρακάτω διευκρίνηση πρέπει νὰ ἔχουμε ὑπ’ ὄψιν γιὰ νὰ καταλάβουμε τὸ πέρασμα στὴν Κρήτη καὶ ἀλλαχοῦ ἀπὸ τὴν παραδοσιακὴ ἔκνομη αὐτόνομη κοινότητα τῆς πατριᾶς στὴν σημερινὴ διεφθαρμένη μαφιόζικη κοινότητα τύπου Ζωνιανῶν. Τῆς διαφθορᾶς αὐτῆς εὐθύνεται ἄμεσα τὸ Κράτος, τὸ ὁποῖο μεταφέρει τὴν διαφθορά του στὴν αὐτόνομη κοινότητα, ὅπως ὁ πατέρας στὸ παιδί του.
Γράφει λοιπὸν ἡ Anne Archet: “Νὰ δεχθῆς νὰ ἀκολουθήσης τὸν νομαδισμὸ καὶ τὴν ἐξέγερση σημαίνει νὰ ἀποφασίσης νὰ ζήσης ἔξω ἀπὸ τὸ Κράτος και ἀπὸ τοὺς νόμους του. Ὁ νομὰς εἶναι παράνομος. Ἀπορρίπτει τὸν νόμο ὑπὸ ὅλες τὶς μορφές του ἐπειδὴ ὁ νόμος περιορίζει τὴν ζωή του καὶ τὶς δυνατότητές του. Ἀντιθέτως, ὁ ἐγκληματίας-ἀλήτης δὲν εἶναι παράνομος. Παίζει μὲ τὸν νόμο [γι αὐτὸ καὶ ἀπευθύνεται ὅταν χρειασθῆ σὲ δικηγόρο]. Προσαρμόζει τὸν νόμο στὰ συμφέροντά του. Δὲν παρανομεῖ γιὰ λόγους ἀρχῆς, ἀλλὰ γιὰ οἰκονομικὰ ὠφέλη. Εἶναι ἐπαγγελματίας στὰ πλαίσια τοῦ κατεστημένου [γι αὐτὸ καὶ τὸ πρότυπο τοῦ ἐγκληματία τρομοκράτη εἶναι τὸ ἴδιο τὸ κράτος]. Ἄλλωστε ἡ διαφθορὰ εἶναι κατὰ πολὺ προτιμητέα ἀπὸ τὰ περισσότερα ἐπαγγέλματα διότι σοῦ δίδει τὴν ἱκανοποίηση τοῦ ῥίσκου, τὴν χαρὰ νὰ περιπαίζης τὶς ἀρχὲς καὶ νὰ αἰσθάνεσαι πιὸ ἔξυπνος ἀπὸ τὸν μπάτσο. Ὁ ἀλήτης-ἐγκληματίας ἀνήκει συνεπῶς στὸν ἑδραῖο πληθυσμὸ καὶ ὄχι στὸν νομαδικό. Βρυκολακιάζει τὴν ἄρχουσα τάξη” (“Nomadisme et Insurrection”, Les Cahiers d’Anne Archet, 2007).
