136 – Ἐπάνοδος στὸ 1967

Κοροϊδεύοντας τὸν λαὸ δὲν σώζεις τὴν κατάσταση. Εἶσαι καταδικασμένος, σὰν τὸν Σίσυφο νὰ κουβαλᾶς τὸν βράχο στὴν κορυφὴ τοῦ βουνοῦ καὶ νὰ πέφτῃ καὶ πάλι. Ὁ ἑλληνικὸς λαὸς τὰ τελευταῖα διακόσια χρόνια ἔχει μπουχτίσει ἀπὸ ψέμματα μὲ βάση ὅτι πάντα φταίει ὁ ἄλλος ἐνῷ αὐτὸς εἶναι πάντα τὸ θῦμα καὶ ἡ στάση του ἡρωϊκή.

Ἀπὸ τὸ Δημοτικὸ μέχρι τὸν τάφο τὸν μαθαίνουν νὰ εἶναι ἀνεύθυνος. Ἀρχίζουν μὲ τὸ παραμύθι τοῦ κρυφοῦ σχολειοῦ καὶ καταλήγουν στὴν ἑλληνικὴ ἐκδοχὴ τῆς Ἀποκαλύψεως ποὺ λέγει ὅτι ὅλη ἡ οἰκουμένη προσπαθεῖ νὰ καταστρέψῃ τὸν Ἕλληνα Χριστὸ ποὺ σταυρώνεται πρὸς χάριν τῶν κακῶν τῆς γῆς, μεταξὺ αὐτῶν καὶ τῶν Ἐαμοβουλγάρων, τῶν Τούρκων, τῶν Ἑβραίων, τῶν Μασόνων, τῶν Κίσσινγκερ, τῶν Δυτικῶν.

Σὲ ὅλην αὐτὴν τὴν περίοδο ὅπου ἡ οἰκουμένη τὸν μαστιγώνει, ὁ ἴδιος μονοτονίζει τὴν γλῶσσα του, δημοσιοϋπαλληλίζεται, περνᾷ ᾦρες ὁλόκληρες, πάντα φευγᾶτος, στὰ πολλαπλὰ κινητά του, κλέβει τὸν ξένο τουρίστα, ἀκούει κάθε πρωϊ τὸ ῥαδιόφωνο τοῦ Σκάϊ νὰ καλοπιάνῃ τὴν σικελικὴ μαφία τῶν ταξιτζήδων ποὺ ξεκινοῦν γιὰ τὸ μεροκάματό τους γδύνοντας καὶ ὑβρίζοντας τοὺς πελάτες τους (πάντα μὲ τὸ ἐπιχείρημα ὅτι ἡ ταρίφα τοῦ ταξιοῦ στὸ Παρίσι καὶ τὸ Λονδῖνο εἶναι πολὺ ὑψηλότερη), ὑποχρεώνεται ὡς ἰατρὸς, λόγῳ τῶν χαμηλῶν του ἀποδοχῶν, πολὺ χαμηλοτέρων τῶν ἀντιστοίχων μισθῶν στὴν Δύση, νὰ ἀπαιτῇ ὡς κόζα νόστρα φακελάκι διαφορετικὰ ἐξοντώνει τὸν ἀσθενή, ὑφαρπάζει τὴν δημοσία παιδεία μὲ ἰδιωτικὰ φροντιστήρια σὲ κάθε γωνιὰ τῆς χώρας, θεωρεῖ ἔξυπνο τὸν πονηρό, καὶ βλέπει ὡς σανίδα σωτηρίας τοὺς Ἕλληνες τοῦ Ἐξωτερικοῦ ποὺ ὡς Μπρούκληδες εἶναι φυσικὰ ἀφελεῖς. Μόλις πιάνῃ μιὰ πυρκαϊὰ στὴ περιοχὴ τοῦ χωριοῦ τοῦ ὁμογενοῦς, μόλις λείψῃ ἕνα μηχάνημα ἀπὸ τὸ τοπικὸ νοσοκομεῖο τῆς γενέτειρας τοῦ ὁμογενοῦς, ζητεῖται χρηματικὴ βοήθεια ἀπὸ τοῦς φλεγομένους ἀπὸ πατριωτισμὸ Ἕλληνες τοῦ Ἐξωτερικοῦ ποὺ μὲ κάθε εὐκαιρία διαδηλώνουν ὑπὲρ τῶν ἐθνικῶν συμφερόντων στὰ Σκόπια, τὴν Βόρειο Ἤπειρο καὶ τὴν Κύπρο, καὶ ἐνῷ τὰ ὁμογενειακὰ κορόϊδα ὀργανώνουν ἐράνους καὶ στέλνουν τὰ χρήματα στὴν καλύβα τοῦ Καραγκιόζη, αὐτὰ ἐξαφανίζονται στὶς τσέπες τῶν ἡμεδαπῶν ἐπιτηδείων.

