166- Jacques Doriot: Μία ἱστορικὴ ἀπόδειξη ταυτότητος φασισμοῦ καὶ κομμουνισμοῦ

Ὁ ἰδεολογικὰ φιλελεύθερος δὲν δύναται ποτὲ νὰ γίνῃ ἰδεολογικὰ κομμουνιστὴς ἤ φασιστής. Ἡ Ἱστορία ἔχει ἀποδείξει ὅτι τὰ συγκοινωνοῦντα ἀγγεῖα εἶναι τὰ φασιστικὰ καὶ τὰ κομμουνιστικά, καὶ τὰ δύο τους σοσιαλιστικὰ κινήματα (καὶ ὄχι σοσιαλδημοκρατικά, σὰν τὸν ΓΑΠ καὶ τὸν Σύριζα, ποὺ ἀνήκουν στὸ φιλελεύθερο ἰδεολογικὸ ῥεῦμα). Ἐν ὄψει τῆς πιθανῆς καθεστωτικῆς ἐπικρατήσεως τῆς Χρυσῆς Αὐγῆς στὴν Ἑλλάδα καὶ γενικὰ τοῦ φασισμοῦ-ἐθνικοσοσιαλισμοῦ στὴν Εὐρώπη, παραθέτω ἐδῶ τὴν χαρακτηριστικὴ περίπτωση τοῦ Jacques Doriot (Ἰακώβου Ντοριό) στὴν Γαλλία.

Στὴν μαρξιστικὴ ὁρολογία, ὁ φασισμὸς εἶναι ἕνα μικροαστικὸ παραστράτημα. Ὁ μικροαστισμὸς εἶναι μεγαλύτερος ἐχθρὸς ἀπὸ τὸν μεγαλοαστισμό, ἀκριβῶς ἐπειδὴ συγκοινωνεῖ μὲ τὸ προλεταριάτο καὶ τοῦ παίρνει κόσμο χάρι στὴν συγγενική του ἰδεολογία. Καὶ ὅμως ὁ Jacques Doriot (1898-1945) δὲν ἦταν μικροαστός. Ἦταν μεταλλεργάτης, δηλαδὴ ἀνῆκε στὴν ἐργατικὴ ἀριστοκρατία μὲ τὰ ὑψηλότερα ἰδανικά, στὸ πλέον συνειδητὸ τμῆμα τῆς ἐργατικῆς τάξεως ἐπάνω στὸ ὁποῖο ὁ μαρξισμὸς οἰκοδόμησε τὴν θεωρία του τοῦ προλεταριάτου καὶ τὸν ἐπιστημονικὸ σοσιαλισμό.

Ἀπὸ τὸ 1920, δηλαδὴ στὰ 22 του χρόνια, (διότι ὅπως ἔχουμε ἐξηγήσει ἐπανειλημμένως οἱ νέοι ἀλλάζουν τὸν κόσμο), σὰν τὸ ἴνδαλμά του τὸν Λένιν, ἦταν ἐπαγγελματίας ἐπαναστάτης, μέλος τοῦ κομμουνιστικοῦ κόμματος τῆς Γαλλίας, γενικὸς γραμματεὺς τὸ 1922 τῆς γαλλικῆς Κομμουνιστικῆς Νεολαίας καὶ τὸ 1924, στὰ 26 του, μέλος τοῦ Πολιτικοῦ Γραφείου (Politburo) τοῦ Κόμματος. Ἀντεπροσώπευσε τὴν Κομμουνιστικὴ Διεθνῆ τὸ 1921, στὴν ἵδρυση τοῦ κινεζικοῦ κομμουνιστικοῦ κόμματος στὴν Σαγκάη. Ὅπως καὶ στὴν σημερινὴ περίπτωση τοῦ Κασιδιάρη, ὡς μέλος ἐγκληματικῆς ὀργανώσεως (ἐξ ὁρισμοῦ, ἐφ’ ὅσον ἔτσι ἀντεμετωπίζετο τότε τὸ κομμουνιστικὸ κόμμα, ὡς βιαίως ἐπαναστατικό) ἐφυλακίσθη τὸ 1923 ἀπὸ τὴν Γαλλικὴ «Δημοκρατία» ἐπειδὴ εἶχε γράψει ἀντιϊμπεριαλιστικὰ ἄρθρα κατὰ τοῦ ἀποικιακοῦ πόλεμου ποὺ ἐμαίνετο στὸ Rif τοῦ Μαρόκου. Ἡ φυλακὴ τὸν ἔκαμε ἀκόμη πιὸ δημοφιλῆ καὶ ἔτσι ἕνα χρόνο ἀργότερα ἐξελέγη βουλευτὴς καὶ ἡ κυβέρνηση ὑπεχρεώθη νὰ τὸν βγάλει ἀπὸ τὴν φυλακή. Τὸ δὲ 1930 ἐξελέγη δήμαρχος τῆς μεγάλης ἐργατικῆς πόλεως Saint-Denis, βορείως τῶν Παρισίων.

