Στὸ τεῦχος 75 τοῦ τριμηνιαίου περιοδικοῦ μου «Ἐνδιάμεση Περιοχή», ἔγραψα: «Ὁ μῦθος καλὰ κρατεῖ: Ὁ φασισμὸς εἶναι διαβολικὴ ἰδεολογία… θὰ ἀποδείξωμε [ὅμως] ὅτι ὁ μεγαλύτερος ἥρωας τῆς Γαλλίας μετὰ τὸν Ναπολέοντα, ὁ ντὲ Γκώλ, ἦταν ἀκραιφνὴς φασιστὴς καὶ πέραν αὐτοῦ, ἐπιζητῶντας συμμαχία μὲ τὸν κομμουνισμό, ἦταν ἐθνικομπολσεβῖκος…Ἡ πιθανὴ μελλοντικὴ πρόεδρος τῆς Γαλλίας, ἡ φασιστρία Μαρὶν Λὲ Πέν, εἶναι μία δεύτερη ντὲ Γκώλ».
Σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν κομμουνιστικὴ ἐπανάσταση ποὺ βασίζεται στὴν «ψυχρὴ ἰδεολογία», ἐμπνευσμένη ἀπὸ τὸν Διαφωτισμὸ τοῦ ΙΗ΄αἰῶνος, ποὺ εἶναι καὶ τίτλος τοῦ βιβλίου τοῦ Ἕλληνογάλλου μαρξιστοῦ Κώστα Παπαϊωάνου (L’idéologie froide), ἡ φασιστικὴ ἐπανάσταση εἶναι βασισμένη στὸν ῥομαντισμὸ τοῦ ΙΘ΄αἰῶνος. Ὁ πλέον ἀκραιφνὴς φασιστὴς στὴν νοοτροπία, πνευματικὸ alter ego τοῦ ντὲ Γκώλ. ὑπῆρξε ὁ κορυφαῖος Γάλλος συγγραφεὺς Ἀνδρέας Μαλρώ, ἄν καὶ ἀντιφασιστὴς στὴν πολιτική, ὅπως καὶ ὁ ντὲ Γκώλ. Ὁ στρατηγὸς ντὲ Γκὼλ εἶχε ἀποκαλέσει στὰ Ἀπομνημονεύματά του, Τιτάνα τὸν Φΰρερ, ὡς θαυμαστὴς ποὺ ἦταν τοῦ Χίτλερ.
Ἡ ἑλληνικὴ πνευματικὴ ζωὴ τοῦ κρατιδίου, ὑπὸ τὴν ἀφόρητη ἐπιρροὴ τῆς δυτικῆς παρατάξεως τοῦ Ἑλληνολατίνου Ἐλευθερίου Βενιζέλου, εἶχε καταποντισθῆ στὴν τετράγωνη λογικὴ τοῦ Διαφωτισμοῦ, μεταξὺ φιλελευθερισμοῦ καὶ μαρξισμοῦ, ἀποκλείοντας τὸν ἀνορθολογισμό, τὸ ὄνειρο καὶ τὸν μυστικισμὸ καὶ συνεπῶς τὴν ἀκραιφνῆ φασιστικὴ σκέψη. Ἐξαιρέσεις ὑπῆρξαν ὁ Ἴων Δραγούμης καὶ ἰδίως ὁ Περικλῆς Γιαννόπουλος ποὺ αὐτοκτόνησε μὴ ἀντέχοντας τὴν μετριότητα τοῦ ὀρθολογισμοῦ τῆς ἑλληνικῆς λογοτεχνίας τοῦ Κ΄αἰῶνος.