Μὲ τὰ Ἰουλιανὰ τοῦ 1965 ἡ κοροϊδία τοῦ λαοῦ, γιὰ μιὰ ἀκόμη φορά, εἶχε φθάσει στὰ ἄκρα. Οἱ ἰθύνοντες ἀλληλοκατηγοροῦντο καὶ ἐγέμιζαν τὶς τσέπες τους. Οἱ βουλευτές, στὴν οὐρὰ ἐπερίμεναν νὰ ἐξαγορασθοῦν περιμένοντας πραξικόπημα. Καὶ αἰφνιδίως, ὡς ἀπὸ μηχανῆς θεός, ἐνεφανίσθη ἀπὸ τὸ πουθενὰ μία ὁμάδα ἐντίμων ἀξιωματικῶν ποὺ ὑπὸ τοὺς Παπαδόπουλο καὶ Παττακὸ ἔσωσαν τὴν χώρα ἀπὸ τὴν πτωμαΐνη τῶν πολιτικῶν. Δυστυχῶς, ὄχι γιὰ πολὺν καιρό. Ἡ ἀμερικανικὴ CIA, στὶς 17 Νοεμβρίου 1973, ὡργάνωσε μία «ἑλληνικὴ ἔγχρωμη ἄνοιξη» στὸ Πολυτεχνεῖο, ἔρριξε τὸν Παπαδόπουλο καὶ ἔφερε στὴν ἀρχὴ τὸν πανηλίθιο Ἑλληναρᾶ ταξίαρχο Ἰωαννίδη καὶ ἔτσι ἐπανέφερε τὸν βράχο τοῦ Σισύφου στὴν κάτω πλαγιὰ ὅπου ἐπὶ σαράντα χρόνια, 1974-2014, κατεστράφη ὁλοκληρωτικὰ τὸ ἔργο τῶν ἐπαναστατῶν συνταγματαρχῶν.

Ἀπὸ τὸ 2009 τὸ σκηνικὸ γιὰ νέα Ἰουλιανὰ ἔχει στηθῆ. Ὁ λαὸς καὶ πάλι ὑποκύπτει στὶς κολακεῖες τῶν πολιτικῶν ποὺ τὸν ἐπιστρέφει στὴν ἀνευθυνότητα μὲ συνθήματα ὅτι σὲ τίποτα δὲν φταίει. Δύο ἁπλὲς φράσεις ποὺ ἀπετύπωναν τὴν ἀπόλυτη πραγματικότητα, «λεφτὰ ὑπάρχουν» καὶ «τὰ φάγαμε ὅλοι μαζί» (νὰ ῥωτήσετε τὸν Χάρρυ Κλὺνν ἐὰν δὲν τὸ πιστεύετε) ἐδαιμονοποιήθησαν μαζὶ μὲ αὐτοὺς ποὺ τὶς εἶχαν προφέρει καὶ ἐτοίμασαν τὰ νέα Ἰουλιανά: τὸ πραξικόπημα τῶν Σαμαρᾶ-Βενιζέλου ποὺ καταλήγει στὴν ἐξαγορὰ τῶν βουλευτῶν γιὰ τὴν ψήφιση τοῦ νέου προέδρου τῆς Δημοκρατίας.

Ὁ Γιωργάκης ὅμως οὐδέποτε ὑπῆρξε βλὰξ καὶ πολὺ σωστὰ εἶχε εἰπῆ ὅτι «λεφτὰ ὑπάρχουν» στὸ Κολωνάκι. Ὁ Γιῶργος- Ῥοβεσπιέρρος ὁ Ἀδιάφθορος θὰ ἐπιστρέψῃ καὶ θὰ συνεργασθῇ μὲ τὸν Σύριζα, αὐτὸ τὸ νέο ΠΑΣΟΚ. Ὁ Σαμαρᾶς ποὺ εἶχε προδώσει τὸ ἀφεντικό του τὸν Μητσοτάκη καὶ ὁ Βενιζέλος ποὺ εἶχε προδώσει τὸ ἀφεντικό του τὸν Γιῶργο Παπανδρέου, ἴσως τελικὰ καταποντισθοῦν μὲ τὴν ἐπέμβαση ἑνὸς Παπαδοπούλου ἀπὸ τὸ πουθενά, ὅπως τὸ 1967. Καὶ ἐπιτέλους, ἴσως ὁ ἑλληνικὸς λαὸς βάλῃ μυαλὸ καὶ γίνῃ ὑπεύθυνος.