Τὸ 1864 ἡ βρεταννικὴ μοναρχία, ἱκανοποιημένη ἀπὸ τὴν ἐκλογὴ τοῦ Δανοῦ Γεωργίου Α΄ ὡς νέου βασιλέως τῆς Ἑλλάδος τοῦ προσέφερε ὡς δῶρο τὰ Ἑπτάνησα. Μὲ τὴν ἴδια γενναιοδωρία, ἡ βασίλισσα Ἐλισάβετ Β΄, σήμερα 88 ἐτῶν, ὡς μάμμη τῶν βασιλικῶν οἰκογενειῶν τῆς Εὐρώπης, ἡγέτις τῶν 53 κρατῶν τῆς Βρεταννικῆς Κοινοπολιτείας, μονάρχης 16 κρατῶν καὶ κυβερνῆτις τῆς Ἀγγλικανικῆς Ἐκκλησίας, προτίθεται νὰ δωρήσῃ στὴν Ἑλλάδα τὰ γλυπτὰ τοῦ Παρθενῶνος ποὺ εὐρίσκονται στὸ Βρεταννικὸ Μουσεῖο καὶ εἶναι νόμιμη ἰδιοκτησία τοῦ βρεταννικοῦ κράτους, στὴν περίπτωση ποὺ τὸ ἀγγλοσαξωνικό (βρεταννικὸ καὶ ἀμερικανικό) σχέδιο ἐπανόδου τῆς ἑλληνικῆς βασιλικῆς οἰκογενείας στὸν θρόνο τῆς Ἑλλάδος πραγματοποιηθῇ.
Ὁ χαρακτηρισμός «κλεμμένα μάρμαρα» δὲν συγκινεῖ τοὺς εἰδήμονες διότι ἐξ ὁρισμοῦ μία αὐτοκρατορία ὅπως ὑπῆρξε ἡ Ἀγγλία στὸν ΙΘ΄ αἰῶνα, οἰκοδομήθη ἀποκλειστικὰ μὲ κατακτήσεις, ἤτοι μὲ κλοπιμέϊκα. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ γνωρίζοντες συμβουλεύουν στὴν ἑλληνικὴ κυβέρνηση νὰ ἐπιδείξῃ ψυχραιμία καὶ ὑπομονὴ καὶ νὰ μὴν ἐπαναλάβῃ τὸ μοιραῖο λάθος τοῦ στρατάρχου Παπάγου ποὺ ὡς πρωθυπουργός, ἀπὸ τὸ 1952 ἕως τὸ 1954 ἐπίεσε ἀφόρητα τὸ Λονδῖνο νὰ παραχωρήσῃ στὴν Ἑλλάδα τὴν Κύπρο. Μόνον ὁ ἀγγλόφιλος Ἐλευθέριος Βενιζέλος εἶχε ζητήσει ἀπὸ τὸν τότε ἔμπιστο φίλο του πρωθυπουργὸ τῆς Ἀγγλίας Λόϋδ Τζώρτζ, σχεδὸν μὲ ἐπιτυχία, τὴν παραχώρηση τῆς Κύπρου, αἴτημα ποὺ ἐπανελήφθη, χωρὶς ὅμως ἀποτέλεσμα, τὸ 1941, ἀπὸ τὸν βασιλέα Γεώργιο Β΄. Ἀλλὰ τὸ 1954, τὰ πράγματα εἶχαν τελείως ἀλλάξει, ἐφ’ ὅσον τὸ 1947, ἡ Βρεταννικὴ Αὐτοκρατορία εἶχε κηρύξει πτώχευση καὶ εἶχε παραχωρήσει στὸν ἕτερο Ἀγγλοσάξωνα, τὶς ΗΠΑ, τὴν τύχη τῆς αύτοκρατορίας της.
Ὁ Παπάγος ἐπαγιδεύθη μὲ τὴν ψευδαίσθηση ὅτι τὸ τεράστιο κῦρος ποὺ εἶχε ἀποκτήσει στοὺς ἀγγλοσαξωνικοὺς κύκλους, ἔφθανε γιὰ νὰ δυνηθῇ νὰ τοὺς πιέσῃ ἀφόρητα ὥστε νὰ τοῦ δώσουν τὴν Κύπρο. Ἐὰν εἶχε ἐπιδείξει μετριοπάθεια καὶ ὑπομονή, ἀντί νὰ σπρώξῃ τοὺ Κυπρίους νὰ ξεκινήσουν τὸ 1955 πόλεμο ἀνεξαρτησίας, σήμερα τὰ πράγματα θὰ ἦσαν διαφορετικά. Εἶχε φέρει μάλιστα τὸ Κυπριακὸ στὸν ΟΗΕ, στὶς 16 Σεπτεμβρίου 1954, κάτι ποὺ ἡ Ἀγγλία ἐθεώρησε κόλαφο καὶ ἔτσι ἦλθε σὲ σύγκρουση μὲ τοὺς Βρεταννοὺς ἀλλὰ κὰ μὲ τοὺς Ἀμερικανούς.
Ἡ Ἀγγλία, ἀπό μόνη της, ἐνώπιον τῆς προϊούσας καταρρεύσεως τοῦ ἀποικιακοῦ της συστήματος, θὰ ἔδιδε τὴν Κύπρο ὁλόκληρη στὴν Ἑλλάδα χωρὶς νὰ ἐμπλέξῃ ὅπως τὸ ἔκαμε, τοὺς Τούρκους. Ἴσως αὐτὸ νὰ ἔπαιρνε μία γενεὰ ἀλλὰ τελικὰ θὰ ἐπετυγχάνετο.
Γιὰ μία μικρὴ καὶ ἐξαρτημένη χώρα σὰν τὸ ἑλλαδικὸ κράτος δὲν συμφέρει νὰ παίζῃ τοὺς νταῆδες. Ἡ ἐδαφικὴ ἐντυπωσιακὴ αὔξηση τοῦ κράτους τῶν Ἀθηνῶν ἀπὸ τὴν ἵδρυσή του μέχρι τὸ 1947 ἐπετεύχθη μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο. Ἐὰν αὔριο ἡ Ῥωσία μᾶς παραχωρήσῃ τὸν ἔλεγχο τῆς Κωνσταντινουπόλεως, φυσικὰ ὑπὸ τὴν προστασία της, αὐτὸ θὰ προέλθῃ ἀπὸ μία ἰδική μας μετριοπαθῆ φιλορωσικὴ πολιτική. Τὸ 1944, τὸ ΚΚΕ εἶχε κάνει τὴν ἐκλογὴ τῆς Σοβιετικῆς Ἑνώσεως, ἐνῷ οἱ ἀντίπαλοί του εἶχαν ἐπιλέξει τοὺς Ἀγγλοσάξωνες. Τελικὰ ἐκέρδισαν οἱ δεύτεροι. Πάντως, καμμία παράταξη δὲν εἶχε ἐπιλέξει τὸν ἑαυτό της καὶ μόνον. Σήμερα ἡ συγκρότηση τοῦ Μεγάλου Κουρδιστὰν καὶ τῆς Μεγάλης Ἀλβανίας ἐπιτυγχάνεται ὡς πελατειακὰ κράτη τῶν ΗΠΑ.
Ὑπομονή λοιπόν. Τὰ Μάρμαρα θὰ ἐπιστρέψουν, ἀλλὰ μὲ τὸν Βασιλέα.