ς) Ἡ μόδα τοῦ κοινοτισμοῦ στὸν ΙΘ’ αἰῶνα
Τὰ Ἀμπελάκια (βλ. τοῦ Γιάννη Κορδάτου, Τ’ Ἄμπελάκια καὶ ὁ μῦθος γιὰ τὸν συνεταιρισμό τους, Άθήνα, Μπουκουμάνης, Γ΄ ἔκδ., 1973, 175 σ.) καὶ ἡ ἱστορικὴ μόδα τοῦ κοινοτισμοῦ στὴν Ἑλλάδα δὲν εἶναι φαινόμενο ἀποκλειστικὰ ἑλληνικό. Προέρχεται ἀπὸ τὸν οὐτοπικὸ σοσιαλισμὸ τῆς Δύσεως τοῦ ΙΘ΄αἰῶνος. Γύρω στὰ 1850, ὁ Γερμανὸς περιηγητὴς Haxthausen ἀπεκάλυψε στοὺς Ῥώσους ὅτι εἶχαν μία πατροπαράδοτη κοινωνικὴ δομή, τὴν ὁποίαν οὐσιαστικὰ ἀγνοοῦσαν, τὴν ἀγροτικὴ ῥωσικὴ κοινότητα ἐπονομαζομένη “μὶρ” ἤ “ὄμπστσινα”. Ἔκτοτε ἔγινε ἡ κοινωνικὴ σημαία τῶν Ῥώσων λαϊκιστῶν ναρόντνικι (βλ. P. Pascal, Civilisation paysanne en Russie, Lausanne, Editions de l’Age d’Homme, 1969, σ.29-41). Τὴν ἴδια ἐποχὴ ἡ μεγάλη ἀγροτικὴ ἐπανάσταση τῶν Τάϊπινγκ στὴν Κίνα (1851-1864) ἐπανέφερε στὸ προσκήνιο τὴν ἀντίστοιχη κινεζικὴ ἀγροτικὴ κοινότητα πρωτογόνου κομμουνισμοῦ ἐπονομαζομένη “τζὶνγκ τσιάν” τῆς πρὸ Χριστοῦ δυναστείας τῶν Τζόου τῆς Δύσεως, 1027-771. Τὸ κοινοτικὸ αὐτὸ πρότυπο ἔγινε ἡ βάση τοῦ ἀγροτικοῦ νόμου τῶν Τάϊπινγκ τοῦ 1853, τοῦ οὐτοπικοῦ κοινωνικοῦ σχεδίου τοῦ Κινέζου φιλοσόφου Κάνγκ Γιοὺ-οὐέϊ στὸ βιβλίο του Ντάτονγκ σού (“Ἡ μεγάλη ἑνότης”), κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἐξουσίας του τὸ 1898 καὶ τέλος τοῦ Μάο Τσὲ-τούνγκ, στὴν ἵδρυση τὸ 1958 τῶν “λαϊκῶν κοινοτήτων”, κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ “Μεγάλου Ἄλματος πρὸς τὰ Ἐμπρός”.
Ὁ ΙΘ΄αἰὼν εἶναι ἡ κατ’ἐξοχὴν περίοδος τῶν μεγάλων οὐτοπικῶν σχεδίων τοῦ κοινοτισμοῦ τῶν Ἄγγλων καὶ Γάλλων ὁραματιστῶν. Ὁ Διονύσης Σαββόπουλος, στὴν δεκαετία τοῦ 1970, μὲ τὸ τραγούδι του, Ἄς κρατήσουν οἱ χοροί- Τῶν Ἑλλήνων οἱ κοινότητες, ἦλθε “τελευταῖος καὶ καταϊδρωμένος”. Ὁ Ἄγγλος σοσιαλιστὴς βιομήχανος Robert Owen (1771-1858), πατέρας τοῦ κινήματος συνεργατικῶν κοινοτήτων (συνεραγατισμός), ἵδρυσε αὐτόνομα αὐτοδιοικούμενα χωριὰ στὴν Ἀγγλιά καὶ τὴν Ἀμερική, σὲ πλήρη ἀντίθεση μὲ τὴν κρατικὴ ἐξουσία τοῦ ἀνταγωνιστικοῦ καπιταλισμοῦ. Ἡ παιδεία εἶναι τὸ βασικὸ στοιχεῖο τοῦ Owen (βλέπε τὸ βιβλίο του, A New View of Society, 1813) γιὰ νὰ ἀποτραπῆ ἡ ἐγκληματικότης. Ὁ Γάλλος ἐπιχειρηματίας σοσιαλιστὴς Charles Fourier (1772-1837) βασίζεται ἐπίσης στὸ οἰκογενιακὸ κύτταρο ὡς βασικὴ ἑνότητα τῆς κοινωνίας καὶ συγκεντρώνει τὶς οἰκογένειες σὲ phalansteres ἤ familisteres (οἰκογενιαστήρια), δηλαδὴ “τόπος συγκεντρώσεως οἰκογενειῶν”, ὄχι μόνον στὴν Γαλλία ἀλλὰ καὶ στὶς ΗΠΑ. Τὸ ἴδιο κάνει καὶ ὁ μαθητής του, ὁ βιομήχανος Jean-Baptiste Godin (1817-1888), μὲ λύση πάντοτε γιὰ τὴν καταπολέμηση τῆς ἐγκληματικότητος τὴν παιδεία καὶ τὴν μόρφωση μὲ σοβαρὸ θέατρο, τέχνες καὶ βιβλιοθῆκες.