Ἀντιθέτως στὴν Γαλλία, πατρίδα τοῦ ὀρθολογικοῦ καρτεσιανισμοῦ καὶ τοῦ Διαφωτισμοῦ, ἐνεφανίσθη στὸν Κ΄ αίῶνα ὁ Ἀνδρέας Μαλρώ (André Malraux, 1901-1976 μὲ τὶς στάχτες του θαμμένες στὸ Πάνθεων τῶν Παρισίων, νυμφευμένος μὲ τὴν Γερμανοεβραία Clara Goldschmidt) ὁ ὁποῖος μὲ τὸν τρόπο του ἐξέφρασε τὸν Μῦθο τοῦ Κ΄ αἰῶνος τοῦ ναζιστοῦ Ἀλφρέδου Ῥόζενμπεργκ, ἐπρόβαλε τὴν ὑψίστη ἀξία τοῦ μύθου καὶ τῆς μυθοπλασίας τοῦ ὀνείρου τῆς πράξεως. Προπορευόμενος τοῦ ΚΑ΄αἰῶνος, ὁ ὁποῖος κατὰ τὴν προφητεία του «θὰ εἶναι μυστικιστικὸς ἤ δὲν θὰ ὑπάρξῃ» (μεθερμηνευόμενο, ὅπως τὸ διεκήρυξα: «ὁ ΚΑ΄αἰὼν θὰ εἶναι ἑλληνικὸς ἤ δὲν θὰ ὑπάρξῃ») ἐρρίχθη μὲ τὰ μοῦτρα στὴν περιπέτεια, ζῶντας σὲ ὅλα τὰ σημεῖα τῆς γῆς, δηλώνοντας «ὁ κάθε τυχοδιώκτης [ὅπως ὁ ἑαυτός του] εἶναι μυθομανής», καὶ «ἡ μυθοπλασία εἶναι ἄκρως δημιουργική», καὶ τὰ πάντα «δὲν εἶναι οὔτε ἀληθῆ οὔτε ψευδῆ, εἶναι βιωμένα» καὶ «ὡς μυθοπλάστης ὁ κόσμος ἀρχίζει νὰ μοιάζῃ μὲ τοῦς μύθους μου» καὶ τέλος «πιστεύω ὅτι ἡ προσπάθεια τοῦ ἐπερχομένου αἰῶνος γιὰ νὰ ἀντικρούσῃ τὴν χειρότερη ἀπειλὴ ποὺ ἐγνώρισε ποτὲ ἡ Ἀνθρωπότης, θὰ εἶναι νὰ ἐπαναφέρη τοὺς θεούς».
Στὸ ἑλληνικὸ κρατίδιο τῆς ἀφθάστου πνευματικῆς μετριότητος καὶ τῆς ὑπαναπτύκτου παιδείας, τὰ ποδοσφαιρόφιλα συνθήματα δίδουν καὶ πέρνουν μὲ ρηχὸ κομματισμό, κατηγορῶντας ὁ ἕνας τὸν ἄλλο γιὰ πράκτορα ξένης δυνάμεως καὶ εἰδικὰ τὸν φασισμό, μία ἀπὸ τὶς πλέον πνευματικὲς στάσεις ζωῆς, γιὰ χουλιγκανισμό. Ὁ Ἕλλην δὲν δύναται νὰ διανοηθῇ ὅτι ἕνα μεγάλο μυαλό, ὅπως ὁ πρόεδρος Μάο, ἠμπορεῖ νὰ ὑποστηρίζῃ τὸν φασισμό. Καὶ ὅμως στὴν διεθνῆ βιβλιογραφία οἱ δημιουργοὶ ποὺ ὑπεστήριξαν τὸν φασισμό, εἶναι ἐξ’ ἴσου σημαντικοὶ μὲ αὐτοὺς ποὺ ὑπεστήριξαν τὸν κομμουνισμὸ ἤ τὸν φιλελευθερισμό. Ὅπως ἔγραψα, στὸ βιβλίο μου στὰ γαλλικά, «Jean-Jacques Rousseau et les origines françaises du fascisme» (2006), ὁ Ῥουσσὼ ὑπῆρξε, στὸν ΙΗ΄αἰῶνα, ὁ πρῶτος μέγας φιλόσοφος τῆς φασιστικῆς ἰδεολογίας καὶ τοῦ φασιστικοῦ τρόπου ζωῆς.
Ἡ φασιστικὴ ἐπανάσταση ποὺ φουντώνει σὲ ὅλη τὴν Εὐρώπη, ἀφοῦ πρὸ τοῦ 1989 εἶχε κατακλύσει ὅλον τὸν Τρίτο Κόσμο, ἀναποφεύκτως θὰ ὑπερισχύσῃ καὶ πάλι στὸν κόσμο καὶ καλὸ εἶναι ὁ Ἕλλην νὰ τὸ ἔχῃ αὐτὸ ὑπ’ ὄψιν του στὶς ἐπερχόμενες ἐκλογές.