274 –Εὐγονική: Μία δυτικὴ διαστροφή

Στὴν Ἀρχαιότητα οἱ λέξεις εὐγονία καὶ εὔγονος ἀνεφέροντο σὲ μία φυσικὴ κατάσταση· τὴν δυνατότητα τοῦ ἀνθρώπου νὰ γεννᾷ μὲ καλὰ ἀποτελέσματα. Ἡ λέξη εὐγονικὴ ἦταν ἄγνωστη. Οἱ πρόγονοί μας δὲν ἐσκέφθησαν ποτὲ νὰ χρησιμοποιήσουν τεχνητὰ μέσα, δηλαδὴ τεχνολογία, γιὰ νὰ ἐπηρεάσουν τὴν γέννηση τῶν παιδιῶν. Ἡ ἐπιστήμη τους ἦταν βασισμένη στὸν σεβασμὸ τῆς φύσεως διότι ὁ ἄνθρωπος εἶναι μέρος τῆς φύσεως καὶ δὲν νοεῖται νὰ διαταράξῃ τὴν ἁρμονία καὶ τὴν φυσικὴ ἰσορροπία τοῦ οἰκοσυσυστήματος, δηλαδὴ τὸ σύνολο τῶν ζωντανῶν ὀργανισμῶν (βιοκοινότητα) μέσα στὸ σύνολο τοῦ περιβάλλοντος (βιοτόπου).

1 – Τὸ πρῶτο μικρόβιο ποὺ εἰσεχώρησε πολὺ ἀργότερα, μὲ τὴν ἄνοδο τῆς Δύσεως, στὸ φαινόμενο τῆς εὐγονίας, ἦταν ἡ ἠθικολογία ποὺ ἀντεκατέστησε τὸ ἦθος, ἰδίως δὲ εἰς τοὺς Ἀγγλοσάξωνες. Καὶ ἔτσι, μὲ τὴν ἄνοδο τῆς δυτικῆς τεχνολογίας ποὺ ὄχι μόνον ἀπεμάκρυνε τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὴν φύση ἀλλὰ καὶ τὴν ἐβίασε ὡς βάρβαρος, ἐνεφανίσθη ἡ εὐγονικὴ “ἐπιστήμη”, δηλαδὴ μία τεχνολογία, σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ἐξ ἴσου τεχνικὴ “δυσγονική”. Τὸ ἦθος, συνδεδεμένο μὲ τὴν ἀρετή, προέρχεται ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ποὺ συνδέεται μὲ τὴν παράδοση τοῦ γένους καὶ μὲ τὴν ὀρθόδοξη πίστη, ἐνῷ ἡ ἠθικὴ (ὡς ἠθικολογία) ἐπιβάλλεται ἀπ’ἔξω στὸν ἄνθρωπο, ἀπὸ τὴν κοινωνία καὶ ἀπὸ τὴν θρησκεία.

Χαρακτηριστικὸ τῆς ἐπιρροῆς τῆς δυτικῆς ἠθικολογίας στοὺς Νεοέλληνες, εἶναι τὸ ἑξῆς: στὸ ἔργο τοῦ Πλουτάρχου (46-120 μ.Χ.), Βίοι παράλληλοι ποὺ ἀπέδωσε στὴν συντηρητικὴ νεοελληνική, τὸ 1864, ὁ Ἀ. Ῥ. Ῥαγκαβῆς, ὁ τελευταῖος κάνει ἕνα κάπως περίεργο σχόλιο σὲ μία φράση τοῦ Πλουτάρχου, στὸν βίο τοῦ Λυκούργου: “Ἡ ἔποψις αὕτη, ἡ ἀφομιοῦσα τοὺς ἀνθρώπους πρὸς τὰ ζῶα, ἦτον τοῦ Λυκούργου, ἐλπίζομεν ὅμως ὅτι ὄχι καὶ τοῦ ἠθικοῦ Πλουτάρχου”. Ὁ Πλούταρχος λέγει πράγματι ὅτι οἱ ἄλλοι Ἕλληνες, ἐκτὸς τῶν Σπαρτιατῶν, εἶναι ἄφρονες, διότι ἐνῷ θέλουν τὰ σκυλιά τους καὶ τὰ ἄλογά τους νὰ εἶναι καθαρόαιμα, γιὰ τὶς γυναῖκες τους ἐπιμένουν νὰ τὶς κρατᾶνε κλεισμένες στὰ σπίτια γιὰ νὰ μὴν κινδυνεύσουν νὰ κάνουν παιδιὰ μὲ ἄλλους ἄνδρες, πιὸ ὑγιεῖς καὶ πιὸ ἔξυπνους ἀπὸ τοὺς συζύγους των. Τὸ σχόλιο ὅμως τοῦ Ῥαγκαβῆ εἶναι ἁπλῶς ἀντιγραφὴ τοῦ Γάλλου μεταφραστοῦ τοῦ ἰδίου κειμένου ποὺ ἐδημοσιεύθη στὸ Παρίσι τὸ 1830, τοῦ D. Ricard, ὁ ὁποῖος γράφει: “Τὸ νὰ δίδῃς ὡς παράδειγμα [στοὺς ἀνθρώπους] τὰ ζῶα ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἐπιλέγουμε τὶς καλύτερες ῥάτσες, ὅταν θέλουμε νὰ τὰ πολλαπλασιάσουμε, εἶναι καταστροφικὸ γιὰ τὴν ἠθική” (Les vies des hommes illustres de Plutarque, tome 5, Paris, 1830).