Ὁ τυπογράφος φιλόσοφος Pierre-Joseph Proudhon (1809-1865), εἶναι ὁ πρῶτος ποὺ ἀπεκάλεσε τὸν ἑαυτό του ἀναρχικό. Τὸ 1840, στὸ βιβλίο του, Τί σημαίνει ἰδιοκτησία (Qu’est-ce que la propriete?) ὥριζε τὴν ἰδιοκτησία μὲ τὴν φράση: “Ἡ ἰδιοκτησία εἶναι κλοπή”. Ὄχι ὅμως ἡ μικρὴ ἰδιοκτησία ἀλλὰ ἡ καπιταλιστικὴ ἰδιοκτησία ποὺ προστατεύεται ἀπὸ τὸ κράτος. Ἡ μικρὴ ῥουσσωϊκὴ ἰδιοκτησία ἐξασφαλίζει στὸν ἄνθρωπο τὴν ἐλευθερία ἔναντι τοῦ κράτους. Αὐτὸ ἐξήγησε στὸ βιβλίο του, Θεωρία τῆς Ἰδιοκτησίας (Theorie de la propriete, Παρίσι, 1863-1864), ὅπου γράφει ὅτι “ἡ ἰδιοκτησία εἶναι ἡ μόνη δύναμη ποὺ δύναται νὰ χρησιμοποιηθῆ ὡς ἀντίβαρο στὸ κράτος”. Συνεπῶς ὁ ἀγωνιστὴς τρομοκράτης ὅταν κλέβει μία τράπεζα γιὰ νὰ βοηθήση στὴν κατεδάφηση τοῦ καπιταλιστικοῦ κράτους ποὺ βασίζεται στὴν κλοπή, δὲν δύναται νὰ θεωρηθῆ κλέφτης. Ἐπιπλέον ὁ Προυντόν, ὅπως ὅλοι οἱ κοινοτιστές, θεωρεῖ τὴν οἰκογένεια ὡς τὴν βάση μιᾶς ὑγιοῦς κοινωνίας.
Στὸ βιβλίο του Ἐξομολογήσεις ἑνὸς Ἐπαναστάτη (1849), ὁ Προυντὸν ἔγραψε πὼς “ἡ ἀναρχία εἶναι τάξη (ἤ “ὀργάνωση”) χωρὶς τὴν ἐξουσία” ( l’anarchie c’est l’ordre sans le pouvoir) φράση ἀπὸ τὴν ὁποία προῆλθε τὸ ἀναρχικὸ σύμβολο (“ἄλφα” γιὰ ἀναρχία, μέσα στὸν κύκλο “ὄμικρον” γιὰ ὀργάνωση). Ἡ σημασία αὐτοῦ τοῦ ὁρισμοῦ ἔχει κάτι τὸ συναρπαστικὸ στὴν ἀλήθεια ποὺ ἐκφράζει, ἰδίως γιὰ τὸν χριστιανισμό, ὁ ὁποῖος ὁρίζει τὴν κρατικὴ ἐξουσία ὡς ἁμαρτία, τὸ ἐπακόλουθο τῆς πτώσεως ἀπὸ τὸν Παράδεισο. Ἡ πραγματοποίηση τῶν στόχων τῆς ἀναρχίας θὰ ἐσήμαινε συνεπῶς μία κοινωνία ἀπηλλαγμένη ἀπὸ τὴν κρατικὴ ἐγκληματικότητα, (ἡ ὁποία τροφοδοτεῖ τὴν ἀτομικὴ ἐγκληματικότητα), μὲ αὐτόνομες ὁπλοφορούμενες κοινότητες γιὰ τὸ κυνήγι θηραμάτων, χωρὶς ἐγκληματικότητα καὶ χωρὶς φυλακές. Ἡ προυντονικὴ κοινωνία βασίζεται στὸν κοινοτισμό, τὴν ἄμεση δημοκρατία, στὴν κατάργηση τοῦ κράτους καὶ στὴν ὀργάνωση ὁμοσπονδιῶν ἐλευθέρων κοινοτήτων, τὴν ὁποία ὠνόμασε “φεντεραλισμό”.