Τὴν περίοδο 1932-1934 ἐταξίδευε μεταξὺ Γαλλίας καὶ Γερμανίας καὶ ἐντυπωσιάζετο ἀπὸ τὴν καταπληκτικὴ ἄνοδο τοῦ ἑτέρου ἐπαναστατικοῦ ὁλοκληρωτικοῦ σοσιαλιστικοῦ κινήματος τῶν Ναζίδων ποὺ ἐτρέφετο ἀπὸ τὶς ἀποχωροῦσες δυνάμεις τοῦ κομμουνιστικοῦ κόμματος. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ εὑρέθη ἐμπλεκόμενος στὴν ἀδελφοκτόνο διαμάχη μεταξὺ τῶν δύο ἐπαναστατικῶν σοσιαλιστικῶν κινημάτων τοῦ φασισμοῦ καὶ τοῦ κομμουνισμοῦ. Ἀντιλαμβανόμενος ὅτι τὸ διεθνὲς κομμουνιστικὸ κίνημα εἶχε πάθει ἀγκύλωση ὅπως σήμερα τὸ ΚΚΕ, καὶ ἀποτυχῶντας νὰ ἐκλεγῇ στὴν ἡγεσία τοῦ γαλλικοῦ κομμουνιστικοῦ κόμματος γιὰ νὰ τὸ ἐπαναφέρῃ στὸν ἐπαναστατισμό, ἐγλίστρησε σταδιακὰ πρὸς τὸν φασισμό. Ἡ κατάσταση τότε δύναται νὰ συγκριθῇ μὲ τὴν σημερινὴ ἑλληνικὴ σοφὴ κουκουβάγια τοῦ ΚΚΕ. Τὸν ῥόλο τοῦ Κουτσούμπα τὸν ἔπαιζε στὸ γαλλικὸ κομμουνιστικὸ κόμμα ὁ Maurice Thorez, ὁ ὁποῖος καὶ ἐξεδίωξε τὸν Ντοριὸ ἀπὸ τὸ κόμμα μὲ ἀπόφαση τοῦ ἐτησίου συνεδρίου τοῦ ΓΚΚ, τὸν Ἰούνιο 1934.

Τότε ὁ Ντοριὸ ἀπεφάσισε νὰ βάλῃ σὲ πράξη τὴν θεωρία τοῦ ἐθνικομπολσεβικισμοῦ συνθέτοντας τὸν γαλλικὸ κομμουνισμὸ μὲ τὸν γερμανικὸ φασισμό-ἐθνικοσοσιαλισμό, ἱδρύοντας τὸ Γαλλικὸ Λαϊκὸ Κόμμα, PPF, ποὺ ἐγνώρισε μεγάλη ἐκλογικὴ ἐπιτυχία ἀλλὰ κάνοντας τὸ λάθος νὰ μὴν ὀργανώσῃ κομματικὲς παραστρατιωτικὲς δυνάμεις ὅπως κάθε ἐπαναστατικὸ κόμμα (μπολσεβικικὸ ἤ τὸ κόμμα τῆς Χρυσῆς Αὐγῆς) κανονικὰ ἱδρύει. Τὸ πρῶτο συνέδριο τοῦ PPF, τοῦ Νοεμβρίου 1936, ἐξέλεξε κεντρικὴ ἐπιτροπὴ ποὺ συνεκροτεῖτο κατὰ μεγάλο μέρος ἀπὸ ἀποχωρήσαντες ἀπὸ τὸ κομμουνιστικὸ κόμμα καὶ ἀπὸ φασιστικὰ στοιχεῖα, καὶ μὲ πλῆθος ἐπιφανῶν διανοουμένων, κάτι ποὺ πρὸς τὸ παρὸν στερεῖται ἡ Χρυσῆ Αὐγή. Τὸν Μάρτιο τοῦ 1937 εἶχε 130.000 μέλη ἀπὸ τὰ ὁποῖα οἱ 35.000 προήρχοντο ἀπὸ τὸ κομμουνιστικὸ κόμμα.

Ὅταν στὶς 22 Ἰουνίου 1941 ἡ Γερμανία ἐπετέθη κατὰ τῆς Σοβιετικῆς Ἑνώσεως, ὁ Ντοριὸ ὑπεχρεώθη νὰ ἐπιλέξη μεταξὺ τῶν δύο σοσιαλιστικῶν Δυνάμεων καὶ ἐπέλεξε τὴν Γερμανία ὅπως τὸ κομμουνιστικὸ κόμμα ἐπέλεξε τὴν Σοβιετικὴ Ἕνωση. Ἐὰν εἶχε κερδίσει τὸν πόλεμο ἡ Γερμανία, οἱ κομμουνιστὲς θὰ εἶχαν χαρακτηρισθῆ ὡς δωσίλογοι ἀλλὰ ἐφ’ ὅσον ἔχασε ἡ Γερμανία ὁ Ντοριὸ ἐχαρακτηρίσθη ὡς δωσίλογος. Ὁ πραγματικὸς ὅμως δωσίλογος εἶναι ὁ μαυραγορίτης, ὁ ἐπιχειρηματίας ἤ ὁ πολιτικὸς ποὺ συμμαχεῖ γιὰ ἰδιοτελεῖς σκοποὺς μὲ μία ξένη δύναμη ἡ ὁποία κατέχει τὴν χώρα του, ὅπως σήμερα ἕνας Σαμαρᾶς ἤ ἕνας Βενιζέλος καὶ ὅπως τὸ 1945 ὁ Γεώργιος Παπανδρέου ὁ Πρεσβύτερος, δωσίλογος τῆς ἀγγλικῆς κατοχῆς. Ὁ ἰδεολόγος δὲν δύναται νὰ θεωρηθῇ δωσίλογος, καὶ ὅπως ὁ Ζαχαριάδης δὲν ὑπῆρξε δωσίλογος τῶν Σοβιετικῶν, ὁ Ντοριὸ δὲν ὑπῆρξε δωσίλογος τοῦ Γ΄Ῥάϊχ.