Τὸ θέαμα εἶναι καταπληκτικὸ καὶ δὲν χρειάζονται πλέον ἀναθέματα. Στὸ ἑλληνικὸ νεκροταφεῖο κάθε κραυγὴ περιττεύει. Καταλάβετέ το ὧ Ῥωμηοί. Εἶσθε πλαγιασμένοι ὑπὸ τὴν ταφόπλακα καὶ ἐπάνω στὴν ταφόπλακα περιφέρονται φαντάσματα βρυκολάκων μὲ ὀνόματα περίεργα ἑνὸς ἄλλου κόσμου, κάποιας ἄλλης καταποντισμένης φυλῆς: Σαμαρᾶς, Βαγγέλης, Στουρνάρας, Χαρδούβελης, Σημίτης. Βρυκόλακες σωριασμένοι ἐπάνω σας ἀπὸ τὸ 1974, ἤδη πεθαμένοι ἤ ἀκόμα ζωντανοὶ ποὺ μυρίζουν πτωματίλα. Κάποιοι ὑπέρμετρα χονδροί, σὰν τὸν Βαγγέλη ἤ τὸν Πάγκαλο, κάποιοι μονόφθαλμοι σὰν τὸν Σαμαρᾶ, κάποιοι μπιμπικάνθρωποι σὰν τὸν Σημίτη, κάποιοι αἰῶνιοι μπεμπέκοι σὰν τὸν Κώστα Καραμανλῆ, κάποιοι σκονισμένοι δημόσιοι ὑπάλληλοι ποὺ τὸ παίζουν ὑποψήφιοι πρόεδροι τῆς Δημοκρατίας σὰν τὸν Φώτη Κουβέλη, κάποιοι ταχυδρομικοὶ μὲ τσάντα στὸν ὦμο γεμάτο ἄχρηστες ἐπιστολὲς σὰν τὸν Δημήτρη Κουτσούμπα, κάποιοι τέλος ὑπέργηροι σὰν τὸν Κωνσταντῖνο Μητσοτάκη περιτριγυρισμένοι ἀπὸ τὰ πριγκιπάκια του, τὸν Κυριάκο καὶ τὴν Ντόρα.
Ἡ μαύρη αὐτὴ στρατιὰ τῶν φαντασμάτων βρυκολάκων ἀνεπήδησε τὴν 17η Νοεμβρίου 1973 ἀπὸ τὰ ἕλη τοῦ ἄλλοτε φημισμένου Ἐθνικοῦ Μετσοβίου Πολυτεχνείου τοῦ Νίκου Κιτσίκη, ὁδηγημένοι ἀπὸ τὶς ὑπηρεσίες τῶν ΗΠΑ καὶ τοὺς τότε φοιτητὲς Δαμανάκη καὶ Λαλιώτη σὲ μία τρελλὴ πορεία πρὸς τὴν ὁλοκληρωτικὴ καταστροφὴ τῆς χώρας, μὲ διευθυντὴ ὀρχήστρας τὸν Ἄνδρέα Παπανδρέου ποὺ ὡς κυβερνήτης ἄνοιξε ὅλες τὶς τρύπες τοῦ Τιτανικοῦ γιὰ νὰ ἀδειάσῃ τὸ πλοῖο ἀπὸ ἀνθρώπους καὶ ἔπιπλα.
Σήμερα, χώρα μὲ τὸ ὄνομα Ἑλλὰς δὲν ὑπάρχει πλέον. Ἕνα μεγάλο κενό, μία νέα καταποντισμένη Ἀτλαντίδα, ἔχει ἀνοιχθῆ μεταξὺ Ἰταλίας καὶ Τουρκίας, ὡς ἕνας σεισμὸς νὰ τὴν κατάπιε. Στὸν βορρᾶ ὅμως ἀναδύεται τὰ τελευταία 14 χρόνια ὁ Ῥῶσος Βοναπάρτης. Ἕνας νέος Μπετόβεν τὸν ὑμνεῖ μὲ Ἡρωϊκὴ Συμφωνία καὶ ὅταν γίνεται Ναπολέων τὸν ἀποκηρύσσει μὴ δυνάμενος ὡς διανοούμενος νὰ κατανοήσῃ τὸ πολιτικό του ἀλεξανδρινὸ μεγαλεῖο του ποὺ μόνον ὡς μονάρχης ὁλοκληρώνεται. Ἔτσι πλησιάζει ἡ ἔλευση τῆς ἑταιρείας τῶν Πανελλήνων τοῦ Μυστρᾶ, ὡς νέα Φιλικὴ Ἑταιρεία, καὶ ἡ παρθενογέννηση τοῦ ἁγίου τοῦ ἑλληνισμοῦ Ἰωάννη Καποδίστρια.
Ὁλόγυρα οἱ ἤπειροι φλέγονται καὶ οἱ βρυκόλακες συνεχίζουν ὡς πτερωτὰ μαῦρα ὄντα νὰ γυροφέρνουν στὸν πύρινο οὐρανό. Οἱ συνταξιοῦχοι στὰ καφενεῖα ῥοφοῦν καὶ διαβάζουν ἐφημερίδες περιμένοντας νὰ ἀποπνεύσουν στὸ κοιμητήριο. Ἀνοίγοντας τὸ ῥαδιόφωνο κάποιο γεροντάκι, ἔκπληκτο παρατηρεῖ: «Μοῦ φάνηκε πῶς ἄκουσα κάποιον νὰ τραγουδᾷ, Ἐμπρὸς ΕΛΑΣ γιὰ τὴν Ἑλλάδα, τὸ δίκηο καὶ τὴν λευτεριά!» Τούτην τὴν φορὰ ὁ Μόσκοβος θὰ κατέβῃ στὴν Πόλη καὶ τὸν Μυστρᾶ καὶ οἱ βρυκόλακες θὰ ἐκλείψουν κάπου ἐκεῖ στὴν Ἑσπερία. Εὐλογημένος ὁ Ἐρχόμενος!