Ὁ μεγάλος ἀδελφὸς ὑπῆρξε παρὼν πολὺ πρὸ τοῦ Ὄργουελ καὶ περιγράφεται μὲ τὰ ἑξῆς λόγια ἀπὸ τὸν Προυντόν, τὸ 1851: “Νὰ κυβερνιέσαι σημαίνει νὰ εὑρίσκεσαι ὑπὸ παρακολούθηση, νὰ ἐποπτεύεσαι, νὰ κατασκοπεύεσαι, νὰ διευθύνεσαι, νὰ ἐγκλωβίζεσαι μέσα σὲ κανόνες, νὰ μαντρώνεσαι, νὰ κατηχῆσαι, νὰ διατιμῆσαι, νὰ μετριέσαι, νὰ λογοκρίνεσαι, νὰ διοικῆσαι, ἀπὸ ἄνθρώπους ποὺ δὲν ἔχουν οὔτε τίτλους, οὔτε γνώση, οὔτε ἦθος. Νὰ κυβερνιέσαι σημαίνει σὲ κάθε διαπραγμάτευση, σὲ κάθε κίνηση, νὰ σὲ καταγράφουν, νὰ σὲ καταχωροῦν, νὰ σὲ ἀπογράφουν, νὰ σὲ διατιμοῦν, νὰ σὲ σφραγίζουν, νὰ σὲ μετροῦν [ἀκολουθοῦν 41 ἄλλα ἐπίθετα ποὺ χαρακτηρίζουν τὴν ἀφόρητη καταπίεση τοῦ κράτους, οἱουδήποτε κράτους]. Ἰδοὺ ἡ κυβέρνηση, ἰδοὺ ἡ δικαιοσύνη της, ἰδοὺ ἡ ἠθική της! Καὶ νὰ ὑπάρχουν μεταξύ μας δημοκράτες ποὺ ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ κυβέρνηση ἔχει καὶ τὰ καλά της! Σοσιαλιστὲς ποὺ ὑποστηρίζουν, στὸ ὄνομα τῆς ἐλευθερίας, τῆς ἰσότητος καὶ τῆς ἀδελφοσύνης αὐτὸ τὸ ἀνοσιούργημα. Προλετάριοι ποὺ θέτουν ὑποψηφιότητα γιὰ τὴν προεδρία τῆς Δημοκρατίας!”(Γενικὴ Ἰδέα τῆς ἐπαναστάσεως στὸν ΙΘ΄αἰῶνα-Idee generale de la revolution au XIXe siecle, 1851).
ζ) Ἡ τριτοκοσμικὴ δομὴ τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους
Ὁ Ἐλευθέριος Βενιζέλος ἐξελέγη βουλευτὴς Χανίων τὸ 1889, σὲ ἡλικία 25 ἐτῶν, στὴν βουλὴ τῆς Κρήτης ὑπὸ ὀθωμανικὸ καθεστώς. Ὁ ὀθωμανὸς αὐτοκράτωρ εἶχε παραχωρήσει στὴν μεγαλόνησο, μὲ τὰ φιρμάνια τῆς 18/30 Σεπτεμβρίου 1867 καὶ τῆς 8/20 Ἰανουαρίου 1868, μία Βουλὴ μὲ ἕδρα τὰ Χανιά. Οἱ ἐκλογὲς τοῦ 1889 εἶχαν ἐκλέξει γιὰ τρία χρόνια μὲ καθολικὴ καὶ μυστικὴ ψηφοφορία ἀπὸ τοὺς ἄνδρες ἄνω τῶν 21 ἐτῶν, μία Βουλὴ μὲ 49 χριστιανοὺς βουλευτὲς καὶ καὶ 31 μουσουλμάνους βουλευτές. Ἐπιπλέον, ἀπὸ τὸ 1878, οἱ γενικοὶ κυβερνῆτες τῆς μεγαλονήσου ποὺ ἐδιωρίζοντο ἀπὸ τὸν σουλτάνο, ἦσαν πάντα χριστιανοί. Τὰ ἑλληνικὰ ἦσαν ἡ ἐπίσημη γλῶσσα τῶν δικαστηρίων καὶ τῆς Βουλῆς.
