170 – Ἡ πτώση τοῦ σοσιαλιστικοῦ στρατοπέδου τὸ 1989 ὑπῆρξε καταστροφὴ γιὰ τὴν ἑλληνικὴ διανόηση

Τὸ ὄνειρο εἶναι ἰσχυρότερη δύναμη ἀπὸ τὸ ἔγκλημα. Οὐδεὶς ἀμφισβητεῖ, καὶ πρῶτος ὁ μεγάλος Γάλλος ποιητής, ὁ κομμουνιστὴς Ἀραγκόν, ὅτι ὀμελέττα δὲν γίνεται χωρὶς θραύση αὐγῶν καὶ ἐπανάσταση δὲν γίνεται χωρὶς μεγάλης ἐμβελείας ἐγκλήματα. Καὶ ὁ Ῥοβεσπιέρρος, καὶ ὁ Στάλιν καὶ ὁ Μάο ὑπῆρξαν μεγάλοι ἐγκληματίες. Ἀπὸ μερικὲς δεκάδες χιλιάδες θύματα ὁ πρῶτος, σὲ πολλὰ ἑκατομμύρια ὁ δεύτερος καὶ σὲ δεκάδες ἑκατομμύρια ὁ τρίτος. Χάνουν χρόνο καὶ χρῆμα οἱ ἀντίπαλοι τῶν ἐπαναστάσεων ἐκθέτοντας τὰ φοβερὰ ἐγκλήματα τῶν ἐπαναστατῶν γιὰ νὰ μᾶς πείσουν στὸ ὄνομα τῆς ἠθικῆς νὰ μὴν ἐπαναστατοῦμε. Ἀπὸ καταβολῆς κόσμου οἱ κολασμένοι τῆς γῆς ἐξεγείρονται καὶ σφάζουν.

Τὸ ὄνειρο ὅμως εἶναι ἰσχυρότερο ἀπὸ τὸ ἔγκλημα. Παντοῦ στὸν κόσμο καὶ εἰδικὰ στὴν Ἑλλάδα, τὰ μεγαλύτερα ὀνόματα τῶν συγγραφέων, ποιητῶν, καλλιτεχνῶν, ἠθοποιῶν, ἐπιστημόνων, ὀνειρεύθηκαν τὴν ἐπανάσταση, ἐδέχθεισαν νὰ βασανισθοῦν, νὰ ὑποστοῦν τὶς φυλακὲς καὶ τὰ ξερονήσια γιὰ νὰ ἔχουν τὸ δικαίωμα νὰ ὀνειρευθοῦν τὴν ἐπανάσταση. Οἱ ποινικοὶ καὶ οἱ ἐπιχειρηματίες ῥισκάρουν τὴν ζωή τους γιὰ τὸ χρῆμα. Οἱ ποιητὲς δίδουν τὴν ζωή τους γιὰ τὸ ὄνειρο. Καμμία προπαγάνδα τοῦ Κατεστημένου δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ τοὺς μεταπείσῃ. Καταδικασμένοι ἀδίκως σὲ θάνατο ἀπὸ τοὺς συντρόφους τους, στὸν σοβιετικὸ μεσοπόλεμο, στὶς δίκες τῆς Μόσχας, προχωροῦσαν στὸ ἀπόσπασμα μὲ μία κραυγή: Ζήτω τὸ κομμουνιστικὸ κόμμα ποὺ τοὺς ἐκτελοῦσε.

Καὶ ἦλθε ἡ καταστροφὴ τοῦ 1989 καὶ ἡ πατρίδα τοῦ σοσιαλισμοῦ καὶ τὸ στρατόπεδο τοῦ «παιανίζοντος μέλλοντος» (τὰ lendemains qui chantent τῶν Γάλλων κομμουνιστῶν ποιητῶν) μετετράπη σὲ στρατόπεδο λυγμῶν (τὰ lendemains qui déchantent). Ἀλλὰ οὐδεὶς ἀπὸ τοὺς γίγαντες τῆς ἑλληνικῆς τέχνης καὶ σκέψεως ποὺ εἶχαν χάσει τὰ πλευρά τους στὰ μπουντρούμια τοῦ Κατεστημένου ἀπαρνήθηκε τὸ παρελθόν του καὶ ἐθεώρησε χαμένες τὶς θυσίες του. Τὸ ὅτι εἶχαν τὸ προνόμιο νὰ ὀνειρευθοῦν τὴν ἴδια στιγμὴ ποὺ ἄλλοι ἐστόχευαν τὸ χρῆμα ἦταν ἀρκετὸ γιὰ νὰ ἀναπαυθοῦν ἡσυχασμένοι στὸ χῶμα.

Περιμένοντας τὴν Τελευταία Παρουσία καὶ τὴν ἐπάνοδο στοὺς κήπους τῆς Ἐδέμ, ξαπλωμένοι καὶ ὀνειρευόμενοι τὸ Μεγάλο Βράδυ τῆς Ἐπαναστάσεως, πλάϊ πλάϊ μὲ τοὺς αὐτόχειρες ἀρχαιολάτρες Ἕλληνες Περικλῆ Γιαννόπουλο, Ἰωάννη Συκουτρῆ καὶ Δημήτρη Λιαντίνη, οἱ ἐναπομείνουσες μεγάλες καρδιὲς τῶν Ἑλλήνων διανοουμένων ξερνοῦν τοὺς Σαμαράδες καὶ τοὺς Βαγγέληδες τῆς γραικικῆς κομπίνας,