Ὁ Πλούταρχος δὲν ἀναφέρεται σὲ θανάτωση παραμορφωμένων παιδιῶν. Λέγει ὅτι τὰ ἐναπόθεταν σὲ μία τοποθεσία ποὺ ὀνομάζει Ἀποθέτες. Ἐκεῖ ἀπεβίωναν ἀπὸ μόνα τους ἤ, ὅπως ἄλλες πηγὲς λένε, περισυλλέγοντο ἀπὸ περαστικοὺς ποὺ τὰ ἐμεγάλωναν καὶ τὰ χρησιμοποιοῦσαν ὡς “θρεπτοὺς δούλους”. Ὁ Πλούταρχος παρατηρεῖ ὅτι δὲν ἦταν συμφέρον οὔτε γιὰ τὸ παιδί, οὔτε γιὰ τὴν πόλη νὰ ἐπιβιώσῃ κάποιος ποὺ δὲν θὰ ἦτο σὲ θέση νὰ μεγαλώσῃ μέσα στὴν κοινωνία. “Γι’αὐτὸ καὶ οἱ γυναῖκες δὲν ἔλουαν τὰ βρέφη μὲ νερό, ἀλλὰ μὲ κρασί γιὰ νὰ δοκιμάσουν τῆν ἀντοχή τους. “Διότι, λέγεται ὅτι τὰ ἐπιληπτικὰ καὶ νοσώδη δὲν ἀντέχουσι πρὸς τὸν ἄκρατον οἶνον, ἀλλ’ ἀποκάμνοντα ἀποθνήσκουσιν, ἐν ᾦ τὰ ὑγειϊνὰ μᾶλλον ἐνδυναμοῦνται καὶ ἀποσκληρύνονται”. Ἀντιθέτως γνωρίζουμε ἀπὸ τὸν Θουκυδίδη ὅτι στὴν τοποθεσία “Καιάδας” (ποὺ ἴσως διέφερε ἀπὸ τὶς Ἀποθέτες) ἔρριχναν τοὺς ἐγκληματίες καὶ αἰχμαλώτους πολέμου. Ἄλλωστε ὁ Στράβων γράφει ὅτι ὁ Καιάδας ἦταν “δεσμωτήριον τὸ παρὰ Λακεδαιμονίους σπήλαιο τι”. Γι’αὐτὸ καὶ δὲν εὑρέθησαν σκελετοὶ παιδιῶν παρὰ μόνον ἀνδρῶν.

2 – Τὸ δεύτερο μικρόβιο ποὺ εἰσεχώρησε στὸ μυαλὸ τῶν Δυτικῶν, διαβάζοντας τὸν Πλάτωνα καὶ τὸν Ἀριστοτέλη, εἶναι ὁ ῥατσισμός, ἔννοια ποὺ διαφέρει ἀπὸ τὸν ἑλληνικὸ φυλετισμό τοῦ ὁμαίμου. Πράγματι, ἡ προέλευση τῶν πόλεων-κρατῶν ἦταν ἡ ἀρχικὴ συσπείρωση τῶν φυλῶν. Οἱ φυλὲς αὐτὲς δὲν ὠργάνωσαν ἕνα καὶ μοναδικὸ ἑλληνικὸ κράτος ἀλλὰ πολλὲς πόλεις. Βάσει αὐτοῦ ὁ Ἡρόδοτος ὁ Ἀλικαρνασσεὺς στὴν Ἱστορία του (Ἱστορίαι-Οὐρανία, Η΄, 144, 2) ἔγραψε: “αἶτις δὲ τὸ Ἑλληνικόν, ἐὸν ὅμαιμόν τε καὶ ὁμόγλωσσον, καὶ θεῶν ἱδρύματά τε κοινὰ καὶ θυσίαι ἤθεά τε ὁμότροπα” (τὸ ἑλληνικόν, τὸ ὁποῖο εἶναι ὅμαιμον καὶ ὁμόγλωσσο καὶ ἔχει κοινοὺς τόπους ἱδρυθέντες γιὰ τοὺς θεοὺς καὶ θυσίες καὶ παρόμοια ἤθη). Τὸ ἔγραψε δὲ γιὰ νὰ κατακρίνῃ, μεταξὺ τῶν ἄλλων, τὸν ἰσχυρισμὸ τῶν Ἰώνων τῶν δώδεκα πόλεων τῆς Μικρᾶς Ἀσίας πὼς εἶναι περισσότερο Ἴωνες ἀπὸ τοὺς ὑπολοίπους. Ὁ Ἡρόδοτος λποιπὸν ἀναφέρει τὰ διάφορα ἔθνη μὲ τὰ ὁποία ἔχουν ἀναμιχθῆ οἱ Ἴωνες: Ἄβαντες τῆς Εὐβοίας, Μίνυες ἀπὸ τὸν Ὀχομενό, Κάδμειοι, Δρύοπες, Φωκαεῖς, Μολοσσοί, Πελασγοὶ ἀπὸ τὴν Ἀρκαδία, Δωριεῖς ἀπὸ τὴν Ἐπίδαυρο καὶ πολλὰ ἄλλα ἔθνη, δηλαδὴ φυλές. Οἱ Ἴωνες “ξεκίνησαν ἀπὸ τὸ πρυτανεῖο τῶν Ἀθηνῶν, νομίζοντας πὼς ἔχουν τὴν πλέον εὐγενικὴ καταγωγή, ὅμως δὲν ἐπῆραν γυναῖκες μαζί τους, στὴν ἀποικία, ἀλλὰ ἐπῆραν γυναῖκες ἀπὸ τὴν Καρία, ἀφοῦ ἐφόνευσαν τοὺς γονεῖς τους” (Ἱστορίαι-Κλειώ, Α΄, 146). Καταλήγει δὲ μὲ εἰρωνεία πὼς “ἐφ’ ὅσον χρησιμοποποιοῦν τὸ ὄνομα αὐτὸ περισσότερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους Ἴωνες, ἄς εἶναι λοιπὸν Ἴωνες μὲ καθαρὴ καταγωγή” (Α΄147).