Παρὰ τὸ τόσο φιλελευθέρο πολιτικὸ καθεστὼς τῆς ὀθωμανικῆς Κρήτης, οἱ χριστιανοὶ Κρητικοὶ, χωρισμένοι σὲ δύο πολιτικὰ κόμματα, τοὺς συντηρητικοὺς καὶ τοὺς φιλελευθέρους, εἶχαν στὸ νοῦ ἕνα καὶ μόνο πρᾶγμα. Νὰ ἀλληλοσπαράσσονται μὲ πρότυπο τὴν παραδοσιακὴ πάλη μεταξὺ πατριῶν. Αὐτὸς ὁ ἀδυσόπητος πόλεμος εἶχε βυθίσει τὴν Κρήτη σὲ πλήρη ἀναρχία καὶ εἶχε ὑποχρεώσει τὴν κυβἐρνηση τῆς Κωνσταντινουπόλεως νὰ ἐπέμβη τὸ 1889, μόλις μερικοὺς μῆνες μετὰ τὴν ἐκλογὴ τῆς νέας Βουλῆς καὶ νὰ ἀναστείλη τοὺς καταστατικοὺς νόμους.
Μέσα σὲ τοῦτο τὸ κλῖμα τῆς κρητικῆς βεντέτας ἀνεπτύχθη ἡ πολιτικὴ προσωπικότης τοῦ Βενιζέλου. Ὅπως καὶ οἱ χριστιανοὶ κρητικοὶ συμπατριῶτες του, εἶχε ἐπιπλέον καὶ μία συνεχιζομένη βεντέτα μὲ τοὺς Τουρκοκρῆτες γείτονές του. Ἡ πρωτοτυπία του συνίσταται στὸ γεγονὸς ὅτι ἀπεφάσισε νὰ ἐπεκτείνη τὴν βεντέτα κατὰ τῆς τουρκικῆς πατριᾶς σὲ ὅλη τὴν ἔκταση τοὺ αἰγαιακοῦ χώρου, ἀποδεικνύοντας καθαρὰ τὴν τριτοκοσμικὴ δομὴ τῶν πολιτικῶν θεσμῶν τῆς Κρήτης. Ἡ διαφορὰ μὲ ἄλλους πολιτικοὺς τῆς περιοχῆς εἶναι ὅτι ὁ Βενιζέλος περιεβλήθη μὲ δυτικὸ μανδύα, σεβόμενος, τυπικὰ τοὐλάχιστον, τοὺς κανονισμοὺς τῆς κοινοβουλευτικῆς δυτικῆς δημοκρατίας (ἄν καὶ συμμετεῖχε κατὰ τὴν διάρκεια τῆς πολιτικῆς του σταδιοδρομίας, ἄμεσα ἤ ἔμμεσα, σὲ τοὐλάχιστον πέντε στρατιωτικὰ πραξικοπήματα). Ἔπαιξε τὸ δυτικὸ παιχνίδι τοῦ δῆθεν σεβασμοῦ τῶν διεθνῶν συνθηκῶν ποὺ εἶχαν νομίμως ὑπογραφῆ ἀπὸ τὶς ἰμπεριαλιστικὲς δυνάμεις, κατόπιν “κανονικῶν” πολέμων, στὴν σκιὰ τοῦ Ἄγγλου προστάτου (τύπου Ἰρὰκ καὶ Ἀφγανιστὰν θὰ ἐλέγαμε σήμερα). Σὲ ὅλην του τὴν σταδιοδρομία ἠρέσκετο νὰ ἐπονομάζη τὸν ἑαυτό του Λατῖνο καὶ Εὐρωπαῖο ἀλλὰ ἡ ἀφοσίωση τῶν Κρητικῶν στὸ πρόσωπό του ἀποδεικνύει ὅτι τὸ φράγκικο στύλ του ἦταν ἁπλῶς ἕνα προσωπεῖο. Ὁ Βενιζέλος εἰσήγαγε στὸν ἑλληνικὸ κρατικὸ μηχανισμὸ ὅλα τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ διεφθαρμένου δυτικοῦ καπιταλιστικοῦ κράτους.
η) Κρατικὴ διαφθορὰ τοῦ κράτους τρομοκράτη
Ἐπειδὴ τὸ καπιταλιστικὸ κράτος βασίζεται στὴ ἀποκλειστικὴ ἐξυπηρέτηση μίας ἐπιχειρηματικῆς τάξεως ποὺ ὑπέρτατο μέλημά της εἶναι ὁ χωρὶς τέλος πολλαπλασιασμὸς τοῦ ὑλικοῦ κέρδους, ἡ τάση ἐξ ἀρχῆς εἶναι νὰ κατευθύνεται πρὸς μίαν αὔξουσα διαφθορὰ ποὺ καταλήγει σήμερα στὴν παγκόσμια ἐγκαθίδρυση καθεστῶτος μαφιοκρατίας. Ὁ Λένιν, στὴν μελέτη ποὺ εἶχε συντάξει στὴν Ἑλβετία τὸ 1915, ἐξηγοῦσε πὼς τὸ ἀνώτατο στάδιο τοῦ καπιταλισμοῦ ἦταν ὁ ἰμπεριαλισμός. Σήμερα, ὁ ἰμπεριαλισμὸς ἐξεπεράσθη μὲ τὴν μαφιοκρατία, δηλαδὴ τὴν ἀπόλυτη διαφθορὰ καὶ σήψη τοῦ συστήματος.
Τὸ ἑλληνικὸ κράτος προβάλλει μὲ τὴν σειρά του τὰ ἑξῆς χαρακτηριστικά: 1- Ἐπεκτείνει νόμιμα τὸν τζόγο μὲ πολλαπλασιασμὸ τῶν καζινῶν, τῶν τυχερῶν παιγνίων καὶ τῶν λαχνῶν. 2- Τὰ τελευταῖα ἑκατὸ χρόνια μία ἀπὸ τὶς βάσεις τῆς ἑλληνικῆς βιομηχανίας ἦταν ἡ παραγωγὴ τοῦ καπνοῦ καὶ τῶν τσιγάρων, δηλαδὴ ναρκωτικῶν οὐσιῶν. 3 – Πολλαπλασιάζονται σὲ ὅλη τὴν Ἑλλάδα μὲ κυβερνητικὴ ἐνθάρρυνση τὰ κέντρα διασκεδάσεων ὅπου διακινοῦνται ἀνοικτὰ σφηνάκια καὶ ναρκωτικὲς οὐσίες ποὺ καταστρέφουν ὁλοσχερῶς τὴν ἑλληνικὴ νεολαία. 4 -Ἀποδέχεται τὸν πολιτικὸ γάμο ποὺ μετατρέπει τὸ μυστήριο αὐτὸ σὲ συνεταιρισμὸ, μὲ ἀποτέλεσμα τὴν ἁλματώδη αὔξηση τῶν διαζυγίων, τῶν ἐκτρώσεων, τῆς ὑπογεννητικότητος, τοῦ ψυχικοῦ τραυματισμοῦ τῶν παιδιῶν, καὶ ἐπακόλουθο τὴν αὔξηση τῆς ἐγκληματικότητος. 5 – Ἔχει καταργήσει τὴν θανατικὴ ποινὴ καὶ μὲ μία σειρὰ χαλαρῶν νόμων ἐνθαρρύνει τὴν ἐγκληματικότητα, τὴν παιδεραστία, τὴν πορνεία, τὸ ἐμπόριο ναρκωτικῶν οὐσιῶν, ὅπλων καὶ ἀνθρωπίνων ὀργάνων. 6- Οἱ τράπεζες τοῦ κατεστημένου σπρώχνουν τὸν πληθυσμὸ νὰ δανείζεται ὅλο καὶ περισσότερο γιὰ νὰ καταναλώνη ὅλο καὶ περισσότερο ὑλικὰ ἀγαθὰ ποὺ τὸν διαφθείρουν καὶ ποὺ τὸν καθιστοῦν ὅλο καὶ περισσότερο ὑπόδουλο τῶν χρεῶν του. 7 – Ἀνέχεται οὐσιαστικὰ τὸν χρηματισμὸ τῶν δημοσίων λειτουργῶν, τῶν βουλευτ