Συνεπῶς ὁ Ἡρόδοτος, μὲ τὸ ὅμαιμον δὲν ἐννοεῖ καθαρὴ βιολογικὴ φυλὴ ἀλλὰ τὴν ἴδια κράση ἀνθρώπων, τὴν ἴδια ἰδιοσυγκρασία, ἡ ὁποία προέρχεται ἀπὸ τὸ “αἶμα” τῆς κοινῆς ἀγωγῆς. Πρὸς ἐπιβεβαίωσιν τῆς ἄνω ἑρμηνείας, ὁ Ἡρόδοτος προσθέτει ὅτι τὸ ἑλληνικὸ ἔθνος εἶχε τὴν ἴδια γλῶσσα, ἀπεσχίσθη ἀπὸ τοὺς Πελασγοὺς καὶ ἐξειλίχθη μὲ τὴν προσθήκη καὶ ἄλλων βαρβαρικῶν ἐθνῶν (“καὶ ἄλλων ἐθνέων βαρβάρων”) (Α΄58)

Ὁ Ἕλλην διεμορφώθη τελικῶς ὄχι μέσῳ βιολογικῆς ἐπιλογῆς “καθαροῦ αἵματος”, ἀλλὰ μέσῳ τῆς ἀγωγῆς του ποὺ τὸν ἔκαμε δημιουργὸ τοῦ πλανητικοῦ πολιτισμοῦ, γιὰ νὰ φθάσουμε στὴν κραυγὴ τοῦ Ἄγγλου ποιητοῦ στὸν ΙΘ΄(19ο) αἰῶνα, Percy Shelley, “We are all Greeks!”, εἴμεθα ὅλοι Ἕλληνες, κάτι ποὺ ἐπιβεβαιώνει ὁ Ἰσοκράτης ὁ Ἀθηναῖος, ὅταν λέγει, πιθανῶς στοὺς Ὀλυμπιακοὺς Ἀγῶνες, τὰ ἑξῆς: “Καὶ ἔκανε τὸ ὄνομα τῶν Ἑλλήνων νὰ μὴν δηλώνῃ πλέον τὴν καταγωγὴ ἀλλὰ τὴν διανόηση, καὶ περισσότερο νὰ καλοῦνται Ἕλληνες αὐτοὶ ποὺ μετέχουν στὴν ίδική μας παιδεία παρὰ στὴν κοινὴ φύση” (Πανηγυρικός, 50).

Συνεπῶς, οὔτε οἱ Ἀθηναῖοι, οὔτε οἱ Σπαρτιᾶτες ἦσαν ῥατσιστὲς μὲ τὴν δυτικὴ ἔννοια τοῦ ὅρου, διότι καὶ οἱ δύο ἐβασίζοντο στὴν ἀγωγή, τὴν φυσική καὶ τὴν διανοητική, ἕνας ὑγιὴς νοῦς σὲ ἕνα ὑγιὲς σῶμα. Ὁ Ἕλλην ἦταν ἐπίκτητος διὰ φυσικῶν μέσων καὶ ὄχι κατασκεύασμα τεχνολογικῶν ἐπεμβάσεων, αὐτὸ ποὺ λέμε σήμερα στὴν ἔγγυο γυναίκα, νὰ μὴν καπνίζῃ, νὰ μὴν πίνῃ οἰνόπνευμα καὶ νὰ ἀκούῃ κλασσικὴ μουσικὴ γιὰ νὰ γεννηθῇ τὸ παιδὶ της ὑγιὲς καὶ εὐφυές. Δὲν κατέφευγε στὴν εὐγονική.